Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022

 

Ληξούρι κι Αργοστόλι


Ένα παλιοπάπορο ξεμπάρκαρε στον Πόρο

με ναύτες συντοπίτες κουρλοκεφαλλονίτες.

Ειν’ όλοι τους πιωμένοι και κρασοζαλισμένοι.

Ζητάν να ξενυχτίσουν ρομπόλα να μεθύσουν.

 

Κοπιάστε ρε ξενύχτες κουρλοκεφαλλονίτες!

Που ερχόσαστε που πάτε,Που θαλασσογυρνάτε;

Τι ‘δατε να μας πείτε, κι έχει κρασί να πιείτε.


Με ένα μουρλάδι κύρη και βάρκα σουρωτήρι,

κινήσαμε μια μέρα τση Γης  για τσ΄ άκρες πέρα

που δε ματάδε σπίτι μούρη Κεφαλλονίτη.

 

Πήγαμε στη Σαχάρα και πάθαμε λαχτάρα.

Στην όαση τη πρώτη, βρήκαμε Ληξουριώτη.

Στου Μισιριού την πόλη, τον Μπάμπη απ’ τ΄Αργοστόλι.

 

Στη ζούγκλα και σε δάση που ο Θεός δεν θα φτάσει

ευρήκαμε τον Τάσο φύλαρχο, απ΄ την Άσο.

Στην Αφρική τελεία. Όρτσα για Αυστραλία.

Στο πρώτο το μουράγιο βλαστήμαγαν τον Άγιο.

«Όρσε μη σας χρωστάμε».Βιράρουμε και πάμε.

 

Σαλπάρουμε γι΄Ασία, Αμερική, Ρωσία.

 

Πετύχαμε το Σταύρο,δώδεκα απ’ το Φισκάρδο,

Πυλαρινούς πεντ΄ἐξη, στον Πόλο τον Αλέξη.

Παίζαν  ξερή στο τζάκι με τον Μεμά απ΄το Θιάκι.

 

Μη σας πολυλογήσω, «σία» και πάλι πίσω.

Ποια πέτρα να γυρίσεις πατρίδα θ’ απαντήσεις.

Από Βορρά σε Νότο, Κεφαλλονίτη πρώτο.

 

Βρε πάρτε το χαμπάρι, διάλε που να σας πάρει:

«Η Οικουμένη όλη ΛΗΞΟΥΡΙ ΚΙ ΑΡΓΟΣΤΟΛΙ».

 

Δημήτρης Τσέλικας

Από τη Συλλογή «Αλός Ωδή»

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

 

Ο κεφαλονίτικος  Ιούνιος


Γεράσιμου Σωτ. Γαλανού

Έφτασε και ο Ιούνιος, ο έκτος μήνας του χρόνου και ο πρώτος του καλοκαιριού.

Βέβαια μέσα στο αρχαίο Ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν τέταρτος μήνας με 29 ημέρες, πέρασε  στο Ιουλιανό  ημερολόγιο ως έκτος μήνας με 30 ημέρες, όπου  έτσι διατηρείται  και σήμερα  μετά τη γρηγοριανή μεταρρύθμιση  του.

Κατά την ρωμαϊκή  παράδοση, ο Ρωμύλος τον ονόμασε Junius, αφιερώνοντας τον ταυτόχρονα στη θεά Ήρα (Juno).

Ο Ιούνιος λέγεται και Θεριστής, γιατί είναι ο μήνας του θερισμού σ’ όλη την Ελλάδα Ο λαός του έχει δώσει πολλά ονόματα  και τον εκτιμά πολύ,  λόγω που, για την γεωργία είναι σημαντικός, επειδή μετά τον θερισμό «ελευθερώνεται η γη για νέα σοδειά».     

Ακολουθεί μια  μικρή «περιδιάβαση»  για τις γιορτές  και τα λαογραφικά χαρακτηριστικά του Ιουνίου, μέσα από τις κεφαλονίτικες παροιμίες.( Δημ. Σ. Λουκάτου, Κεφαλονίτικα γνωμικά, Αθήνα 1952).

«Μάης –μαΐτσης  μαγιανός

και θεριστής  θεριστινός»   Έρισσος

Ο καθηγητής –λαογράφος, Δημήτριος Λουκάτος,  μας λέει πως, η παραπάνω παροιμία από την Έρισσο έχει φτιαχτές λέξεις  για να μας πει, πως ο Μάης έχει ομορφιές και μάγια, μα ύστερα  έρχεται ο Ιούνιος (θεριστής ), που  μας θερίζει από την πείνα. Εννοεί πως η νέα σοδειά δεν έγινε ακόμα.

Την ίδια σκέψη για τον Ιούνιο έχουν και  στην  Πύλαρο λέγοντας την παροιμία διαφορετικά.  

«Ο Μάης έχει τ’ όνομα

κι ο Θεριστής  την πείνα» 

Στην περιοχή των Πρόννων  λένε την παρακάτω  παροιμία που βεβαιώνει την πράξη του θερισμού.

«Απ’ αρχής του Θεριστή

του δρεπανιού μας η γιορτή» 

Ο Ιούνιος έχει αρκετές «μικρογιορτές» όπως : του « Βαρθολομαίου και Βαρνάβα» τις 11 του μηνός, μέρα που πολλοί δεν δουλεύουν,  ιδιαίτερα στα αμπέλια, γιατί το έχουν για κακό. Του όσιου Ονουφρίου, στις 12 του μηνός αυτού, στις 14 του Αγίου Ελισαίου, μέρα που δεν δουλεύουν οι γεωργοί με τα ζώα, γιατί ο άγιος αυτός θέλει το σεβασμό του, αλλιώς τα ζωντανά τα πιάνει λύσσα, μας  λέει ο λαός. Τις 15 και 16 του μηνός αντίστοιχα εορτάζουν ο προφήτης Άμως και ο άγιος Τύχωνος, ο τελευταίος  είναι ο άγιος της τύχης.

Τον μήνα αυτόν έχουμε και το γενέθλιο του Άγιου Ιωάννη  του Προδρόμου  τις 24 και  έχει ταυτιστεί η λατρεία του με το άναμμα της φωτιάς και άλλα μαντικά έθιμα  που έχουν  αρχαιοελληνική καταβολή, που γίνονται την παραμονή της   ημέρα αυτή. Είναι η  γνωστή γιορτή του Αγίου Ιωάννου του Λαμπαδάρη  και, που ο λαός μας από τόπο σε τόπο του έχει δώσει πολλά ονόματα και  θεραπευτικές ιδιότητες.

Ο λαός έχει περάσει μέσα στις παροιμίες του όλη τη σοφία και την πείρα των αιώνων και έτσι οι παροιμίες  λειτουργούν ως άγραφοι νόμοι που οδηγούν, διδάσκουν και συνετίζουν. Βέβαια, τώρα που τις εργασίες στο χωράφι δεν τις κάνουν τα χέρια, όπως και τον  θερισμό του Ιουνίου, η παροιμία πρακτικά φαίνεται να μην ισχύει. Είναι όμως αξίωμα που δε χάνεται ούτε μηδενίζεται και, σε κάθε περίσταση μπορεί να χρησιμοποιηθεί μέσα στο λόγο και στη ζωή.

Γύρω από το θέρο και το θέρισμα οι παλιές παροιμίες στην Κεφαλονιά μας λένε :

«Θέλεις θέριζε και δένε,

 θέλεις δένε και κουβάλιε» Λιβαθώ 

Εδώ η παροιμία θέλει να πει πως και τα δύο τον ίδιο κόπο έχουνε και μάλιστα κόπο σκληρό.

«Θέριζε γέρο γέννημα

και παλλικάρι στάρι» Παλική και Λιβαθώ 

Εννοεί πως το γέννημα (κριθάρι) πρέπει να θερίζεται γινωμένο, ενώ το στάρι να είναι   νωπό για να μην τρίβεται.

Σε όλο το νησί υπάρχει η παροιμία που συνοπτικά και δυναμικά μας ενημερώνει πως ο θέρος, θέλει χέρια πολλά και να δουλεύουν συνέχεια.

«Θέρος, τρύγος,

 πόλεμος δεν περιμένουν» 

στην Παλική και στη Σάμη προσθέτουν ή λένε και το εξής: «και στις ελιές ρεμούρο», δηλαδή  με πολλή γρηγοράδα για να γίνει το μάζεμα.  

Υπάρχει  μια άλλη παροιμία που λένε στη Λιβαθώ και μας ενημερώνει, πως, τον Ιούνιο δείχνουν οι ελιές τι καρπό θα κάμουν.

«Τον Θεριστή, ο νοικοκύρης τηράει

την ελιά και τραβάει τα μαλλιά του»

Επειδή κάνει αρκετή ζέστη και τον Ιούνιο αρχίζουν να σκαρώνουν οι σταφίδες, μα κοντά να μπει ο επόμενος μήνας  θα είναι έτοιμες. Η παροιμία μας λέει πως:

«Τ΄  άη –Γιάννη με το μαντήλι,

και τση Βλαχερνός  με το καλάθι» 

δηλ. στις 24 του μηνός του Άη Γιαννιού μπορεί να μαζέψεις μια μαντηλιά σταφίδες, αλλά τις 2 του Ιουλίου, της Παναγίας της Βλαχέρνας,  θα χρειαστείς καλάθι.   

Θέση εκλεκτή μέσα στο λαό και στην κεφαλλονίτικη παροιμία έχει η μέρα που εορτάζει ο άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδάρης, αφού παλιά την ημέρα αυτή την πρόσεχαν και την εκτιμούσαν με λατρείες και μαντικά έθιμα.

«Από τ’ άη –Γιαννιού του Λαμπαδάρη,

η μέρα παίρνει τα πίσω»

δηλ. έχουμε τις θερινές τροπές του ηλίου και η μέρα αρχίζει να μικραίνει. Τα έθιμα που γίνονται αυτή την ημέρα είναι όλα ηλιοτροπικού χαρακτήρα  και ποικίλουν από τόπο σε τόπο.

Κορυφαίο είναι το έθιμο που είναι και πανελλήνιο, «το άναμμα της φωτιάς» που ανήκει στα καθαρτήρια έθιμα  και δημιουργεί τη νέα εφορεία της γης.

Μέσα στις τοπικές εορτές είναι και αυτή του Αγίου Παναγή (Παπα-Μπασιά) τις 7  του μηνός και επίσης την πρώτη Κυριακή , ως συνήθως, του Ιουνίου γίνεται στο Ληξούρι «Το μνημόσυνο των Πέντε Αγιαθεκλησιάνων»  που κρέμασαν οι Γερμανοί τις 5-6- 1944 στην πλατεία του Ληξουρίου.

Επίσης στην κινούμενη εορτή των Αγίων Πάντων (φέτος 11 του Ιουνίου), στη Σάμη όπως γίνεται από παλιά ,θα εορταστούν οι τρεις Άγιοι Φανέντες, στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, που βρίσκεται πάνω στην αρχαία ακρόπολη της Σάμης. 

Την τελευταία Κυριακή  του Ιουνίου δε,  έχει θεσπίσει  η τότε  Νομαρχία του Νομού Ηλίας για να τιμά με εκδήλωση «την Μάχη στο Λάλα» εκεί  που έλαβαν μέρος οι Κεφαλονίτες και  άλλοι Επτανήσιοι και κατεδίωξαν τις 22 Ιουνίου  του 1821, έπειτα από σκληρή μάχη τους Λαλαίους  Τουρκαλβανούς. Η συμμετοχή στην εκδήλωση γινόταν τόσο από την Νομαρχία Κεφαλληνίας και Ιθάκης, (στις μέρες μας συνεχίζει τη διατήρηση του εορταστικού θεσμού η  Αντιπεριφέρεια Κεφαλληνίας) όσο και ο Σύνδεσμος των Εφέδρων Αξιωματικών Κεφαλλήνων δίνοντας το παρόν τους,   τιμώντας μαζί με τους κατοίκους της περιοχής στο οροπέδιο της Φολόης Ηλείας,  τους Ήρωες και το γεγονός της νίκης.

Έρχεται ο Ιούνιος, ο Θεριστής όπως τον λέει η παράδοση και ο λαός  μας. Ωστόσο, η ζέστη έχει ήδη αρχίσει να απλώνει τα φτερά της από τον Μάιο και από τις 18 αυτού του μήνα άρχισαν και  οι  θερισμοί για το χορτάρι που είναι τροφή για τα ζωντανά.

Βλέποντας τα χωράφια στην Παλική άλλα έχουν το ξερό του χρυσαφιού χρώμα κι άλλα ετοιμάζονται να πυρωθούν στα καυτά λουτρά του ήλιου.

Οι κτηνοτρόφοι  δεν περιμένουν τον Ιούνιο για να μαζέψουν το ξερό χορτάρι και να γιομίσουν τις αποθήκες τους για το χειμώνα, ήδη η διαδικασία αυτή φθάνει στο τέλος της. Ωστόσο η διαδικασία αυτή που κάνουν οι γεωργοί να σπέρνουν χορτάρι και έπειτα να το πουλούν ως «μπάλα» στους κτηνοτρόφους , είναι μια αθόρυβη συνεργασία και μία σχέση «έντεχνη» της γεωργίας με την κτηνοτροφία. 

Περιδιαβαίνοντας  του αγροτικούς δρόμους της Κατωγής και όλη της Παλικής αυτή την περίοδο συναντάς χωράφια ,που το κομμένο χορτάρι από το θεριστικό  μηχάνημα είναι στοιχισμένο και περιμένει την επόμενη διαδικασία της δέσης του σε «μπάλες».Βέβαια έχει επικρατήσει να λέγονται μπάλες το χορτάρι που έχει δέσει το μηχάνημα, άσχετα εάν έχουν σχήμα παραλληλόγραμμο. Υπάρχουν χωράφια που ήδη έχει περάσει το μηχάνημα και έχει δέσει το χορτάρι σε μπάλες και είναι έτοιμο να φορτωθεί για να αποθηκευτεί στις αποθήκες. Εικόνες από πίνακα ζωγραφικής παρουσιάζουν πολλά χωράφια, που ,όπως είναι με τις μπάλες διάσπαρτες ή κατά σειρά που τις έχει αφήσει το μηχάνημα,  σου δίνουν την εντύπωση πως είναι βαλίτσες που περιμένουν τους ταξιδιώτες τους.

Το  μυαλό μου τρέχει στον αγώνα που έκαναν οι παλαιότεροι , όταν δεν υπήρχαν τα μηχανήματα, και τα χέρια μέσα στο λιοβόρι, έπρεπε να θερίζουν και να κάνουν το χορτάρι μπάλες χρησιμοποιώντας μια ξύλινη κασέλα.

Σήμερα κάνοντας απολογισμό επί της ευκαιρίας που έρχεται  Ιούνιος, στη γεωργία μπορούμε να πούμε πως η τεχνολογική εξέλιξη πρωτοστατεί με τα μηχανήματά της και η παραγωγή είναι μεγάλη και ικανή. Εκτοπίστηκε  βέβαια  η συνεργασία μεταξύ των γεωργών και η επικοινωνία ελαττώθηκε, οι δε λαογραφικές εικόνες και οι νοοτροπίες άλλαξαν χαρακτήρα στο μεγαλύτερο μέρος τους.

Κλείνοντας για τον Ιούνιο, που οι άνθρωποι παλιά, ιδιαίτερα αυτόν το μήνα δούλευαν έως ο ήλιος να πάρει γιόμα  και έτσουζε η λαύρα στο κορμί τους ,ας θυμηθούμε το κείμενο του μεγάλου Ησίοδου:  « Καιρός του θερισμού, πού δεν πρέπει να κοιμάσαι το πρωί. Η αυγή θα σε βοηθήσει να θερίσεις το ένα τρίτο από τη δουλειά της ημέρας… να κουβαλήσεις νωρίς τον καρπό στο σπίτι σου, εξασφαλίζοντας τον βίο σου»…(Έργα και Ημέραι, στίχ. 575-78) 

Τέλος ας μείνει ως δίδαγμα η παροιμία  του θερισμού, που αφορά τον άνθρωπο που δεν έχει παλμό ζωής και ενέργεια πράξης : «Εργάτης αργοκίνητος όλο δρεπάνι αλλάζει».    


Σημ: Αυτά γίνονταν κάποτε, στις καλές εποχές. Σήμερα το τοπίο κοινωνικό,αγροτικό, πολιτιστικό, θρησκευτικό, έχει γκρεμιστεί μετά την λαίλαπα της προσαρμογής στη Νέα εποχή και κύριως εκείνη των τριών τελευταίων χρόνων που η ανθρωπότητα παρακολουθεί ηλιθίως και αναδράστως το σενάριο της υποταγής και του θανάτου της. Κάποτε θέριζε ο θεριστής σήμερα θερίζει η υποκρισία, ο φόβος, το επιστημονικό ψέμα, η εξαγορά ειδήσεων και συνειδήσεων, η μαλάκυνση των εγκεφάλων, ο αποπροσανατολισμός  και στο τέλος η πείνα που έρχεται. Η ανθρωπότητα δεν έχει ηγεσίες, αλλά γαλουχείται και κατευθύνεται από σκοτεινά μυαλά προσωποποιημένων διαβόλων. Αν τα πνευματικά άτομα (έστω αυτά που έχουν μείνει) σιωπούν μοιρολατρικά μπροστά σε ότι έχουν κάνει και σχεδιάζουν να κάνουν οι επιβίτορές  μας, τότε έχουν όλα τελειώσει; Φτάνει το χέρι του Θεού να βάλει τάξη στον κόσμο; Ίσως, εκκινώντας με μια μεγάλη αταξία, που έχει ήδη ξεκινήσει.  

 

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

 

Tο Τριώδιο 

Η ξεχασμένη  λιτανική πομπή του Τριωδίου  εν Ληξουρίω

Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός

Από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου έως την Κυριακή της Τυρινής, λέμε  ότι "άνοιξε το τριώδιο".

Τριώδιο είναι το βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ακολουθίας των ύμνων που ψάλλονται από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, μέχρι και του Μ. Σαββάτου. Με την εμφάνιση και τον βαθμιαίο καταρτισμό του σαρανταήμερου της νηστείας προ του Πάσχα, ακολούθησε και η ανάγκη της δημιουργίας σχετικής ασματικής ποίησης και της συλλογής της σ’ ένα βιβλίο. Έτσι δημιουργήθηκε το εκκλησιαστικό βιβλίο Τριώδιο, το οποίο αρχικά περιείχε τρεις ωδές. Περιλαμβάνει ιερά ποιήματα από τον 5ο ως τον 15ο αιώνα. Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη στην ελληνική γλώσσα το 1522 μ. Χ.

Η περίοδος του Τριωδίου αποτελεί το στάδιο προετοιμασίας για τη νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ακολουθεί, αλλά και περίοδος ξεφαντώματος με τις καρναβαλικές εκδηλώσεις, που χαρακτηρίζονται από οργιαστικές τελετές, γέλιου και υπερβολικής  χαράς, λόγω που έχουν ειδωλολατρικές  διονυσιακές καταβολές και  που είναι «εναντίον» στη θρησκεία του Χριστού.

Την  πρώτη Κυριακή του Τριωδίου διαβάζεται στις Εκκλησίες, η παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του Λουκά (κεφ. ιη', 10-14). Ο Χριστός φανερώνει σ’ αυτή την αξία της ταπεινοφροσύνης και τη συγγνώμη του Τελώνη, που έχει συναίσθηση αμαρτιών του, αντίθετα με τον αλαζόνα Φαρισαίο, που με την υποκρισία του παρουσιάζει τον εαυτό του τέλειο άνθρωπο. Και καταλήγει με το γνωμικό: «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». 

Στο Ληξούρι, έως τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν «άνοιγε»  το Τριώδιο, τοποθετούσαν  αυτό  το εκκλησιαστικό  βιβλίο, σε προσκυνητάρι στο κέντρο του ναού του Παντοκράτορα, μέσω  μεγάλων τόρτσων και θυμιάματος,  για προσκύνηση και  αφού τελείωνε η Θεία Λειτουργία, ο ιερέας  και οι ψαλτάδες με το εκκλησίασμα,  το λιτάνευαν  εν πομπή,  γύρω από την  προσεισμική πλατεία Πετρίτση. Έκαναν στάση για ψαλτική δέηση στο κέντρο της πλατείας και ξαναγύριζαν στο ναό ευχαριστημένοι, που χάραξαν την προπαρασκευαστική περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής,  λιτανικά.

Σήμερα, αυτό το εκκλησιαστικό έθιμο δε διατηρείται, αλλά είχε  μείνει  για πολλά χρόνια στη μνήμη των παλαιοτέρων Ληξουριωτών, ως  «η  παλιά λιτανεία της αποκριάς».

Η ιστορική αναφορά για την τέλεσή του, βρίσκεται σε κείμενο για τις  αποκριές του ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη. (Βλ. «Αι απόκρεω εν Επτανήσω και ιδία εν Κεφαλληνία» Ακρόπολις  Φιλολογική, τομ Α΄, έτος 1888-89, εν Αθήναις 1889, σ.σ. 153-155).  Αυτή η εθιμική παλαιά πράξη  πιθανόν να είχε τις ρίζες της  στα ρωμαϊκά  Σατουρνάλια  και  τα ελληνικά Κρόνια, που γίνονταν την περίοδο της αποκριάς στο Ληξούρι, κατά τον 18ον και 19ον αιώνα, με αισθητή οργιαστική διάθεση και κέφι.Υπάρχουν ιστορικές αναφορές για όλη αυτή τη διονυσιακή αποκριά στη Χωροπούλα του Λασκαράτου, με βασική αυτή: το μονόφυλλο του τότε Δημάρχου,  Άγγελου Τυπάλδου  Ιακωβάτου, ο οποίος γνωρίζοντας πως το καρναβάλι στο Ληξούρι έχει οργιαστικό μπρίο και  ακράτητο κέφι, έκδωσε ένα μονόφυλλο στα 1888, για να προλάβει τους Ληξουριώτες, να περιορίσουν τα έντονο καρναβαλικό ταρνανάι και να μην κάνουν ζημιές και καταστροφές στην πόλη τους,  πάνω στα ρωμαϊκά ξεφαντώματα της αποκριάς τους,  που τα είχαν από παράδοση αιώνων.    

                                                                        


 

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020



Βρέθηκε ο ιός, η προέλευσή του και το φάρμακο


Ο κορωνοϊος σε μεγένθυση

Μόλις ήρθε ξαφνικά ο ιός από το Κορώνι, και μας έκλεισε στα σπίτια. Που συμφορά να τον βρει, να μπουν μέσα του θηλυκοί διαόλοι. Ετούτος ο ιός δεν είναι εκ προμελέτης, αλλά από ατύχημα. Λένε πως είναι γρίπη και ερεθίζει τον λαιμό. Αμέσως μόλις υποψιαστείτε πως σας πλησίασε, να πάτε στον γιατρό. Να σας δώσει συνταγή και αμέσως χωρίς χρονοτριβή, στον φαρμακοποιό σας. Να πλένεστε καλά με υγρό απορρυπαντικό, μη σας βρει εφιάλτης με βάρος στο στήθος, κορακόβηχας και άσθμα. Να φοράτε την μάσκα σας, να κάνετε εμβόλιο και να μην ρουφάτε το συνάχι. Να πίνετε τσιπουρίτη, ρομπόλα και νερό Κεφαλονίτικο. Να μην τριγυρίζετε έξω, πριν σας πιάσει η κακιά αρρώστια, σας πάνε νοσοκομείο και τότε φέξε μου και γλίστρησα, είστε για τον Δράπανο (για νεκροταφείο δηλαδή). Μα ακούστε και μια άλλη οδηγία… Επειδή είστε όλοι θεόκουρλοι, περάστε από τον Άγιο. Μην φοβάστε, μόνο τον νου σας. Που θα πάει; Θα εξαφανιστεί! 
Ο Κορωνοϊός προήλθε απ’ το Κορώνι της Κεφαλονιάς; Ήταν έγκλημα εκ προμελέτης ή ατύχημα; Τι μπορεί να κάνει ο Άγιος (ένας είν’ ο Άγιος) για όσους νοσήσουν; Αυτά και άλλα πολλά καυτά ερωτήματα απαντά (σε άψογα Κεφαλονίτικα) το παρακάτω βίντεο.


                                                   

        Πηγή: Κεφαλονίτικα νέα

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020



Όταν χτύπησε το οργικό την Κεφαλονιά το 2014

Μέρος του κειμένου δημοσιεύτηκε στην Αθηναϊκή Εφημερίδα
«Το Βήμα» Κυριακή 1.6.2014, και στην ιστοσελίδα odusseia.gr «Η εφημερίς των Κεφαλλήνων».

Γεράσιμου Σωτ. Γαλανού

Ήταν Κυριακή του φετινού χρόνου, 26 Ιανουαρίου, που χτύπησε το οργικό του  πρώτου σεισμού την Κεφαλονιά μας. Μα δεν άργησε να έλθει έπειτα από μια βδομάδα και το δεύτερο κακό. Σεισμοί «βαλέντι», δηλαδή καλοί, όπως τους είπανε και οι σεισμολόγοι. Μα τούτα τα οργικά πηγάζουν από τα στριμώγματα του εδάφους στα έγκατα του νησιού, και έπειτα, ωσάν σεληνιασμένα ταρακουνήματα ορμούν στην επιφάνεια για να ελευθερώσουν την ενέργειά τους, με αποτέλεσμα να τρέχει ο κόσμος να σωθεί και να φοβάται για το βιος του.
Μα τούτα το γιομίσματα της ενέργειας του εδάφους δεν στέκονται σε μια μεριά, αλλά από τα αρχαία χρόνια, τριγυρίζουν στα βάθη του νησιού, φωλιασμένα στα θεμέλια του. Ευτυχώς, η συνήθεια έγινε συμφιλίωση και οι Κεφαλονίτες με αυτούς τους «διαόλους» όπως τους αποκαλούν τους έκαναν γνώριμους φίλους και βιωτές τους.
Τούτη τη φορά  ξέσπασαν τα σεισμικά κύματα που ήταν τρυπωμένα  στον κόλπο του Λιβαδίου και απότομα πετάχτηκαν πάνω στην επιφάνεια και σάρωσαν ότι μπορούσαν. Η βοή, το μούγκρισμα και το σάλεμα της γης έπληξε περισσότερο την Επαρχίας Πάλλης, του Ληξουρίου, που ομοιάζει σαν φύλλο με λεπτό μίσχο κρεμασμένο από τον όγκο του υπόλοιπου νησιού. Ήθελε ο σεισμός να αποκόψει την Πάλλη από την Κεφαλονιά, για να ικανοποιήσει την ιστορία, για να κάνει την Πάλλη αυτόνομη, ξεχωριστή. Να την κάνει το όγδοο  Επτάνησο, το ποιο ονομαστό, μια και αυτή η χερσόνησος καμαρώνει πως είναι η Ομηρική Ιθάκη!
Ήταν η ίδια εποχή και μήνας, στα 1867, 23 Ιανουαρίου που το φαινόμενο είχε ξαναχτυπήσει. Ρήμαξε τότε εκκλησιές και σπίτια, μνημεία, μα πιο πολύ πήρε ψυχές ανθρώπινες, πάνω από 400,  που δεν πρόλαβαν να είναι έτοιμες για το πώς υπολόγιζαν στο είναι τους. Το ψωμί, το νερό που θόλωσε, το στάρι που έλλειψε, μαύρισε στα μάτια των ανθρώπων τότε. Ήταν Γενάρης του 1867 και η μολυβόπενα κάποιων ιερέων από τα σεισμόπληκτα χωριά της Πάλλης χάραξε στα μεσόφυλλα εκκλησιαστικών βιβλίων: «έκανε ένα σεισμό κατά χριστιανόνε...», «έκανε ένα σεισμό ωσάν εκείνονε τον καιρό της Σταυρώσεως του Ιησού Χριστού...». Τα ίδια τότε, τα ίδια και με τούτους τους σεισμούς. Νεκρική καμπάνα τότε, νεκρική και τώρα, μα παρήγορη, λόγω που τώρα ανθρώπινες ψυχές δεν χάθηκαν.
Τ0 Ληξούρι στα 1867
Αφού οι σεισμοί πήραν την κατεβασιά από τη Θηνιά και στάθηκαν στο  βιότοπο του Λιβαδίου, γκρέμισαν τις παλιές ξερολιθιές, γκρέμισαν τα εγκαταλελειμμένα υπολείμματα και τειχίσματα των  Αγροτικών Φυλακών του Λιβαδίου. Έστεκαν από τις αρχές του 1900, καμαρωτά.  Τα σώριασαν οι σεισμοί χωρίς ταυτότητα, έτσι απλά  να φαίνονται ατάκτως ειρημένα!  Μήπως έπρεπε να γίνει αυτό, αφού για μας περιττά ήταν! Πού ήταν η Πολιτεία; Πού οι κληρονόμοι;  Πού ήταν όσοι είχαν κηρύξει τις Φυλακές διατηρητέες, για να τις υποστυλώσουν, να τις αξιοποιήσουν, να γίνει ένα αγροτικό μουσείο της περιοχής ή ένα ενεργό πολυκέντρο; Τώρα αναπαύτηκε η σκέψη μας και η Πολιτεία ησύχασε. Οι σεισμοί έδωσαν το τράτο τους, αλλά αφού είδαν και περίμεναν, είπαν να κλείσουν το κύκλο, και ένας άλλος κύκλος ιστορίας να αρχίσει.
Ο βιότοπος του Λιβαδίου  χάθηκε από σεισμούς και από ανθρώπους, τα λατομεία έδιωξαν τα πουλιά, τα φουρνέλα  δούλευαν για να πάρουμε το υλικό,  τα σμπάρα άνοιξαν ρήγματα και έφυγε το νερό, ο δρόμος βουίζει από τα τροχοφόρα ολημερίς και τελικά ένας βιότοπος πέθανε. Επιπλέον, ο σεισμός ανύψωσε το έδαφος και εκτόπισε τη θάλασσα προς τα ανατολικά με αποτέλεσμα να χαθεί το αβαθές του Λιβαδίου, που ήταν για τις χελώνες τόπος ζευγαρώματος. Κι όμως, αν κάτι χαθεί, άλλο αμέσως γεννιέται. Στο τράβηγμα προς τα μέσα της θάλασσας, έγινε πλάτωμα ξέρας που  προσφέρεται για τη μάζωξη οστράκων και σωλήνων- οστράκων. Βγήκαν οι σουληνολόγοι, με τα μακριά σκληρά σύρματα, και μάζευαν τις σωλήνες- όστρακα με μαλάκιο: για δόλωμα, για μεζέδες, για νοστιμιές με μακαρόνια. Άλλοι  με τσαπιά και φτυάρια, ακόμη και σήμερα, ψάχνουν στη νέα αμμουδιά να βρουν,  καποσάντες και γυαλιστερές, όστρακα για ούζο και τσίπουρο. Εικόνες νεότερες, λαογραφικές και όμορφες, που αντικατέστησαν τις παλιές. Η πιο ονομαστή, που χάθηκε ολότελα,  ήταν να βλέπεις την πληθώρα από τρατολόους στο Λιβάδι, που με τα δίχτυα τους έκαναν «πελαωτό». . Σούρωναν  χιλιάδες κυβικά  θαλασσινού νερού, πελαωμένοι τραβώντας τα δίχτυα  για την αθερίνα και το γόνο.
Τώρα οι σεισμοί συμπλήρωσαν τη λήθη του χρόνου, και χάθηκε αυτή η εικόνα.  Μα καθώς το μάτι φεύγει να σκαρφαλώσει σε μέρη που άλλαξαν με τους  φετινούς σεισμούς, σφραγίζω την περίπτωση του Λιβαδίου μια και ο σεισμός από αυτό το μέρος όρμησε και απλώθηκε. Το χωριό Λιβάδι και ο βιότοπός του ήταν τόπος δουλειάς, αντιφρονούντων, τιμωρών, αδικιών και σκληρής εργατιάς. Οι σεισμοί κατά καιρούς  τα άλλαξαν.
Καθώς το κύμα του σεισμού διάβηκε και από το ομώνυμο χωριό του Λιβαδίου, σημάδεψε οικίες ανεπανόρθωτα και την εκκλησιά του Αγίου Διονυσίου, την περιχαράκωσε με ρηγματώσεις. Αν και μετασεισμικό κτίσμα, δεν άντεξε στο χτύπημα, κάποιοι από το χωριό που βρίσκονται στην Αμερική πήραν να φροντίσουν το ναό. Ευλογημένη να είναι η πράξη τους, τους κτήτορες πάντα να μνημονεύουμε ζητά ο Θεός και οι σεισμοί, που δίνουν την ευκαιρία για προσφορά.
Μετά το χωριό Λιβάδι, σε άκρια εκβολής χειμάρρου έστεκε πλάι στη θάλασσα πυργόσπιτο, παλιό, ως έπαυλη του 17ου αιώνα. Το Σαμόλι, έτσι λέγεται η περιοχή και η παλιά έπαυλη- μουσείο, είχε το όνομα του  παλιού αφεντικού της, του Μαράκη Φορέστη και της σιόρας- Κάτε. Αρχοντιά, που πλάι της έβρισκαν εργασία και στήριγμα απλοί του λαού άνθρωποι. Τούτη η δίπατη οικία με τα παλαιά έπιπλα, τους καθρέπτες και τα μεγάλα κάδρα ελαιογραφίες, τις πολεμίστρες και τη φανερή και διάχυτη nobilita, ωσάν να την φύσηξε ο  άνεμος, την έγειρε στο πάνω πάτωμα από βόρεια προς νότια. Αυτό ήταν το χαρακτηριστικό του δεύτερου  σεισμού, έτρεξε και πήρε και σημάδευσε από βορειοδυτικά  προς νοτιανατολικά . Η έπαυλη έπεσε, σμπαραλιάστηκε, σκόρπισε, μάς πόνεσε σε όσους την είδαμε. Θυμάμαι, πως δεν με πόνεσε το γκρέμισμα των όμορφων πετροκτισμάτων του δρόμου, που οδηγεί σε αυτήν από το δημόσιο δρόμο, αλλά την ώρα που αντίκρισα το γέρμα του κτηρίου, φώναξα, κάκιωσα, γιατί είχα μνήμες και ο σεισμός μού τις στέρησε από την ορθότητά τους, από την τάξη τους. Ο νεότερος  κληρονόμος του μνημείου ενήργησε σωστά μέσα στον πόνο. Έσωσε τα κειμήλια και ζήτησε άμεση βοήθεια για να κοντράρει τον σεισμό και να κρατήσει τη θύμηση. Ελπίζουμε πως το αναγνωρισμένο από το Υπουργείο μνημείο θα βρει την  όμορφη εικόνα του, όπως παλιά.
Προχωρώντας από το  χωριό Λιβάδι στο Ληξούρι βλέπεις τα σημάδια που αποτύπωσε ο σεισμός  στο πέρασμά του. Τειχίσματα δρόμου μισογκρεμισμένα  και ξερολιθιές πεσμένες, υποχωρήσεις μεγάλων τμημάτων του δρόμου, καθίσματα της ασφάλτου, για όλα αυτά ειπώθηκα πολλά. Ο καθένας είπε: τα κατά πως τα έκρινε και τον συνέφερε, κατά πως τα υπολόγισε με το μάτι του και το μυαλό του. Ένα είναι σίγουρο, πως οι σεισμοί φανέρωσαν σε δρόμους, σε δημόσια κτήρια, σε οικίες, σε  κατασκευές πρόχειρες, την κακοτεχνία μας, το κλέψιμο, την κακολογιά μας, τη μιζέρια μας για το φθηνό και το πρόχειρο, πάνω από όλα την απληστία μας που όλο και μεγαλώνει πιστεύοντας πως έτσι θα νικήσουμε τον θάνατο. Ξέχασαν οι παλιοί, μα και οι νέοι ακόμη και  όσοι κάτι ήξεραν από τα παλιά των σεισμών, πως ο σεισμός δεν κρύβεται, έρχεται όταν θέλει να γιομίσει το κενό του, όταν θέλει να σπρώξει για να πάρει το χώρο του, και, όταν ξεσπάσει, τότε οι άνθρωποι αναλογιζόμαστε για τα όσα κάναμε.
Τα Κουβαλάτα έπαθαν ζημιές, ο Άγιος Δημήτριος, χωριό πάνω στο πέρασμα του δρόμου, πληγώθηκε άσχημα. Σπίτια έγειραν, κολώνες λύγισαν και είδαμε τα της κατασκευής λάθη, αλλά και του σεισμού την ένταση, εφόσον ήταν δίπλα το λίκνο του και ταρακούνησε την περιοχή πιο πολύ. Ανάμεικτα όλα τα δίκια και τα άδικα σε τούτη την κρίση.
Πονάει πολύ το χτύπημα στον Κεχριώνα. Το ονομαστό πανηγύρι της Παναγίας της Κεχριωνιώτισας, στο ομώνυμο μοναστήρι, που ύψωνε χαρμόσυνα και εορταστικά πανηγύρι στο Αντημήρι της Θεοτόκου, μοναδικό στην περιοχή της Πάλλης και που γινόταν μεγαλόπρεπα σ’ αυτόν το ναό. Άνοιξε στο ατσούπι ο σεισμός μια μεγάλη τρύπα, τσάκισε την Αγία Τράπεζα και σαν τρελός για να φύγει και να συνεχίσει το καταστροφικό του έργο,  κοντραστάρισε  στους τοίχους του ναού και τους ράγισε πολύ, βρίσκοντας διέξοδο από το δυτικό ατσούπι.
Και τ’ άλλα  χωριά της Πάλλης πειράχτηκαν από τη μανία του Εγκέλαδου. Έπεσαν μάντρες, οικίες έπαθαν ζημιές,  στάνες και ξερολιθιές, ράγισαν τοίχοι, αλλά πιο πολύ οι εκκλησιές μας, λες και ο σεισμός ήθελε να τις εξαφανίσει.  Οι ναοί έπαθαν μεγάλες ρηγματώσεις, ανοίγματα στα ατσούπια τους, γκρεμίσματα σε πολλά σημεία εσωτερικά και εξωτερικά των τοίχων τους.
Πήρα να μετρήσω το κακό που έγινε σε αυτές, μα σταμάτησα το μέτρημα, λόγω που όλες σχεδόν έχουν πάθει τη ζημιά τους. Και γι’ αυτούς τους σεισμούς  οι ναοί αποτελούν σημεία μελέτης, για το πώς κινήθηκε το κύμα του, για το πώς χτύπησε τα μνημεία. Οι περισσότεροι ναοί ήταν παλιοί, άντεξαν σε σεισμούς από : 1867,  του 1953, του 1972, του 1983 και άλλους. Φορτωμένοι με αθροιστικά προβλήματα χρόνων  οι ναοί προσπάθησαν να κρατήσουν τα υπέροχα «ρεστάμπολα», δηλαδή, τις μεγάλες σε μουσαμά εκκλησιαστικές αγιογραφικές παραστάσεις,  τα ξυλόγλυπτα τέμπλα τους, τις πληθωρικά διακοσμημένες ουρανίες από ντόπιους αγιογράφους. Χάσκουν τα εκκλησιαστικά μνημεία της Πάλλης, και οι αρμόδιοι φορείς κολλάνε στα γρανάζια της γραφειοκρατίας. Αγωνίζονται τα Εκκλησιαστικά Συμβούλια, αλλά άκρη δεν βγάζουν, εισπράττουν μόνο την απάντηση, «πως οι εκκλησιές έχουν άλλο νομικό πλαίσιο και θα δούμε τι θα κάνουμε». Μα ο καιρός δεν αργεί να έλθει με τα νερά και την υγρασία και τα μνημεία θα μπομπάρουν και τι θα αφήσουμε για ταυτότητα στους νεότερους! Πού είναι η Πολιτεία; Απουσιάζει! Αυτό είναι το μόνο σίγουρο!
Οι ναοί της Αγία Θέκλης, των Αποστόλων στα Χαυδάτα, του Αγίου Ιωάννη και της Παναγίας στην Κοντογεννάδα, ο Άγιος Ιωάννης στα Φαβατάτα, η Αργιλιώτισσα στα Χαυριάτα, ο Άγιος Διονύσιος στο Λιβάδι, η Παναγία στο Βουνό στα Δαμουλιανάτα, ο Άγιος Δημήτριος στα Καλάτα, η Παναγία στα Κομινάτα, η Παναγία των Κουβαλάτων και ο Άγιος Δημήτριος  στα Βλιχάτα, ο Άγιος Παντελεήμονας στα Λουκεράτα και τόσες άλλες στην Πάλλη και στα χωριά της Θηνιάς, εκκλησίες ιστορικές με θησαυρούς, έχουν μείνει στο έλεος της προσπάθειας εκείνων που πονάνε για την πολιτιστική κληρονομιά. Επίσης, στα μοναστήρια ο σεισμός  χάλασε την ομορφιά τους, το Κορωνάτο και τα Κηπούρια. Ελπίζουμε πως σύντομα θα αποκατασταθούν οι παλιές όμορφες εικόνες τους.
Και στο Ληξούρι μας, την πρώτη ιστορική πόλη του νησιού μας, η επίσκεψη των σεισμών ήταν απότομη και οργισμένη. Οι εκκλησίες, της Παναγίας της Περλιγκού, του προστάτη της πόλης μας του Αγίου Χαραλάμπους, της Αγίας Τριάδας, τις ταρακούνησαν και άφησαν σημάδια πολύ δυνατά οι σεισμοί και μέχρι να επισκευαστούν θα μείνουν αλειτούργητες.  Και τώρα, η μόνη ελπίδα είναι οι πρόχειρες μικρές εκκλησίες που στήνονται στους αύλειους χώρους των ναών, για να εξυπηρετήσουν τους κατοίκους.
Από παλιά η μνήμη του σεισμού έχει αποτυπωθεί στο Ληξούρι και στην ευρύτερη περιοχή. Μια  μαρμάρινη μικρή πλάκα, εντοιχισμένη στην οικία Καλογηροπούλου, στην πλατεία Μηνιατών, μαρτυρεί ακόμη στους διαβάτες, για το πόσο τούτη η πόλη κουράστηκε από των σεισμών τις νευρικές συσπάσεις.

«Ενθυμού Ω διαβάτα
τρομεράν σεισμού  φοβέρα
πρόσεχε μην λησμονήσεις
την φρικώδη εκείνη μέρα
Ιανουαρίου στα είκοσι τρεις
όπου κατεστράφη η ατυχίς Πατρίς 1867.»
Γ. Μήλας

Και μέσα στη δίνη της καταστροφής αλλά και του άλλου σωσμού που φέρνει ο σεισμός, δηλαδή το ξύπνημα μας για σύνεση και ταπείνωση, πρόβαλλε η εικόνα των κοιμητηρίων. Τόσο στα χωριά όσο και στο Ληξούρι, έγινε μια Δευτέρα Παρουσία πριν της ώρας της. Ήθελε ο σεισμός να μας δείξει, πώς, δεν είναι μόνο τα υλικά αγαθά χρήσιμα και αναγκαία για μας, αυτά μπορούν να χαθούν, αλλά,  είναι και  εκείνα που κάτω από τα ασάλευτα κυπαρίσσια κοιμίζουν αιώνια ψυχές. Το Κοιμητήριο του Ληξουρίου δεν άντεξε! Έγινε το καλύτερο δείγμα μελέτης για το πώς κινήθηκε ο σεισμός, για το πώς δούλεψε η ενέργειά του, η οποία τσάκισε τα μνημεία, τα νεκρικάτα. Είθε να είναι ένα νέο εφαλτήριο η δράση του σεισμού για την Πολιτεία, ώστε να προσέξει το χώρο των  Κοιμητηρίων.
Και καθώς η σκέψη απολογιστικά στέκεται σε μνημεία και κληροδοτήματα, ας σταθώ στο  προσεισμικό κτήριο του Νοσοκομείου Ληξουρίου, που άντεξε παρά την κακότητα ορισμένων για να το κλείσουν, εξυπηρετώντας παράξενα πολιτικά συμφέροντα.  Κατηγόρησαν την αντοχή του άδικα, μα αυτό δικαιώθηκε! Το επίσης  προσεισμικό κτήριο του Γηροκομείου δεν άντεξε, πληγώθηκαν τα εσωτερικά μοροφίντα του, άνοιξαν οι τοίχοι του, αλλά υπάρχει ελπίδα να τακτοποιηθεί στις επισκευές του, μια και βρέθηκε ο ευεργέτης..
Εκείνο που μας πονά πολύ, είναι η Ιακωβάτειος Βιβλιοθήκη. Κόσμημα αρχιτεκτονικής, κτήριο του 1866, με ζωγραφιστά φατνώματα, με αρχεία και σπάνια βιβλία, σμπαράλιασε και μάτωσε άσχημα. Μερίμνησαν πολλοί στα λόγια,  πως θα βοηθήσουν, το κράτος είπε δεν έχουμε λεπτά! Ευτυχώς ασφαλίστηκαν τα αρχεία και τα κειμήλια, μα η βιβλιοθήκη, υπέροχο δείγμα επτανησιακής αρχιτεκτονικής περιμένει  τη θετική όπως φαίνεται απόφαση του Υπουργείου που ανήκει, για να σωθεί.
Κεφάλαιο πόνου μέσα σε όλα ήταν και τα μνημεία, αγάλματα και προτομές, που σωριάστηκαν περιστροφικά στο έδαφος. Κάτι έγινε για την αποκατάστασή τους, λόγω που ερχόταν η ανάλογη στο χρόνο επέτειος και έπρεπε να τους αποδοθούν οι τιμές. Αλλιώς, ακόμη κάτω θα βρίσκονταν, δακρυσμένα και πληγωμένα, πρωτίστως για την αμέλειά μας.
Στην περιδιάβαση για όσα συνέβησαν στη σεισμική περίοδο, στεκόμαστε  πρώτα και κύρια πως ανθρώπινο θύμα δεν υπήρξε. Αυτό ήταν τυχερό από τους νόμους της φύσης και  δεύτερο από τα έργα των ανθρώπων. Τα σπίτια μας άντεξαν στην φοβερή επιτάχυνση του προς τα επάνου και από βορρά προς νότο. Δοκιμάστηκαν σε αυτήν την κρίση οι οικίες μας, ενώ  για τα δημόσια κτήρια, αντιστράφηκε η παροιμία μια και ήταν στο ζύγι λειψά « Χέρι που δεν πάει, τόπος δεν αδειάζει». Θα  την αναπροσάρμοζα για την περίσταση, «Την κλεψιά βλέπει  πρώτα ο σεισμός!» .
Εκείνο που το δίκιο του έχει, μια και στη θάλασσα τοιχίζεται, όπως κάθε λιμάνι, είναι το λιμάνι του Ληξουρίου. Γραμμές σεισμού ξέπλεκες και μπερδεμένες, ωσάν μαλλιά ανακατεμένα φάνταζαν όλες οι ανοίξεις που οι σεισμοί προκάλεσαν σε αυτόν το χώρο. Η προβλήτα  άνοιξε και  έγειρε  και τα καΐκια και τα άλλα πλεούμενα που σε γραμμή στοίχισης ήταν, μπατάρισαν και χτύπησαν στα σκαριά τους. Μέσα σε όλα τα φανερώματα και τα καμώματα των σεισμών, στάθηκαν και τα «προνοητικά» έργα των ανθρώπων και αυτά είναι : Το ψηλότατο καμπαναριό του Αγίου Γερασίμου Ληξουρίου και το παλιό κτήριο του Α΄  Δημοτικού, έργο του Κεφαλονίτη αρχιτέκτονα Θουκυδίδη Βαλεντή. Το τελευταίο έργο ήταν πάντα ένα «φόβητρο» για τους Παλληκησιάνους, πώς το κτήριο θα πέσει και θα σκοτώσει κόσμο. Αλλά το αντίθετο αποδείχτηκε έπειτα και από αυτούς τους σεισμούς. Μακάρι να παραμεριστούν οι κομματικές και πολιτικές σκοπιμότητες και το σχολείο να αποκατασταθεί σύμφωνα με τις τρέχουσες μελέτες.
Και ύστερα, μέσα στην αναμπουμπούλα του σεισμού και τα βουητά των ανθρώπων σειρά είχε η διαχείριση της κρίσης. Είναι αλήθεια, πως σε στιγμές ανάλογες, όπως πανικού, κρίσης,  μεγάλων προβλημάτων, φυσικών καταστροφών φαίνεται η αξία του νοήμονα και λογικού στο κατά πόσο άξια μπορεί να διαχειριστεί προς όφελος του κοινού τις στιγμές. Τούτο το αξίωμα φανέρωσαν ως αναγκαίο οι σεισμοί. Η Πολιτεία ενήργησε δυναμικά στην αρχή και πρόσφερε βοήθεια, έδωσε τα αναγκαία για να εξυπηρετηθούν οι πληγέντες. Ακολούθησε το δελτίο τροφών, το δόσιμο των ρούχων και των άλλων αγαθών.
Ο σεισμός ένωσε τους ανθρώπους, κινητοποίησε Συλλόγους και Σωματεία για βοήθεια, έδωσε το μήνυμά για προσφορά στους Κεφαλονίτες όπου γης αλλά και σε άλλους  πατριώτες για να στείλουν βοήθεια, το περίσσευμα της ψυχής τους.
Και έπειτα ήλθαν τα λόγια και οι ψίθυροι του καθενός. Άπληστο το μάτι, αχόρταγος ο άνθρωπος. Γιατί εκεί και όχι εδώ; Αυτό ερχόταν στα χείλη κάποιων. Από όλο το νησί ήρθαν στην Πάλλη για να συμμετέχουν στο γλέντι της προσφοράς. Ίσως η κρίση  που γεννά τον θάνατο, να ξυπνά και το άλογο στο μυαλό μας, να ξυπνά τα  ενστικτώδη τα πάθη μας για να νικήσουμε τον φόβο. 
Τελικά επικράτησε η ηρεμία, η τάξη. Αξιολογήθηκε σωστά η κατάσταση και μπόρεσαν να εξυπηρετηθούν αυτοί που είχαν πράγματι ανάγκη.  
Παράξενοι στη λογική μας που είμαστε οι άνθρωποι! Και όταν πάρουμε εξουσία, ορμούμε επιβλητικά για να σκοτώσουμε με πολλούς τρόπους.
Παράλληλα με τα καλά και τα κακά τεκταινόμενα πορεύονταν και οι της δημοσιογραφικής πένας  και εικόνας εκπρόσωποι, που έπρεπε να σταθμίσουν την κατάσταση με αυτό που πουλάει. Εμπόριο του πόνου κατάντησε η σεισμική και μετασεισμική ακολουθία των  διαθέσεων του χαραχτήρα μας.
Πέρασαν όλα αυτά και κόπασαν οι σεισμοί και τα πάθη μας, κόπασαν και οι γραφίδες των δημοσιογράφων, μα το αποτέλεσμα βοά, ότι δεν προχώρησε σωστά η διαδικασία, αλλά φρεναρίστηκε σε γρανάζια, κινήθηκε υποκειμενικά. Τι κι αν  ο ποιητής Σολωμός είπε «Το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός , ευθύς εγιόμισε άνθη».
Σήμερα υπάρχουν αιτήσεις και απαιτήσεις από τους σεισμοπληγέντες, αλλά όλα κινούνται και όσα κινούνται, κατά συμφέρον και αυτά αργά.
Εν κατακλείδι στην κρίση που οι σεισμοί του 2014 έφεραν,  ένωσαν οι άνθρωποι τις δυνάμεις τους για να διώξουν τη θλίψη και να απαλύνουν το κακό. Όταν αυτό φάνηκε να υποχωρεί και να χαμογελά η ζωή μέσα στο ξεθάρρεμά της, άρχισαν οι γκρίνιες και τα παρατράγουδα. Κυρίως γιατί είναι απούσα η  «δυναμική» Πολιτεία.
Δεν έφταναν και αυτά παρά στα όποια προβλήματα προστέθηκαν και η μικροεξυπηρετήσεις  των πολιτικών για άγρα ψήφων, με αποτέλεσμα να έρχεται το επιμέρους της πολιτικής που τροφοδοτείται από τον άκρα ατομισμό.
Μην ξεχνάμε, πως, σε κρίση και σε πόλεμο, καλούνται δυο: Οι γεωργοί και οι ποιητές, για  να στηρίξουν το λαό και την πατρίδα. Οι γεωργοί καλλιεργούν τη γη, «που είναι  τροφός και  άλλων τεχνών μητέρα..», όπως λέει ο Ξενοφώντας, ενώ οι ποιητές καλλιεργούν τον ουρανό για να εμψυχώσουν και να οδηγήσουν…    με αυτήν τη  σκέψη δανείζομαι το ποίημα- σονέττο του  Ληξουριώτη στοχαστή –ποιητή, Ανδρέα Λασκαράτου για το σεισμό του 1886, που έπληξε πάλι το Ληξούρι άσχημα.

«Σείρ’ τε στίχοι μου, δεν είν’ καταισχύνη,
Διακονέψ’τε και σεις καμμιά δεκάρα
Από τη σπλαγχνική νοημοσύνη,
Που βέβαια θαν’ αισθάνεται τρομάρα.
Στο ξαφνικό, και στη μεγάλη οδύνη
Του φρικώδη σεισμού, και στη λαχτάρα.
Δύστυχοι! Τι νυχτιά για σας εκείνη!
Τι φρίκη, τι απορπιά, τι αραχνιασμάρα!
Και ποια βοήθεια ήθελε μπορέσει
Ν ‘ ανακουφίση τα υποφέρματά σας;
Στες αγκάλες σας ποιος να ξαναθέση
Τα πλακωμένα δύστυχα παιδιά σας;
Μα, με το λίγο που κ’ εμείς μπορούμε
Σας λέμε πως , στον πόνο σας, πονούμε».



Ένας σουρεαλλιστικός πίνακας.
Προσομοίωση του τελευταίου σεισμού στο Ληξούρι με τη βοήθεια της Google



Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2020


ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ  ΤΟ  ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ  ΝΗΣΙ ΤΗΣ  ΤΡΙΚΥΜΙΑΣ  ΤΟΥ  ΣΑΙΞΠΗΡ






Ιστορική Έρευνα Λιβιέρης Λιβιεράτος

Ήταν πρώτη Ιούλη του Σωτηρίου έτους 1263 όταν ο Κυβερνήτης του Μιλάνου, Μαρτίνος ντέλλα Τόρρε άφησε το Μιλάνο για να πάει στο Παλάτι των Τορριάνι στο Λόντι. Στην Βίλλα Τορριάνι. Δεν ξέρουμε αν πήγε μόνος ή με στρατιωτική συνοδεία , ούτε ξέρουμε αν αυτή η συνοδεία απλά τον συνόδευε ή ήταν κρατούμενος! Από το αποτέλεσμα όμως συμπεραίνουμε ότι μάλλον κρατούμενος ήταν γιατί μετά και ως τις 20 Νοέμβρη που οι συγγενείς του λένε ότι πέθανε, ήταν παντελώς εξαφανισμένος από προσώπου γης, κανείς δεν τον έβλεπε, λες και άνοιξε η γη και τον κατάπιε! Τάφος του όμως στο Μιλάνο δεν υπάρχει ,όταν όλοι οι υπόλοιποι έχουν!
Δύο μέρες νωρίτερα ,του Πέτρου και Παύλου, ο εξάδελφός του Φραγκίσκος ντελλα Τόρρε, Κυβερνήτης της Νοβάρρα, συνέτριβε σε πεδιάδα  έξω από την Νοβάρρα τον στρατό του αρεστού του Πάπα Ουρβανού Δ΄, Οττόνε  Βισκόντι, παράνομα διορισμένου από τον Πάπα ως Αρχιεπίσκοπος στο Μιλάνο .
Εκείνη την εποχή στην τότε Ιταλία (που αποτελείτο από πάρα πολλά μικρά κρατίδια)  είχε ξεσπάσει  ένας φοβερός εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους Γουέλφους (φιλoπαπικοί , πιστοί χριστιανοί, συνήθως φτωχοί) και τους Γιβελίνους (αντιπαπικοί, φίλοι του Γερμανού Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας). Οι μάχες ήταν καθημερινές και αρκετές φορές πολύ μεγάλες όπως στο Κορτενουόβα , στο Μονταπέρτι , στο Μιλάνο κ.ά.
Ο Πάπας επιστράτευσε τους αφορεσμούς  αλλά και την  Ιερά εξέταση εκτός από τον στρατό που ο ίδιος διέθετε. Οι Γερμανοί Αυτοκράτορες έκαναν πολλές εκστρατείες  εναντίον των πλούσιων πόλεων της Βόρειας «Ιταλίας» τις οποίες κατέκαιαν, ξεθεμελίωναν, λήστευαν και εξόριζαν τους κατοίκους τους! Άλλοι εξόριστοι πήγαιναν σε φιλικές πόλεις ενώ άλλοι  τραβούσαν προς Κωνσταντινούπολη και τα νησιά του Ιονίου! Οι Λομβαρδοί αντέδρασαν και σχημάτισαν στρατιωτική συμμαχία εναντίον του Γερμανού Αυτοκράτορα αλλά τις περισσότερες φορές έχαναν στις μάχες. Και σαν να μην έφταναν αυτά ο πλέον μορφωμένος  Αυτοκράτορας του μεσαίωνα ο Γερμανός Φρειδερίκος Β΄ «το θαύμα της Οικουμένης» , που ήλθε και στην Κεφαλονιά ηγούμενος της Σταυροφορίας «των αφορεσμένων» , κτίζει την πόλη του Λ’ Ακουίλα έξω από την Ρώμη για να ελέγχει το Βατικανό!
Σ’ αυτήν την περίοδο ζούσε  στο Μιλάνο ο Δούκας  Μαρτίνος ντελλα Τόρρε που το κυβερνούσε. Ήταν ο πλέον αγαπητός Κυβερνήτης των Λομβαρδών. Τον αγαπούσαν πάρα πολύ γιατί παρότι πλούσιος ήταν δίκαιος και υπερασπιζόταν τους φτωχούς. Αυτός προστάτεψε το Μιλάνο από τον Ανίκητο και Τρομερό τύραννο  της Βερόνα τον αντιπαπικό Ετζελινο ντα Ρομάνο και  αυτός τον αιχμαλώτισε στην μάχη του Κασσάνο. Αυτό όμως που είναι σημαντικότερο είναι η νομοθεσία Δικαίου που έκανε. Θέσπισε και εφάρμοσε  νόμους δικαίου που ακόμη και σήμερα κανείς δεν μπορεί να τους εφαρμόσει ! Ήταν πιο μπροστά στην νομοθεσία δικαίου ακόμη και από το σήμερα!
Ο Μαρτίνος εξαφανίζεται ξαφνικά με τον ύποπτο θάνατό του από την ιστορία και την ίδια εποχή ξαφνικά εμφανίζεται στην Κεφαλονιά σαν Λοβέρδος, δηλαδή Λομβαρδός! Μεταφέρει την ιστορία του στην περιοχή της Ανωγής, το οικόσημό του, το Σταυρό του και πεθαίνει στην Κεφαλονιά.  Στο σημείο που θάβεται  λίγο μετά κτίζεται από τους φίλους του η εκκλησία του Αρχάγγελου. Από εκεί ο Μαρτίνος έβλεπε την δική του Βίλλα Τορριάνι, τα Βιλλατόρια. Το γεγονός της εξορίας του Δούκα του Μιλάνου αναφέρει και ο μεγάλος Γουίλλιαμ Σαίξπηρ στο τελευταίο του έργο που αποτελεί την διαθήκη του, την Τρικυμία. Όλο το έργο είναι αφιερωμένο στον αδικημένο Δούκα του Μιλάνου τον Πρόσπερο που δεν είναι άλλος παρά ο Μαρτίνος ντελλα Τόρρε, ο πρώτος Λοβέρδος. Ο μέγας  μυθοπλάστης Σαίξπηρ, ο βάρδος του Έιβον, ισάξιος των δικών μας Σοφοκλή, Ευριπίδη, Αισχύλου είναι λίγο γνωστός στην πατρίδα μας αλλά πασίγνωστος σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γής. Οργανώσεις, Εταιρείες, Πανεπιστημιακές  Έδρες, Θέατρα, Θίασοι σε όλη την Γή έχουν φτιαχτεί προς τιμή του!
Η Τρικυμία είναι ένα ανερμήνευτο έργο του Σαίξπηρ και κανείς επί 400 χρόνια δεν μπόρεσε να βρει τους πραγματικούς ήρωες που κρύβονται πίσω από τα ονόματα που χρησιμοποιεί ο Σαίξπηρ, αλλά ούτε και τα ιστορικά γεγονότα που τους συνόδευαν και αναγράφονται μέσα στο έργο! Επιπλέον, την ανάλυση δυσκόλευε αφάνταστα η υπόνοια ότι μέσα στο έργο έκρυβε επιμελώς το όνομα ενός άγνωστου πληροφοριοδότη που του αφηγείτο ιστορίες από την Μεσαιωνική «Ιταλία» και ο Σαίξπηρ τις μεταμόρφωνε σε εκπληκτικά έργα.
Σήμερα ύστερα από 400 χρόνια μπορούμε να πούμε πλέον ευθαρσώς ότι αυτό το άγνωστο νησί που ο Δούκας του Μιλάνου «ΠΡΟΣΠΕΡΟ» εξορίστηκε από τον άρπαγα αδελφό του, το νησί του Κάλιμπαν, το νησί της Τρικυμίας, το νησί της Ουτοπίας  είναι η Κεφαλονιά! Και είναι η Κεφαλονιά γιατί είναι το  μοναδικό νησί πάνω  στην Γη που έχει και την ιστορία και την γεωγραφία της Τρικυμίας!

'Ερευνα του ιατρού και ιστορικού Λιβιέρη Λιβιεράτου
που παρουσιάστηκε σε επίσημη εκδήλωση στην Κεφαλονιά την 11-1-20




Σάββατο 17 Αυγούστου 2019



Το σπίτι στο Σαμόλι
                                          

    Ο φοβερός σεισμός του 1953 που άλλαξε την ιστορία του νησιού και γκρέμισε για πάντα μια μοναδική ατμόσφαιρα πολιτισμού, λίγα κτίσματα άφησε με μικρά μόνο τραύματα, στη Χωροπούλα του Λασκαράτου. Aνάμεσα σ’ αυτά, το σπίτι των Ιακωβάτων, κτισμένο πάνω σ’ ένα μικρό λόφο στο κέντρο της πόλης που σήμερα στεγάζεται η ομώνυμη βιβλιοθήκη, ένα δίπατο σπίτι της οικογένειας Γερουλάνου που έπεσε μεν ο πρώτος όροφος αλλά διασώθηκε το ισόγειο, και το δημοτικό σχολείο της παραλίας, μια φιγούρα μοντέρνας αρχιτεκτονικής της εποχής του ’30.
   Ένα σπίτι μόνο σώθηκε από εκείνο τον σεισμό, ατόφιο έξω απ’ το Ληξούρι, κι ας ήταν κτισμένο πάνω στο κύμα της θάλασσας στον κόλπο του Λιβαδιού. Το αρχοντικό της Σιόρας Κάτε Φορέστη στο Σαμόλι, με αυτούσια τη μοναδική ατμόσφαιρα, αμόλυντη από την επίδραση της εποχής μας, όπως το γνώρισα στα τέλη του περασμένου αιώνα.   Φίλος Ληξουριώτης  που ζούσε στον Τορόντο, o Δημήτρης Λαζαράτος, ήταν αιτία που μυήθηκα στην ατμόσφαιρα αυτού του μοναδικού σπιτιού της προσεισμικής περιόδου. Γνώριζε τη κυρά του από παλιά και μια μέρα προσκάλεσε και μένα να τη γνωρίσω.
    Έτσι, ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1997, περνούσα μαζί του σ’ ένα μοναδικό κόσμο αυστηρά παραδοσιακής ατμόσφαιρας της προσεισμικής εποχής, σ’ ένα ταξίδι στο παρελθόν. Λιτό παραθαλάσσιο καστρόσπιτο, προστατευμένο με αγάπη από το χρόνο και τη φύση που το περιτριγύριζε. Ισόγειο και πρώτος όροφος, σοφατισμένο εξωτερικά, με την πέτρα από μέσα να υποφέρει, που κουβάλαγε μια ιστορία τριών αιώνων. Δίπλα του μια μπασιά που βγαίνει προς τη θάλασσα. Περνώντας το κατώφλι του, ξετυλίχθηκε μπροστά μου ένας φανταστικός κόσμος κατακλυσμένος από μια παράξενη υγρασία. Μια διάσταση του παρελθόντος που σε έκανε να χάνεις την ισορροπία σου, καθώς έρχεσαι από ένα άλλο κόσμο. Αντικείμενα χρηστικά κάποτε, που πάλευαν με την αδυσώπητη φθορά, ακίνητα, σαν σε μουσείο, που σε κοίταζαν με χαλκοπράσινα ή σκουριασμένα μάτια. Στο σαλόνι του ορόφου, έπιπλα και αντικείμενα ιδιαίτερης αισθητικής, που απέπνεαν την ατμόσφαιρα της εποχής τους. Τα πιο αξιόλογα είχαν μεταφερθεί στο σπίτι του Αργοστολιού. Τοίχοι με πίνακες, διακοσμητικά πιάτα και παλιές φωτογραφίες. Ατμόσφαιρα που τη βάραιναν τα πνεύματα των ανθρώπων που έζησαν ή πέρασαν απ’ εδώ, οι απόηχοι μιας οχλοβοής από κάποια γιορτή, οι αλήθειες και τα ψέμματα, οι ψίθυροι και οι κουβέντες που ακούστηκαν, τα  δάκρια και οι χαρές, οι φωνές και η σιωπή των αιώνων. Τα ίχνη τους άφησαν εδώ ο Μεταξάς τo 1920, ο Γεώργιος στα 1936, κι ο Παύλος στα 1953 με τους σεισμούς. Οι φωτογραφίες τους που φιγουράριζαν σε παλιές κορνίζες, αποτύπωναν τη ματαιότητα μιας άστατης δόξας που όμως έγινε ατμός και κίνησε την ιστορία με το δικό της τρόπο. Μετά την πρώτη αναπάντεχη έκπληξη, όταν ολοκληρώθηκε η περιδιάβαση του σπιτιού και θέλησα να ζυγίσω τα συναισθήματα μου, τα είδα να γέρνουν από την πλευρά της λύπης και της μελαγχολίας, για μια εποχή που έφυγε χωρίς γυρισμό. Το πνεύμα μιας θλίψης ήταν κυρίαρχο παντού.
     Η κυρά του μια μαραμένη γυναίκα, με περασμένα τα 95, μα το μυαλό της ξυράφι. Ψηλή, αρχοντική, ευγενική φιγούρα με το πρόσωπο αποστεωμένο. Η τελευταία κοντέσα, μιας ανεπανάληπτης περιόδου που παρέμεινε ως το τέλος αυστηρή με την εποχή της και την ιστορία της. Το πρόσωπό της σκαμμένο με ένα τραγικό βάθος. Θαμμένος σκελετός, καθισμένη στη πολυθρόνα της, στο μικρό ανατολικό μπαλκόνι του σπιτιού, μας ταξίδευε με κάποιες διακυμάνσεις μιας βαρείας μνήμης σε δόξες περασμένες. Μάρτυρας μιας ιστορίας σκεπασμένης από την πετρωμένη λάβα του χρόνου, αλλά κι από τον διαχωρισμό των τάξεων, που σήμερα ευτυχώς έχει εξαλειφθεί. Πόσο γενναιόδωρη στάθηκε δεν ξέρω. Το μυστικό του σπιτιού μας αποκάλυψε για την εξαίρεσή του από τους σεισμούς, που παρέμενε καλά φυλαγμένο, αναλλοίωτο στο χρόνο. Δεν είναι μόνο πως κτίστηκε πάνω σε τεράστιους ογκόλιθους που μεταφέρθηκαν με μαούνες, αλλά και η συνδετική ύλη ανάμεσα στις πέτρες των τοίχων του, που φτιάχτηκε με βάση την πορσελάνη.Πήγα και ξαναπήγα επίσκεψη, ευπρόσδεκτος πάντα μουσαφίρης, τους ξεραμένους βλαστούς μιας ερημικής μνήμης να μυρίσω, την αντανάκλαση ενός αιώνα που εναντιώνεται στην εποχή μου να αφουγκραστώ. Κι αυτή πολέμαγε να βάλει μπουρλότο στη λειτουργία της μνήμης, μα το φυτίλι δεν έφτανε πάντα να πιάσει η φωτιά. Καμιά φορά μόνο τα βράδια του καλοκαιριού, πέφτανε πάνω μας τ’ αστέρια στο κόλπο του Λιβαδιού, μπαρουτοσκονισμένα. Οπτασίες φωτισμένες με λαμπερά προσεισμικά πολύφωτα. Μνήμη σκεπασμένη με χορούς, Καντρίλιες και Λαντσίερες, επισκέψεις φίλων, καρναβάλια, ταξίδια στην Αθήνα. Η Σιόρα Κάτε, μέσα στη μοναδική ατμόσφαιρα του σπιτιού της στο Σαμόλι, έρχονταν από άλλη εποχή. Ήταν η προέκταση ενός κόσμου που είχε κατορθώσει να επιβιώσει από τους σεισμούς, μα ταυτόχρονα αντιπροσώπευε σε μια μεγαλειώδη εκδοχή του, ένα κόσμο σκεπασμένο από την ομίχλη της ιστορίας. Μας διηγείτο:  «Παίζαμε χαρτιά με την μητέρα της Μελίνας και μια παρέα σ’ ένα κοσμικό ξενοδοχείο των Αθηνών, λίγο πριν τον πόλεμο,  όταν αίφνης έφτασε η Μελίνα δέκα επτά χρόνων τότε, να της αναγγείλει ότι παντρεύτηκε τον Χαροκόπο. Δεν μπορούσε να συνέλθει από το σοκ».
     Πάντα με κατάτρεχε μια θλίψη κι ένας φόβος γι αυτό που αφήνουν πίσω οι άνθρωποι φεύγοντας. Στα 1999, όταν η Σιόρα πέρασε στα άτεγκτα χέρια του θανάτου από γηρατειά, η τετράγωνη μνήμη της αμπαρώθηκε πίσω απ’ την κεντρική πόρτα του σπιτιού κι έγινε φόβος, θαυμασμός και μυθιστόρημα. Τα παράθυρα όταν θ’ ανοίξουν πάλι, ν’ αντικρύσουν τ’ άνθη μιας νέας χαραυγής, ο κόσμος του σπιτιού θα είναι διαφορετικός χωρίς τους δικούς του ανθρώπους. Όμως αλλοίμονο, κάποια χρόνια αργότερα, το 2014, ένας  νέος σεισμός, πιστός υπηρέτης του Εγκέλαδου, που ποτέ δεν ξέρεις τις προθέσεις του γιατί αλλάζει πάντα το επίκεντρό του, έμελλε να καταστρέψει για καλά τούτη την ξεχασμένη από τον χρόνο γωνιά, διαγράφοντας κάθε ίχνος από ένα απαράμιλλο σκηνικό και μια ανεπανάληπτη ατμόσφαιρα.

                                                                                                      Λ. Κατσιγιάννης

            Πηγή:leovard Το είδωλο της γης μου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις