Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΕΥΚΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΕΥΚΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

 

Ο ΛΕΥΚΑΤΑΣ ΩΣ ΘΕΜΑ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

Του κ.ΔΗΜΟΥ ΜΑΛΑΚΑΣΗ

                                                                                  


Ένας ζωγράφος επαγγελματίας ή ερασιτέχνης μπορεί να βρει το θέμα του στα πιο απίθανα αντικείμενα που προσφέρονται από τη φύση και απ’ τον ανθρώπινο μόχθο και εργασία. Το σημείωμα τούτο δεν θα προσπαθήσει να συγκρίνει τις δύο αυτές αφετηρίες της εμπνεύσεως του καλλιτέχνη και να βρει έτσι τα προτερήματα της μιας ή της άλλης. Σκοπός μας είναι να δώσουμε μια ώθηση στους νέους ζωγράφους της Ελλάδος και του κέντρου για νέα θέματα που ξεχνώνται στην απομόνωσή τους ή επειδή είναι δυσκολοτήρητα ή άγνωστα σ’ αυτούς.Η σημερινή μας τέχνη και κυρίως η ζωγραφική αναμασά με μονότονα τριμμένα θέματα χιλιοδουλεμένα τοπία και βρίσκεται μακριά από τις συγκινήσεις που πραγματικά αγγίζουν την ψυχή του καλλιτέχνη.

    Ο ζωγράφος ζωγραφίζει όπου βρει το θέμα,σ’ όποια ώρα και όποιο κι αν είναι, φτάνει να βρίσκεται στη κατάλληλη ψυχολογική στιγμή για ν’ αποφασίσει το «πήδημα» από τη πεζότητα στη ποίηση και στη τέχνη.Γιατί «πήδημα» είναι η απόφασή του να καταπιαστεί  με το θέμα που τον συγκίνησε και ν’ αρχίσει έτσι να ζωγραφίζει. Πριν όμως αφήσει  ας πούμε τη γη για το μεγάλο «πήδημα» του, δηλαδή πριν αποφασίσει να ζωγραφίσει, θα πρέπει ν’ ατενίσει το θέμα του μ’ όλα τα μάτια του νου του, η καρδιά του να σταματήσει τους χτύπους της και τα νεύρα του να τεντώσουν στο σημείο της έμπνευσης, οι πόροι του  σώματός του ν’ ανοίξουν για να δεχτούν το θέμα των ματιών του και με την «ενδελέχειαν» να ταξινομήσει στην σκέψη του την αρχιτεκτονική του θέματός του.Πρέπει να σταθεί ταπεινός και εκμηδενισμένος απ’ της έμπνευσής του το μεγάλο σεισμό, να ρουφήξει και την τελευταία γραμμή και να στάξει στης  μνήμης του το πιθάρι και την τελευταία σταγόνα του χρώματος που βλέπει. Τέλος να σκαριάσει εμπρός του το θέμα του, να το δει με τα μάτια της ψυχής του τελειωμένο, όπως το θέλει αυτός και όπως το φαντάζεται να γίνει στη λινάτσα  ή στο χαρτί. Και μετά  με ευλάβεια ν’ αρχίσει το «πήδημα», ν’ αρχίσει να ζωγραφίζει με ταπείνωση και σεβασμό.

    Μια τέτοια μοναδική ενατένιση και μοναδικό θέμα προσφέρει στον κάθε ζωγράφο ο Λευκάτας.Ο ίδιος αυτός σαν βράχος και σαν θέμα είναι πακτωλός ζωγραφικής εμπνεύσεως. Ο ζωγράφος στη γύρω του σιωπή θα «σπουδάσει»  το θέμα, θα το χορτάσει με την απλόχερη θέα που προσφέρουν οι βράχοι και μετά θα τους ζωγραφίσει. Ένας λόγος είναι να τους ζωγραφίσει. Και τι μπορεί να προφτάσει να φκιάσει ένας ζωγράφος εκεί;Είναι τόσα τα θέματά του.Ήρεμα ή άγρια πολύχρωμα ή μονότονα, χαρούμενα ή σοβαρά….Είναι αυτά τα θέματα που προσφέρει ο Λευκάτας. Οι κόλποι του και οι εκτυφλωτικές αμμουδιές του, το γοργοπόδαρο κατέβασμα των γρεμνών του και το απαλό σαν αβρή γραμμή γυναικείων λαγόνων κατέβασμα των λόφων του προς το Βασιλικιώτικο.Τα πλατειά του οροπέδια με τα γρενά χρώματα και οι στενές νεροσυρμές του διάστικτες με όχρες και πορτοκαλιά. Το ασημοπράσινο των ελιών του και το βουερό λαδί των κέδρων του. Όλα συνθέτουν εξαίσιους πίνακες γεμάτους με γλαυκό αιθέρα  και φως. Η θάλασσά του- αχ αυτή η δική του θάλασσα-είναι ξέχωρο θέαμα. Γλαυκό γιορτάσι το χρώμα της. Πολυθόρυβα τυρκουάζ και γλυκοστάλακτα οπάλια, συντροφευμένα δένονται σε αποχρώσεις παραμυθένιες και πρωτόβλεπτες. Ο ζωγράφος μπερδεύεται μπροστά στη παλέτα του για να στιχουργήσει τα χρώματά του-τόσο πρωτόφαντα είναι τούτα ‘δω τα θαλασσί χρώματα. Εκεί που την βλέπει σμαραγδένια κι απαλή, το μάτι αναδεύει  με έκπληξη για το μαβί που γλυστράει σχεδόν αθέατο ανάμεσα απ’ τα σμαράγδια-μαρμαριγές αξαίσιες και αβρές.

    Μια γενική άποψη του Λευκάτα προσφέρεται απ’ το ύψος του οροπεδίου του μοναστηριού. Η μακρινή άκρη του γυρίζει μ’ ένα παράξενο γάμψημα προς τα δυτικά κάνοντας ένα κόλπο μεγάλο. Εδώ η θάλασσα είναι πάντα σε αναβρασμό. Και τέλεια νημεμία να βασιλεύει,η  στάθμη της θάλασσας δεν έχει στασό. Ανεβοκατεβαίνει απ’ τα αβυσσαλέα βάθη των βράχων και φθάνει ως τα τρία μέτρα από την ανώτερη στάθμη που σχηματίζει η παλίρροια. Η δύναμή της δεν έχει όρια-τίγρις  που την έκλεισαν λαβωμένη σ’ ένα κλουβί, στο κλουβί του κόλπου που σχηματίζει το γαμψό  νύχι του Λευκάτα. Εδώ το θέμα του ζωγράφου είναι μοναδικό. Νεροσυρμές κόκκινες και πορτοκαλιές ενώνονται με τα θαλασσιά χρώματα σε συνδυασμούς Βανγκοκικούς.Χαλκοκίτρινοι βράχοι συνδυάζονται με μαβιούς τόνους και θυμίζουν τοιχογραφίες του Γκωγκέν.Όλα, χρώματα, σχέδια και βάθη είναι γεμάτα με μια άφωνη ηδονή που φέρνουν έκσταση και ζωγραφικό παραλήρημα στον καλλιτέχνη. Τα νεύρα τανείονται στην κραυγαλέα όρχηση των χρωμάτων και το μάτι αναζητάει το τέλος των βράχων που μοιάζουν σαν μαρμαρωμένες τρικυμίες-τρικυμίες χειμωνιάτικες, λευκατικές!...Χάνεται ο ειρμός του πινέλου στους χίλιους και ένα κόλπους του και η παλέτα βλογάει θριαμβικά τον παιάνα των χρωματικών της συνδυασμών!..Τα «κατά μέρη» θέματα του Λευκάτα δεν δείχνουν βέβαια την απλωσιά αλλά προσφέρονται με τα ελκυστικά τους σχέδια και την περίεργη κοψιά τους. Η κακοτραχαλιά τους δεν λέγεται.Το τραγικό ύψος τους και η κάθετη βουή τους δίνουν ένα θέμα ξέχωρo Εκείνες οι χίλιες ραγισματιές τους, οι οριζόντιες, κάθετες και μαιανδρικές, φέρνουν ευχάριστο ζωγραφικό ίλιγγο. Κάθε μέτρο των τοιχωμάτων και αλλάζει χρώμα. Εδώ δεν μπορεί ο ζωγράφος να κάμει «αφηρημένη τέχνη». Πρέπει να καλοδουλέψει το θέμα του και να το χτενίσει καλά για να μπορέσει ν’ αποδώσει την περηφάνεια που έχουν. Θάξιζε λοιπόν τον κόπο σ’ ένα ζωγράφο που θέλει να μιλήσει κατ’ ευθείαν με την μεγαλειότητα της φύσης να έρθει σ’ αυτόν τον τόπο του Λευκάτα. Θάξιζε να ξεφύγει από τα γλυκόσαχλα θέματα, τα «τετριμμένα» και τα χιλιοειπωμένα.Να σπουδάσει εδώ και να λύση της τέχνης του τα προβλήματα, όπως του τα έχει έτοιμα η φύση.Να πολλαπλασιάσει την πείρα του κοντά της και ν’ ατενίσει την αληθινή μορφή της τέχνης,μακριά απ’τα σκονισμένα «κάδρα» ειπωμένων τοπίων. Τότε θα κέρδιζε πολλά. Και το κέρδος του ζωγράφου δεν είναι τίποτ’ άλλο από το μίλημα με τους θεούς του. Και οι θεοί του βρίσκονται εκεί κάτου, καταμεσίς στο Ιόνιο. Ζουν την θεϊκή τους ζωή εκεί στον Λευκάτα.                   


20-10-55                                                       

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2022

 

Η Ελένη Παλαιολογίνα και το μοναστἠρι της Οδηγήτριας στη Λευκάδα.

 

Δυο χιλιόμετρα νότια της πόλης της Λευκάδας στο χωριό Απόλπαινα είναι το ερειπωμένο μοναστήρι της Παναγιάς της Οδηγήτριας που χρονολογείται στο πρώτο ή δεύτερο τέταρτο του 15ου αιώνα και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία στο νησί.  Το καθολικό διατηρείται σε καλύτερη κατάσταση από τα λοιπά εξαρτήματα και έχει υποστεί ανακαινίσεις πριν την οριστική εγκατάλειψη του μετά το 1479, ενώ αξιόλογες τοιχογραφίες του, βρίσκονται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών. Η ιστορία του μοναστηριού συνδέεται με την περιπετειώδη ιστορία της βυζαντινής πριγκίπισσας Ελένης Παλαιολογίνας.

Το 1446 αναχώρησε από την Πελοπόννησο η δωδεκαετής πριγκίπισσα Ελένη μεγαλύτερη κόρη του Δεσπότη του Μορέως, Θωμά Παλαιολόγου για το Σμεντέρεβο (μεσαιωνική πρωτεύουσα της Σερβίας στις όχθες του Δούναβη) μέσω Ραγούσας, όπου παντρεύτηκε τον γιο του Γεωργίου Μπράνκοβιτς,Λάζαρο.Η Ελένη Παλαιολογίνα-Μπράνκοβιτς θεωρείται από τις σημαντικότερες βυζαντινές πριγκίπισσες στη μεσαιωνική Σερβία, αφού ανέλαβε και διοικητικό ρόλο μετά τον θάνατο του συζύγου της. Στην προσπάθεια της τότε να αποσοβήσει τον τουρκικό κίνδυνο, ανακήρυξε δεσπότη της Σερβίας τον γιο του βασιλιά της Βοσνίας Στέφανο Τομάσεβιτς (Stefan Tomasevic) με τον οποίο πάντρεψε την κόρη της Γελάτζα-Μαρία, λίγους μήνες πριν την πτώση του Σμεντέρεβο, με στόχο την ένωση Σερβίας και Βοσνίας. Η πράξη όμως αυτή, επιτάχυνε την πολιορκία του Σμεντέρεβο από τον Μωάμεθ Β΄. Μετά την πτώση του Σμεντέρεβο το 1459 στους Οθωμανούς και την παράδοση του κάστρου, πηγαίνει στη Βοσνία όπου παραμένει για ένα διάστημα και στη συνέχεια το 1462-1463 μέσω Ραγούσας περνά στην Κέρκυρα για να συναντήσει την μητέρα της και τα αδέλφια της (Ανδρέα και Ζωή)  που είχαν φτάσει εκεί μετά την πτώση της Πελοποννήσου. Στην Κέρκυρα της κλέβουν το χρυσάφι που κουβαλούσε και στη συνέχεια τον ίδιο χρόνο, η Ελένη φτάνει στη Λευκάδα. Σκοπός του ταξιδιού της Ελένης Παλαιολογίνας στη Λευκάδα, με τη συνοδεία του χρονικογράφου της Άλωσης και έμπιστου σε αυτήν Γεωργίου Φραντζή, -που παρακολουθεί τα γεγονότα- ήταν ο γάμος της κόρης της Μελίσσας ή Μηλίτσας με τον δούκα της Λευκάδος, Λεονάρδο Γ΄ τον Τόκκο. Στην πορεία τους προς το νησί, κινδύνεψαν από σφοδρή θαλασσοταραχή. Η ευσεβής Ελένη τάχθηκε στην Αγία Μαύρα,προς το νησί της οποίας κατευθυνόταν, να σωθεί και να της φτιάξει ναό. Πράγματι, σώθηκε και με τη βοήθεια του γαμπρού της, διαρρύθμισε σε ορθόδοξο και διακόσμησε περίλαμπρα τον καθολικό ναό της Αγίας Μαύρας στο κάστρο της πόλης. Η Αγία  Μαύρα από το 1331μ.Χ  θεωρείται και τιμάται ως πολιούχος της πόλης της Λευκάδας, η οποία παλιότερα ονομαζόταν και “Αγία Μαύρα”. Ο μεγαλοπρεπής ναός της στο κάστρο, που είχε ανακαινισθεί και εμπλουτίσει με την πάροδο των χρόνων,  καταστράφηκε στα 1810, καθώς οι Άγγλοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το φρούριο.

Η Ελένη Μπράνκοβιτς κατείχε το δεξί χέρι του Ιωάννη του Προδρόμου που το έδωσε στον πατέρα της και αυτός το πούλησε στον Πάπα Πίο Β΄ το 1464 την περίοδο που είχε δώσει και την κάρα του Αγίου Ανδρέα, η οποία επέστρεψε στην Πάτρα (τόπο μαρτυρικής θυσίας του Αγίου ) το 1964, έπειτα από 500 ακριβώς χρόνια. Το λείψανο του Προδρόμου, σήμερα βρίσκεται στον καθεδρικό ναό της Σιέννας.

Το 1468 η Ελένη ταξιδεύει από την Λευκάδα για τη Βενετία, προκειμένου να  μηνύσει τους κλέφτες του χρυσού, και στην επιστροφή της ανακαίνισε το μοναστήρι της Οδηγήτριας στην Απόλπαινα, που είναι σήμερα το παλαιότερο σωζόμενο εκκλησιαστικό μνημείο του νησιού. Τελικά, καθώς διηγείται ο Γεώργιος Φραντζής, κοιμήθηκε στην Αγία Μαύρα, το 1473, αφού πρώτα εκάρη μοναχή, παίρνοντας το όνομα «Υπομονή».

Η Ελένη έφτασε στη Λευκάδα την ίδια χρονιά που ξεκίνησε ο πόλεμος ανάμεσα στους Βενετούς και Οθωμανούς (1463-1479) που με την λήξη του, το 1479 τα Επτάνησα καταλήφθηκαν από τους Οθωμανούς και τέλειωσε η περίοδος των Τόκκων. Η εκκλησία της Οδηγήτριας, είχε προλάβει να λειτουργηθεί ανακαινισμένη, πριν το 1473, αλλά η εκτεταμένη καταστροφή των τοιχογραφιών έγινε μετά την κατάληψη της νήσου, που συνεχίστηκε ως το 1684.


             Πηγή:Το είδωλο της γης μου 

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2022

Αναδρομική Έκθεση του Θανάση Σίδερη στη Λευκάδα.



Ο Θανάσης Σίδερης, γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1939.Η οικογένεια έχει τις λευκαδίτικες ρίζες της στο Αθάνι, με το γενεαλογικό της Δένδρο να ξεκινά από το Βυζάντιο, να περνά στη Σαρδηνία και να επιστρέφει πάλι πίσω, ενώ  συνδέεται καλλιτεχνικά και συγγενικά με τους Δοξαράδες. Η αγιογραφία, η εικονογράφιση ναών, η συντήρηση έργων τέχνης, η διακόσμηση και το αρχιτεκτονικό σχέδιο, συνθέτουν και συμπληρώνουν τις εικαστικές ιδιότητες του Θ. Σίδερη. Η δράση του στην προβολή  της επτανησιακής καντάδας, οι προτάσεις του και οι παρεμβάσεις του στην καλλιτεχνική, λαογραφική και μουσική παράδοση της Λευκάδας, θεωρούνται ιδιαίτερες και καθοριστικές στην πνευματική ζωή της πόλης.  Με τα έργα του, έχει συμμετάσχει σε  πολλές τοπικές, πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις   

                                                                               


                                                                         

 

           Πηγή :Το είδωλο της γης μου                                                    

Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

 

ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ ΣΕ ΕΝΑ ΖΕΥΓΑΡΙ ΒΟΛΙΩΤΩΝ

Ένα απόγευμα, το Καλοκαίρι του 2012, κατά την διάρκεια του Απόδειπνου, ένα ζευγάρι στέκονταν για αρκετή ώρα ακίνητο μπροστά στην εικόνα της Παναγίας. Όταν ρωτήσαμε να μας εξηγήσουν την αιτία αυτής της στάσης τους μας διηγήθηκαν τα εξής:

Είχαμε βρεθεί στη Λευκάδα, πριν δύο χρόνια, για διακοπές. Την τελευταία ημέρα καθώς αποχαιρετούσαμε τους ιδιοκτήτες των ενοικιαζομένων δωματίων όπου είχαμε διαμείνει, μας ρώτησαν αν μέσα σε όσα επισκεφτήκαμε στο νησί ήταν και το Μοναστήρι της Παναγίας της Φανερωμένης. Εμείς τότε δεν είχαμε επαφή με την Εκκλησία και το να επισκεφθούμε ένα Μοναστήρι, και μάλιστα κατά τις ημέρες των διακοπών, ήταν από τα πράγματα που δεν θα προγραμματίζαμε. Όμως μιας και είχαμε αρκετό χρόνο και μας είπαν ότι η Μονή είναι κοντά αποφασίσαμε να δούμε και αυτό το «αξιοθέατο» (έτσι το αντιλαμβανόμασταν).

Καθώς ανηφορίζοντας προσπεράσαμε το χωριό Φρύνι, αμφιβάλλαμε για το αν είχαμε ακολουθήσει τη σωστή κατεύθυνση. Σε κάποιο σημείο του δρόμου λίγο πριν τη Μονή, όπου κατεβαίνει ένας χείμαρρος και ο δρόμος σχηματίζει πέταλο, συζητούσαμε την απορία μας.

Τότε συναντήσαμε μια γυναίκα που κατέβαινε από τον λόφο. Το παράστημά της ήταν επιβλητικό, φορούσε μακριά ανοιχτόχρωμα ρούχα και όλη η εμφάνισή της ήταν εντυπωσιακή. Όταν την πλησιάσαμε σταθήκαμε και τη ρωτήσαμε εάν γνωρίζει πού είναι η Μονή της Παναγίας και αν πηγαίναμε σωστά. Τότε αυτή μας απάντησε με μειλίχια καθαρή φωνή: «Σωστά πηγαίνετε. Το Μοναστήρι είναι λίγο πιο πάνω. Και εγώ από εκεί έρχομαι και σε λίγο θα επιστρέψω. Και εγώ εκεί μένω. Θα σας ξανασυναντήσω εκεί». Ήταν η φωνή της σαν δροσερή αύρα μέσα στο κάμα του μεσημεριού.

Την ευχαριστήσαμε και συνεχίσαμε τον δρόμο. Καθώς όμως βρεθήκαμε στην απέναντι πλευρά στο πέταλο του δρόμου, κοιτάξαμε να δούμε ξανά αυτή την γυναίκα, αλλά δεν υπήρχε πουθενά κανείς. Σκεφθήκαμε ότι ίσως να λιποθύμησε από τον καύσωνα, και αφού σταματήσαμε κατεβήκαμε να την βρούμε. Αλλά μάταια. Φωνάξαμε, τρέξαμε προς τα κάτω, αλλά καμία απόκριση. Είχαμε αρχίσει να σαστίζουμε. Μπήκαμε τέλος στο αμάξι μας και μείναμε αμήχανοι και ακίνητοι για αρκετή ώρα. Όταν ξεκινήσαμε κάνεις δεν είχε διάθεση να συζητήσουμε. Βρισκόμασταν σε βαθιά απορία.

Μετά από λίγα μέτρα φθάσαμε στη Μονή. Ήταν μεσημέρι και δεν είχε κόσμο. Και εμείς, ως τουρίστες παρά ως προσκυνητές, επισκεπτόμασταν και περιεργαζόμασταν τις αυλές, το Μουσείο, την θέα προς τη θάλασσα, χωρίς να μπούμε στον Ιερό Ναό της Παναγίας. Για εμάς τότε αξία είχαν όλα τα υπόλοιπα. Όλη αυτή την ώρα δε, συνεχίζονταν η αμήχανη σιωπή μας. Μετά από λίγα λεπτά πήραμε τον δρόμο προς την έξοδο και καθώς βλέπαμε άλλους να μπαίνουν στον Ιερό Ναό, νωχελικά τους ακολουθήσαμε από περιέργεια.

Είχαμε καιρό να μπούμε σε Εκκλησία και γι’ αυτό μας δημιουργούσε κατάνυξη το καθετί. Καθίσαμε και η σκέψη μας ξεκουράζονταν μαζί με το σώμα μας. Κάποια στιγμή προσέξαμε ότι όλοι έμπαιναν στο δεξιό μέρος του Ιερού και προσκυνούσαν. Αφού έφυγαν όλοι σηκώθηκε πρώτα ο σύζυγός μου και πήγε και αυτός στο χώρο εκείνο. Στεκόταν ακίνητος και κοιτούσε αποσβολωμένος προς μία εικόνα. Εγώ τον κοιτούσα με ανησυχία διότι δεν είναι άνθρωπος που εντυπωσιάζεται ή εκδηλώνεται εύκολα. Πήγα κοντά του να τον ρωτήσω τι συμβαίνει. Όταν αντίκρισα την Εικόνα που κοιτούσε έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου.

Στην Εικόνα της Παναγίας της Φανερωμένης αναγνωρίσαμε τη γυναίκα που είχαμε συναντήσει στον δρόμο προηγουμένως. Το πρόσωπό της, το χαμόγελό της, τα ρούχα της ήταν ξανά μπροστά μας. Καθώς από τα μάτια μας έτρεχαν δάκρυα θυμηθήκαμε ότι μας είχε πει: «Θα σας συναντήσω ξανά εκεί στο Μοναστήρι».

 

Πηγή: f/b ΦΙΛΟΙ ΟΣΙΟΥ ΠΑΙΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021

 

ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΑΘΑΝΙ

                                                                                   


ΑΘΑΝΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΕΣ-ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ & ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ  

Έκδοση 1η Ηλεκτρονική.

Σε εύθετο χρόνο, θα κυκλοφορήσει σε έντυπο βιβλίο και σε ολοκληρωμένη μορφή, με Γλωσσάρι 2.500 λέξεων και Τοπωνύμια. 



Τετάρτη 18 Αυγούστου 2021

 

Η Απογραφή πληθυσμού του 1920 στη Λευκάδα και η πληθυσμιακή εξέλιξη του Αθανίου.

Στην απογραφή πληθυσμού  της 19ης Δεκεμβρίου 1920, που αποτελεί κομβική απογραφή, ως προς την συγκέντρωση ιδιαίτερων στατιστικών στοιχείων για την σύνθεση του πληθυσμού στη χώρα μας, η Λευκάδα είναι ενταγμένη στο Νομό Κερκύρας του οποίου αποτελεί Δήμο με 37 κοινότητες.

Από τον κατωτέρω στατιστικό συγκριτικό πίνακα, παρατηρείται η τάση του πληθυσμού της νήσου για 50 έτη (1870-1920) και των λοιπών  Ιονίων Νήσων.                            

   


 

Η διακύμανση μεταξύ των ηλικιών στα Ιόνια, στην Απογραφή του 1920, όπως προκύπτει από στοιχεία άλλου πίνακα, είναι η παρακάτω:

  0-14ετων   30%

15-39ετών   38%

40-64ετών   23%

65-άνω          6%

Ενδεικτικό είναι και το πολύ χαμηλό ποσοστό βιωσιμότητας μετά την ηλικία των 90 ετών, όπου μόλις 24 άτομα δηλώνονται να ξεπερνούν αυτή την ηλικία.

Επίσης από άλλο πίνακα της απογραφής εκείνης, προκύπτει ότι στη Λευκάδα υπάρχουν 5.919 οικογένειες κατά 99,5% κύριες, με τις λοιπές να αποτελούν μορφή ομαδικής συμβίωσης. 

Στην Απογραφή του 1920 ο πληθυσμός της Λευκάδας  ανέρχεται σε 26.119 κατοίκους, από τους οποίους 12.379 (47%) είναι Άρρενες και 13.740(53%) είναι Θήλεις. Στην απογραφή αντίστοιχα του 1896, η αναλογία ήταν αντεστραμμένη, με 53% Άρρενες και 47% Θήλεις.

Στο Αθάνι καταγράφονται 634 άτομα (υποθέτουμε ότι έχουν καταγραφεί και οι κάτοικοι του οικισμού της Νιράς). Στην απογραφή του 1879 το Αθάνι έχει 602 κάτοικους (310 Άρρενες και 292 Θήλεις). Το 1889 απογράφονται 679 κάτοικοι (358 Άρρενες+321 Θήλεις). Σ’ εκείνη του 1896 καταμετρούνται 772 κάτοικοι (404 Άρρενες+368 Θήλεις). Το 1907 απογράφονται 756 κάτοικοι (373 Άρρενες+383 Θήλεις).

Με τα δεδομένα αυτά, ο συνολικός πληθυσμός του χωριού από το 1870, με μια τάση αύξησης κατά απογραφή που κορυφώνεται στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα (Απογραφή 1896) προσεγγίζει τα 800 άτομα. Έκτοτε, και με την συνδρομή της εξωτερικής κατ’ αρχήν μετανάστευσης που ξεκινά τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα (βλ. Απογραφή 1907) ο πληθυσμός βαίνει μειούμενος και στη συνέχεια ξεπέφτει περαιτέρω με τη συνδρομή και της εσωτερικής μετανάστευσης των χρόνων της δεκαετίας του 1950 και του 1960.

Η απογραφή του 1927 αριθμεί 690 άτομα. Στην απογραφή της 16ης Οκτωβρίου του 1940 καταγράφονται 737 άτομα. Το 1951 καταγράφονται 598 άτομα (508+90 στον οικισμό της Νιράς).Το 1961 καταγράφονται 508 άτομα (471+37 στον οικισμό της Νιράς) εκ των οποίων 494 ομοδημότες και 14 ετεροδημότες. Το 1971 καταγράφονται 490 άτομα. Το 2001 καταγράφονται 191 στο Aθάνι και 12 στη Νιρά. Στην απογραφή του 2011 καταγράφονται 204 άτομα στο Αθάνι και 9 άτομα στη Νιρά. Πρέπει να σημειωθεί ότι στις Απογραφές των νεώτερων χρόνων (μετά το 1970) παρά τον υποδειγματικότερο τρόπο καταγραφής, δεν αντιπροσωπεύεται απόλυτα ο πραγματικός αριθμός των μονίμων κατοίκων του χωριού, λόγω της ευχερούς μετακίνησης πληθυσμού από τα αστικά κέντρα.

Πηγή: Το είδωλο της γης μου / http://dlib.statistics.gr/Book/GRESYE_02_0101_00016.pdf

 

Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

 

ΓΙΟΡΤΕΣ  ΛΕΥΚΑΔΑΣ 1964 

A΄ Μέρος

Υπάρχει μιά σοβαρή άποψη πού υποστηρίζει πώς τό νησί του Όδυσσέα δέν είναι ή σημερινή Ιθάκη αλλά ή γειτονική Λευκάδα. Γιά τούς Λευκαδίτες ή υπόθεση αύτή έγινε πεποίθηση και πίστη. Όσο γιά μάς, μ’ όλο πού καθόλου δε θέλαμε ν' άναμιχθούμε στις έριδες των αρχαιολόγων, φεύγοντας άπ’ τή Λευκάδα, καταλάβαμε πώς είναι δυνατόν νά δέρνεται κανείς μέ τούς καιρούς είκοσι χρόνια, μέ μόνη τή λαχτάρα νά γυρίσει εδώ μιά μέρα, καί νοιώθαμε κιόλας αυτό τό σφίξιμο τού νόστου, έτσι πού νοιώθει κανείς γιά έναν τόπο γνώριμο από πάντα κι άγαπημένο, κάτι σάν πατρίδα. Τό ξέρω, άπό ένα περιοδικό τέχνης θα ‘πρεπε νά μιλήσω γιά τίς γιορτές τέχνης τής Λευκάδας, όχι γιά τή Λευκάδα, γιά τή σκηνή που ήταν στημένη στο κέντρο τής πόλης, όχι γιά τήν πόλη, γιά τούς χορευτές, όσο αυτοί βρίσκονται πάνω στή σκηνή, γιά τούς κατοίκους-θεατές -όμως δε γίνεται. Γιατί τό φεστιβάλ τής Λευκάδας είναι όλα μαζί: πέτρες κι ακρογιάλια καί δρόμοι, σκηνικά εναλλασσόμενα, άνθρωποι ντόπιοι καί ξένοι, φοιτητές, τουρίστες, χωρικοί, θεατές καί καλλιτέχνες που αντιστρέφουν αδιάκοπα τούς ρόλους τους, αυτοσχεδιάζουν, διασκεδάζουν, δημιουργούν. Είναι οι έκδρομές κ’ ή ανθρώπινη ζεστασιά τού χώρου, ή μουσική κ’ ή ποίηση, ό χορός πάνω στη σκηνή καί μέσα σέ σπίτια καί δρόμους, οι λευκές νύχτες τής Λευκάδας πού ένώνουνε τή μέρα μέ τήν άλλη μέρα, πριν προλάβεις ν άνασάνεις, πρίν νοιώσεις τήν ελάχιστη κόπωση. Αυτή ή ατμόσφαιρα τοΰ αδιάκοπου πανηγυριού, ό παλμός, ή ολόκληρη προσφορά του καθενός πού θά πατήσει στο νησί, χιλίους ναούς τούς έκτισαν ανίκητα τής ίεράς Ελευθερίας τά χέρια. Επίσημοι και τοπικές άρχές, ξένοι άνταποκριτές, λόγιοι, δημοσιογράφοι, φωτορεπόρτερς κατόρθωσαν νά φτάσουν επιτέλους στις θέσεις τους. Δέκα χιλιάδες άνθρωποι. 'Αδιαχώρητο. Τό φεστιβάλ αρχίζει. Τά πιο πολλά άπ’ τά συγκροτήματα πού ήρθαν φέτος βρίσκονται σ' ένα έπίπεδο πολύ πάνω άπ’ τό μέτριο. Μερικά, όμολογουμένως έξαιρετικά, έχουν άποσπάσει κιόλας βραβεία σέ διεθνείς στίβους. Ή Ελλάδα άντιπροσωπεύεται άπό τό χορευτικό συγκρότημα τού «Λαογραφικού όμίλου Καρδίτσας», τόν καλλιτεχνικό όμιλο «Όρφεας» της Λευκάδας, τό «Συγκρότημα άγροτοπαίδων Καρυάς». Τό τελευταίο αυτό λιλλιπούτειο συγκρότημα, κέρδισε τό θαυμασμό καί την αγάπη όλων μας. Κορίτσια κι άγόρια, τό πολύ μέχρι δώδεκα χρονών, μέ τις τριμμένες, ξέθωρες λευκαδίτικες φορεσιές τους, νά χορεύουν μέ τόση πειθαρχία καί δεξιοσύνη, μέ τέτοια σκηνική άνεση, πού σ’ άφήνουν κατάπληκτο. Πήγαμε στήν Κάρυά, ένα χωριό στά μεσόγεια τής Λευκάδας, πού διατηρεί άκόμα τις παραδόσεις τού νησιού. Είδαμε αυτά τά παιδια νά έξασκούνται μέσα σ' ένα σκοτεινό ύπόγειο τής έκκλησίας. Εκεί χορεύουν, μαθαίνουν όργανα καί τραγούδι. 0 δάσκαλος τού συγκροτήματος κ. Νίκος Θάνος μάς έξήγησε πόσο δύσκολο είναι τό ξεκίνημα -δέν πάνε παρά δέκα οχτώ μήνες πού άρχισε αυτή ή προσπάθεια-, όταν έχεις νά παλέψεις μέ άνυπέρβλητα οικονομικά έμπόδια κι άκόμα μέ τις προκαταλήψεις τών χωρικών πού θεωρούνε βέβαια πρόστυχο σχεδόν νά βγάλουνε τό κορίτσι τους στο παλκοσένικο. Κι όμως σιγά-σιγά ό ενθουσιασμός τών παιδιών κερδίζει έδαφος καί ή δύναμη τού μικρού συγκροτήματος αυξάνει. ’Από έλληνική μεριά συμμετέχει επίσης ή γνωστή μας χορωδία Τρικάλων, πού διευθύνεται άπό τήν κ. Τερψιχόρη Παπαστεφάνου. Ή χορωδία χειροκροτήθηκε γιά τήν έρμηνεία της στον «Επιτάφιο» τού Ρίτσου καί τ’ άλλα τραγούδια τού Μίκη Θεοδωράκη. ‘Οπωσδήποτε ή έλληνική συμμετοχή ήταν φτωχή καί φέτος καί όχι αντιπροσωπευτική στο σύνολό της. Είναι μιά άδυναμία πού πρέπει νά ξεπεραστεί γιατί τό φεστιβάλ τής Λευκάδας είναι πιά ένας διεθνής χώρος, όπου ή Ελλάδα έχει τήν ευκαιρία νά προβάλλει καί νά προωθεί τις πολιτιστικές άξιες της. Ιδιαίτερα θά ήθελα νά άναφερθώ στά τρία εκπληκτικά συγκροτήματα πού λάμπρυναν τις φετεινές γιορτές: τής Ούγγαρίας, τής Γιουγκοσλαβίας καί τού Ισραήλ. Καμιά χορευτική όμάδα πού συμμετέχει στο φεστιβάλ φολκλόρ δέν άποτελείται άπό έπαγγελματίες καλλιτέχνες. Όμως κανείς δέν μπόρεσε νά πιστέψει πώς οί Ούγγαρέζοι είναι άπλοι έρασιτέχνες, εργάτες, άγρότες, φοιτητές, έπιστήμονές, μέ τό μεράκι τού χορού. Ήταν πραγματικά ένα σύνολο άπόλυτα πειθαρχημένο, πού πρόδιδε μακρόχρονη κ’ έπίπονη άσκηση. Ό χαρακτήρας τού ούγγαρέζικου λαού κ’ οι παραδόσεις του, ή λαϊκή ζωή κ' ή λαϊκή φαντασία, ή ιστορία κι ό θρύλος, ή μεγάλη παράδοση τού χορού καί τής μουσικής είναι τά στοιχεία πού συνθέσανε αυτούς τούς θαυμάσιους χορούς. Πρόκειται όμως γιά έντεχνες πιά δημιουργίες. "Οσο κι άν άποτελούνται άπό λαϊκά μοτίβα καί περιεχόμενο άντλημένο άπό τόν λαϊκό χώρο, δέν είναι αυθεντικοί λαϊκοί χοροί. Οί χορογραφίες είναι μοντέρνες, οί πιο πολλές μάλιστα έχουν γίνει άπό μέλη τού συγκροτήματος. Ιδιαίτερη αίσθηση έκανε στούς μουσοτραφείς Λευκαδίτες ή όρχήστρα καί ό σολίστ της, ένας πραγματικός -βιρτουόζος τού βιολιού. Οι Γιουγκοσλάβοι είναι γνωστοί κιόλας καί δημοφιλείς στο νησί. Είναι ή τρίτη χρονιά πού αποθεώνονται έδώ, φέτος μάλιστα κατόρθωσαν ν’ άποσπάσουν τό θαυμασμό και τις άκριβές έκδηλώσεις τής κυρίας Μαρίας Κάλας. Ό πρώτος τους, ένας Ζορμπάς στά νειάτα του, έχει γίνει τό ίνδαλμα τής Λευκάδας. Χορεύουν όλοι μέ άληθινή λεβεντιά, γνήσιους λαϊκούς χορούς πού θυμίζουν πολύ· Β. Ελλάδα-άλλωστε ύπάρχουν, όπως ξέρουμε, κοινές καταβολές -είναι όμως πιό άδροί, πιό «βαλκανικοί» θά λέγαμε. Παρακολουθώντας μέ τί ευλυγισία καί συγχρόνως παληκαριά, χορεύουν, μέ τί κέφι καί μαεστρία άναδεικνύουν τό κάθε τί, σκεφτόμαστε πόσος δρόμος μάς μένει άν θέλουμε νά περισώσουμε κάτι κι άπ’ τη δική μας κληρονομιά. Φοιτητές ένός πανεπιστημίου, μέ άριστες έπιδόσεις ιδιαίτερα στις νέες θετικές επιστήμες, είναι τά παιδιά πού άντιπροσωπεύουν τό Ισραήλ. Σώματα άρμονικά, γυμνασμένα, γεμάτα χάρη, πρόσωπα φωτεινά. Τό πιό τέλειο αισθητικά σύνολο πού έχουμε δει ποτέ. Οί χοροί τους είναι μοντέρνοι, γιατί τό Ίσραήλ τώρα δημιουργεί τήν παράδοσή του. 0ι χορογραφίες, καμωμένες άπό τόν άρχηγό τού συγκροτήματος είναι εμπνευσμένες άπ’ τή χαρά τής νειότης, τή χαρά τής ζωής, σε μιά νέα, ελεύθερη πατρίδα. Εκφράζουν ακριβώς τό πρόσωπο τής νέας γενιάς, ένα πρόσωπο γεμάτο πάθος γιά ζωή, γιά γνώση, γιά δημιουργία. Οί χοροί τους κρατούν λίγα στοιχεία άπό τό παλιό Ισραήλ κι άπό τή βιβλική παράδοση και περισσότερα απ’ τήν παράδοση καί τούς χορούς όλων τών κρατών, όπου έζησαν διεσπαρμένοι οί Ισραηλίτες τόσα χρόνια. Ή ένότητα αύτού τού μοντάζ τών έπιδράσεων είναι άκριβώς ή ποικιλία των στοιχείων τους, ή συνεχής εναλλαγή κι ακόμα τό σφρίγος τόσων λαών πού έρχονται νά μπολιαστούν σ' ένα πανάρχαιο δέντρο. Τό γνωριστικό σημάδι του Ισραήλ είναι αυτός ό παλμός κ ή νεότητα που πλημμυρίζει όλες τις εκδηλώσεις του. «Στή Λευκάδα μπορούμε νά χορεύουμε κάθε βράδυ, όσο θέλετε»  μάς είπαν οί Ισραηλίτες. Και τό κάνανε. Πολύ ένδιαφέρουσες εμφανίσεις έκαναν επίσης ό όμιλος τού πανεπιστημίου τής Ουψάλας (Σουηδία), τό συγκρότημα τραγουδιστών καί χορευτών τής Γαλλίας, «Τροβαδούροι βουρβονέζοι», πού χρησιμοποιούν ωραία παραδοσιακά όργανα κ.ά.

Τό φεστιβάλ τής Λευκάδας ξεκίνησε άπό μια παράτολμη φαντασία. Σήμερα είναι μια ζηλευτή προίγματικότητα καί σέ πολύ λίγον καιρό θάχει άποκτήσει διεθνή ακτινοβολία. Ό κ. Άντώνης Τζεβελέκης έμπνευστής καί έιιψυχωτής τού φεστιβάλ καί όλα τά μέλη της επιτροπής πού μοχθούν όλο τό χρόνο γιά νά τό πραγματοποιήσουν, παρά τις τεράστιες οικονομικές δυσκολίες, παρά τούς δικούς τους επαγγελματικούς περισπασμούς, αξίζουν τά πιο θερμά συγχαρητήρια. Ώρα μία ή δύο μετά τά μεσάνυχτα. Τό φεστιβάλ τέλειωσε γι άπόψε. Τρέχουμε στο έστιατόριο πριν τελειώσει κι ό,τι φαγώσιμο υπάρχει στή Λευκάδα. Στή «Χαρά» έχει στηθεί κιόλας τό γλέντι. Οί Ουγγαρέζοι δείχνουνε χορούς στούς Ισραηλίτες. Αυτοί ci άνθρωποι έχουνε μιά μανία νά βλέπουνε καί νά μαθαίνουνε! Λεπτό δεν πάει χαμένο. 'Αποφασίζουμε νά κατεβούμε όμαδικώς στο «μποσκέτο» ένα μεγάλο περιβόλι πλάι στή θάλασσα, γιά δροσιά. ’Οργανωτές, συγκροτήματα, δημοσιογράφοι, τουρίστες, πιασμένοι άλυσίδα άπ’ τή μέση, ύπό τούς ήχους τής κορνέτας, τού άκορντεόν, τυμπάνων χορδών καί οργάνων προχωρούμε χορεύοντας. Όποιος βρεθεί στο δρόμο, άλλοι μονόι τους. Υποχρεώνεται νά άκολουθήσει. Ή παρέλαση μεγαλώνει έπικινδύνως, ό θόρυβος επίσης. Οί Λευκαδίτες άνοίγουν τά παράθυρα. Τώρα, λές, δεν τό γλυτώνουμε τό κατάβρεγμα! Τί λόγος! Αυτοί, παιδί μου, είναι έπαγγελματίες ξενύχτηδες. 'Αρπάζουνε ό,τι ρούχο βρεθεί μπροστά τους καί μάς γνέφουνε, τραγουδάνε, χαιρετάνε, πηδάνε καί πιάνονται στό χορό. Τό μποσκέτο κατάφωτο. Τραπεζάκια, καρέκλες, δέντρα, γρασίδι μούσκεμα.  Oi Ούγγροι μάς εδειξαν τί σημαίνει δημιουργική διαφύλαξη τής χορευτικής παράδοσης...μεζές, ψυστίκι αράπικο, μπύρες, λευκαδίτικο κρασί. Δυο πίστες, κι ορχήστρες τέσσερες στή διάθεσή μας. Και τί ορχήστρες! Τόσο φιλότιμες που παρακαλάς νά μήν τίς πιάσει πάλι και παίζουν όλες μαζί όπως συνήθως, γιατί κάποτε θά πέσει άγριο ξύλο κι άλλοίμονο στα είρηνιστικά ιδεώδη τού φεστιβάλ. Κάποιος δίπλα μου φώναξε χτες γιά νά τους συμφιλιώσει. « Ε δέ χρειάζεται νά βάλουμε και φράκο τώρα! Αυτό θά πει φεστιβάλ!». Τήν τελευταία λέξη τήν κατάλαβαν όλοι, κάτι ξέρουνε φαίνεται άπό έλληνικά, καί γέλασαν Ικανοποιημένοι συνεχίζοντας δριμυτεροί τό νταβαντούρι. Οί Ισραηλίτες ήρθαν εφοδιασμένοι μέ πλούσιο ελληνικό ρεπερτόριο. Ή Χάβα Ναγκίλα χορεύει πλάι τή Γερακίνα καί φυσικά τά παιδιά του Πειραιά άκολουθούν. "Ολοι, στριμωγμένοι στήν πίστα, προσπαθούν νά χορέψουν άγνωστους κι άνύπαρκτους χορούς, αυτοσχεδιάζουν συνέχεια, μ’ ένα κέφι πού παρασύρει τους πάντας άκόμα καί τους γεροντότερους, που έχουν γίνει μόνιμοι πιά θαμώνες τού μποσκέτου. "Όλοι ζητάνε νά μάθουν τό καλαματιανό καί τό χασάπικο. Δεν τολμάς νά τους δείξεις. Αμέσως σε βομβαρδίζουν μέ φιγούρες δικής τους έμπνεύσεως. Κάποιος αρχηγός θά βγει μονάχος στήν πίστα γιά μιά «μικρή» επίδειξη.Ένας άλλος, θιγμένος στο εθνικό του φιλότιμο, θά σταθεί απέναντι χορεύοντας κάτι δικό του. Ρυθμικά χειροκροτήματα, ζητωκραυγές, μονομαχία γιγάντων. Συναγωνισμός δεξιοτεχνίας, ρώμης, άντοχής. Μέχρις έξαρθρώσεως. Καί νά σκεψτεΐ κανείς ότι αυτά τά παιδιά θαχούνε τό πρωί πρόβες άπ’ τήν άρχή καί θάλασσα καί περιπάτους. Τό βράδυ πάλι πρέπει νάναι σε φόρμα γιά νά χορέψουνε στο φεστιβάλ, κ έχει ό θεός. Μά τί λέω; Στίς έξη έχουμε εκδρομή. Ή ώρα είναι πέντε καί μισή. Μόλις προλαβαίνουμε ν' άλλάξουμε. Τί έκανε λέει; Σώθηκε πάλι ό καφές; Ό Βαλαωρίτης έχει βγάλει τό μαρμάρινο κεφάλι του μέσα άπ τούς κισσούς κι άνασαίνει άδιάφορος τήν πρωινή φρεσκαδούρα. Καλημέρα σας!

 

ΧΡΥΣΑ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ 

 1964

Υ.Γ. Με αφορμή ένα καινούργιο προβληματισμό για την οργάνωση των γιορτών Λόγου και Τέχνης στη Λευκάδα που έγινε αυτόν το καιρό, αναρτήθηκε αυτό το δυσεύρετο κείμενο του 1964 (σε συνδυασμό με το επόμενο που  επακολουθεί) αφ’ ενός να αποκαλύψει τις εντυπώσεις των συντακτών, αλλά και να δώσει ίσως κάποια καινούργια έμπνευση και να παροτρύνει σε καινούργιες ιδέες ως προς τη συμμετοχή των συγκροτημάτων, αλλά και του κόσμου, και την μετατροπή των γιορτών σ’ ένα πραγματικά  φολκλορικό πανηγύρι λαών.

            Πηγή: Το είδωλο της γης μου (Για την αντιγραφή)

Παρασκευή 3 Απριλίου 2020



Θλιμένη ανατολή στη Λευκάδα

                                                                             
                                                                         
    Θεέ, τι ήλιος είναι αυτός 
    π' ανεβαίνει να μεσουρανίσει;

                                                                           
                                                                                                            Εαρινό
                                                                                                  Στίχοι:Δ.Σολδάτου
                                                                                                  Μουσική:Δ.Γράψας
                                                                                       

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020



               Μνήμη της μάνας


               Φλεβάρης μήνας κι ο βοριάς λυσσομανά,
               η μυγδαλιά του κήπου τ’ άσπρα δεν εφόρεσε·
               του χάρου τη βουλή εμάντεψε κι αυτή,
               ξεράθηκε κάθε κλωνάρι, μαυροφόρεσε.                                                               
               
               Σάββατο δειλινό του μήνα Μάρτη,
               μας ξέχασε φέτος το χελιδόνι·
               σημάδια από πέλματα βαριά,
               του χάροντα πατήματα στ’ αλώνι.                  

               Έφυγες μάνα που μας γέννησες,
               χάθηκε της καρδιάς η ηλιοφάνεια μου·
               μου λείπει η συμβουλή και η γαλήνη σου,
               τώρα καταλαβαίνω την ορφάνια μου.            

               Πήρες μαζί σου τις σαΐτες και τα χτένια,
               την αξιοσύνη σου, υφάδι και στημόνι·
               της τέχνης σου την ομορφιά άφησες πίσω σου,
               το έργο που ’κανες στη γη σε αξιώνει.

               Ξέρω πως στ’ αψηλά παλάτια τ’ ουρανού
               άσπρο, διπλό κρεβάτι, αδειανό, σε περιμένει·
               μα συ στον ύπνο όπως πάντα φειδωλή,
               έτσι όπως ήσουν στη ζωή σου μαθημένη,           

               στημένο έχεις κάπου κατάμερα τον αργαλειό,
               μήτε κι εκεί στον άλλο κόσμο ξαποσταίνεις·
               κάτω απ’ τ΄ ανέσπερο το φως το παραδείσιο,
               το λινοσέντονό σου αδιάκοπα υφαίνεις.             

               Μάνα, του ονείρου μου αφέντρα και σκιά,
               έρχεσαι απρόσμενα, την ώρα που χαράζει·
               ντυμένη στη βυζαντινή σου φορεσιά,
               αντίγραφο μιας Παναγιάς π’ αναστενάζει.            

               Ένα τρισάγιο καρτερείς, μια λειτουργιά,
               χαλεύεις στο καντήλι το δικό σου λάδι·
               βαρείς  την πλάκα να σ’ ακούσει η λογική,
               μήνυμα φρόνησης, απόκοσμο σημάδι.                  

               Μάνα, της ζήσης μου η άγια προσφορά,
               μ’ ένα τραγούδι θυμιατίζω τη ψυχή σου·
               η μνήμη μου μαυροφορούσα, σ’ ακουρμένεται
               από μια απόμερη γωνιά του παραδείσου.


                 Λ.Κατσιγιάννης


Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019


Τ’ όνειρο του μετανάστη


Ήταν ο προτελευταίος απ’ τους έξι αδελφούς. Οι μεγαλύτεροι είχαν βρει το δρόμο τους. Ένα δρόμο προσημειωμένο από τη φτώχεια, τους πολέμους που έκαμαν την Μεγάλη Ελλάδα, τον φυσικό περίγυρο του χωριού και την ξενιτειά. Αυτός είχε μείνει πίσω. Βοσκός κι αγρότης από μικρός. Οι μέρες του στυφές. Καθημερινές και σκόλες το ίδιο. Η σκέψη του παγιδευμένη σ' ένα μικρό οροπέδιο της νότιας Λευκάδας, με διέξοδο την απέραντη θάλασσα στα δυτικά. Τριγύρω νησιά Ομηρικά, η Ιθάκη, η Κεφαλονιά, το Αρκούδι, η Άτοκος. Νησιά που τρέφανε μέσα του το όνειρο και την περιπέτεια. Μεγαλώνοντας ένοιωθε να τον πνίγει ο τόπος από παντού. Κατέβηκε στη Χώρα και δούλεψε για ένα διάστημα στις αποθήκες του λαδέμπορου Χαραμόγλη, μα δεν ήταν εκείνο που αποζητούσε.
Στη καταχνιά των ονείρων του υποψιάζονταν την παρουσία ενός τόπου μακρινού, που δεν μπορούσε να τον φανταστεί ακριβώς. Στο τέλος πήρε την απόφαση να δοκιμάσει κι αυτός τη τύχη του στη Νότιο, που υπήρχαν και άλλοι χωριανοί του. Η Αργεντινή ήταν η «γη της επαγγελίας» στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Μόλις πήρε την πρόσκληση, την άλλη μέρα, σε μια μεγάλη παλιά φθαρμένη βαλίτσα έβαλε λίγα ρούχα, μια μαντανία και λίγο χώμα του τόπου του διπλωμένο σ’ ένα μαντήλι. Έπειτα έκατσε σ’ ένα σκαμνί στην αυλή του σπιτιού και κοίταγε τα πάντα γύρω του σπιθαμή προς σπιθαμή, σαν να τ’ αποτύπωνε για τελευταία φορά. Μπαρκάρισε από την Πάτρα, αφού πέρασε όπως και οι λοιποί μετανάστες από υποχρεωτική απολύμανση. Έφυγε με το δεύτερο ρεύμα, με γρήγορο βηματισμό, αθέατος μέσα στο χρόνο, κι ένα προαίσθημα ότι έφευγε για πάνταΤο κοπάδι του άφησε ακυβέρνητο. Μόνο τον πόνο της μάνας πήρε κοντά του και κείνον για τον μικρότερο αδερφό, τον μελισσοκόμο, που άφηνε πίσω του με την πρόσθετη φροντίδα του μικρού κοπαδιού, να χωλαίνει από τ’ αριστερό του πόδι, κτυπημένο από ντουφέκι πάνω στο μεθύσι του κυνηγιού. Στο σπίτι κατοικούσε πλέον η σκιά του, κι ένα χειμωνιάτικο ξεθωριασμένο πανωφόρι, κρεμασμένο πίσω από την πόρτα που τον περίμενε χρόνια.    
Μαγική πόλη το Μπουένος Άιρες και όλοι εδώ αγαπούν τους Griegoς. Το μεγαλύτερο κέντρο της Ελληνικής διασποράς στη χώρα. Μια αχανής πόλη με πάνω από δύο εκατομμύρια κατοίκους. Μια πολιτεία που ελκύει ανθρώπους όλων των κατηγοριών, απελπισμένους, τυχοδιώκτες, εμπόρους, φιλόδοξους, κερδοσκόπους και απατεώνες. Ανάμεσά τους δραστηριοποιείται ο εικοσιπεντάχρονος Αριστοτέλης Ωνάσης. Μόνο απελπισμένος δεν ήταν. Το Σαν Τέλμο και το Παλέρμο ήταν οι πιο συνηθισμένες περιοχές της πόλης που εγκαθίσταντο οι μετανάστες. Στη συνοικία του Παλέρμο ξεχώριζε η κεντρική κοινότητα των Ελλήνων, όπου υπήρχε και εθνικοτοπικός σύλλογος Λευκαδιτών.  Εδώ έφτασε ο Θωμάς, σε δύσκολη εποχή. Καταπιάστηκε με το λιανεμπόριο. Μικροπωλητής τσιγάρων και καπνού. Δουλεύει για να ξεχάσει το παρελθόν, τις άσπλαχνες μνήμες της φτώχειας που τον φαρμακώνουν. Στην αρχή στους δρόμους της πόλης, αλλά και στην υπαίθρια κυριακάτικη αγορά του Σαν Τέλμο, γεμάτη από αντίκες και παλιά αντικείμενα. Οι δουλειές δεν πηγαίνουν και τόσο καλά. Η οικονομική κρίση του 1927-1932 ήταν στο απόγειο της. Σ’ ένα γράμμα, ο δεύτερος αδελφός του, θα του προτείνει να γυρίσει πίσω με την υπόσχεση πως θα του έβαζε κάποια χρήματα στην άκρη να ξεκινήσει τη ζωή του στην Ελλάδα. Είχε κάνει στη Βόρειο μια δεκαετία και είχε φέρει πίσω ένα σεβαστό κομπόδεμα. Λύγησε η σκέψη του, μα δεν απάντησε. Προτίμησε να παραμείνει και να προσπαθήσει για το καλύτερο. Η περηφάνια του δεν τον άφησε να επιστρέψει. Τις δύσκολες ώρες της περισυλλογής του, βάραγαν τα ταμπούρλα του μυαλού του, μα κείνος κρατούσε τ’ αυτιά της μνήμης του κλειστά. Μόνος εχθρός που νικούσε προσωρινά το πείσμα του, η βραδινή μοναξιά της κάμαράς του με το χαμηλωμένο φωτιστικό, κι ο μόνος του φίλος, το φως της ελπίδας που έκαιγε μέσα του. Το αστραφτερό αμερικάνικο όνειρο δεν το πίστευε πια, αλλά μια έστω μικρή εκδοχή του δεν μπορούσε να είναι τόσο σκληρή κι άπιαστη και για αυτόν. Πίσω ήξερε τι τον περίμενε. Η Ελλάδα άλλωστε δεν του έλειπε. Εδώ μάλιστα ήταν πιο φανερή. Εστίες ελληνικότητας, οι εφημερίδες της διασποράς, τα ελληνικά καφενεία στο λιμάνι και πάνω απ’ όλα τα ελληνικά εμπορικά πλοία που πλεύριζαν στις αποβάθρες. Ακόμα κι οι κομματικές αντιδικίες-το σαράκι του ελληνισμού- δεν έλειψαν ούτε εδώ.
Τα χρόνια περνούσαν. Λίγο αργότερα, στα 1938 οι Έλληνες είχαν τα πρωτεία στα μικροκαταστήματα λιανικής. Διατηρούσαν εκατοντάδες μικροκαταστήματα, εμπορευόμενοι είδη καπνιστού, υφάσματα, καραμέλες και άλλα ψιλικά είδη, ακόμη λαχεία και ξηρούς καρπούς. Μέσα σ’ αυτό το πλήθος προσπαθούσε κι αυτός να βρει το δρόμο της επιβίωσης, με δυσκολία. Ξεκίνησε για μια άλλη πολιτεία, να δώσει μια ακόμη ευκαιρία στη τύχη του.Πήρε το τραίνο, μα από λάθος κατέβηκε στην επόμενη απ' αυτή που πήγαινε. Πέρασαν λίγα χρόνια, για να καταλάβει  πως κατέβηκε σε λάθος στάση.   
  Μετά τον πόλεμο, το πραξικόπημα του συνταγματάρχη Χουάν Περόν λαϊκιστή της αριστεράς, ενός δημαγωγού στρατιωτικού-με δεύτερη σύζυγο την Εβίτα, που σπούδασε, όπως λένε, την πολιτική στους κακόφημους οίκους της πόλης,- έρχεται κατά κύριο λόγο να «προστατέψει» τη χώρα απέναντι στις διαφαινόμενες εκλογές, που ετοίμαζαν το κουστούμι μιας φιλοαμερικάνικης κυβέρνησης. Δεν βαριέσαι. Σιδερένια ανδρείκελα υπάρχουν παντού. Εμείς να κοιτάμε τη δουλειά μας και να μη χάσουμε το δρόμο της καρδιάς. Έπειτα έφτασαν οι μαύρες ειδήσεις για τη δολοφονία του ανιψιού του, που συντάραξε την ευρύτερη οικογένεια. Οι λυγμοί του έπεσαν στο κενό. Μετά από λίγες μέρες, ο πόνος του αλάφρωσε. Δεν ζούσε τουλάχιστον στον τόπο του εγκλήματος.
Γράμματα δε συνήθιζε να στέλνει. Οι δικοί του μαθαίνουν νέα γι αυτόν μέσα απ’ τα γράμματα τρίτων.«Ήταν πολύ φιλότιμος.Τον κερνούσες ένα καφέ και σου ’κανε το τραπέζι» λένε όσοι τον είχαν γνωρίσει. Άσχημα προσόντα για να πετύχεις οικονομικά. Μ’ αυτός, μια αξιοπρεπή διαβίωση προσδοκούσε. Επέμενε, ως που στο τέλος στράγγιξε τις δυνάμεις του. Τρία μικρομάγαζα λιανικής άνοιξε, μα κανένα δε στάθηκε δυνατό να κρατήσει. Το τρίτο, με την επέκταση, το πήρε το σχέδιο πόλης. Πέθανε στα μέσα της δεκαετίας του ’60.            
Κοιμήθηκε μόνος,στον τόπο που αγάπησε το σώμα, χωρίς να τον καταπιεί ο κλαυθμός της αποτυχίας. Δεν μετάνιωσε ποτέ γι αυτή του την απόφαση. Του έφτανε το όνειρο που έζησε στον μαγικό κόσμο της Αργεντινής. Άλλωστε εδώ, έμαθε να χορεύει ωραίο ταγκό με τη μοναξιά του.                                                                                                                                                                                                                                                     Λ.Κατσιγιάννης

            Πηγή: Το είδωλο της γης μου 

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2019



Κυριακή στο Χωριό 
 10 Αυγούστου Κυριακή, στο Αθάνι, με εκκλησιασμό στο μικρό εκκλησάκι της παλιάς Μονής του Αγίου Κυρήκου που βαστάει το γλυκό βάρος της θείας λειτουργίας τα τελευταία χρόνια, μετά τον σεισμό του 2015 που κατέστρεψε ολοκληρωτικά την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και εν μέρει κατέστησε ανενεργή λειτουργικά την εκκλησία της Παναγίας στο χοροστάσι. Γλυκιά η θαλπωρή με την οποία σκεπάζει το εκκλησίασμα τούτος ο ταπεινός ναός, που πρωτολειτούργησε ανακαινισμένος στη γιορτή του Αγίου και της μητέρας του το 1979, έπειτα από τις φροντίδες του τότε εφημέριου του Αθανίου πρεσβύτερου παπα-Γεράσιμου Αρβανίτη που πρωτοστάτησε στο έρανο, αλλά και την ανακατασκευή του, εκ βάθρων. Ο ναός γέμισε από κόσμο, με την ευκαιρία της τέλεσης και του μνημόσυνου προσφάτως αποβιωσάσης αγαπητής  υπερήλικης χωριανής. Στη λειτουργία χοροστατησε ο αιδεσιμώτατος π. Κωνσταντίνος Κατωπόδης. Χαρακτηριστική είναι η ιστορική σύμπτωση ο ναός αυτός που καταστράφηκε το 1914, μετά από 100 χρόνια, ευρισκόμενος στις μέρες μας σε άκρα λαμπρότητα, να υποκαθιστά τους δυο ενοριακούς ναούς που επλήγησαν από τον σεισμό. Αυτά είναι του κύκλου τα γυρίσματα, ανάμεσα καμιά φορά και στους Αγίους! Όσο για την ατμόσφαιρα του χωριού, όση πρόφθασα να μυρίσω, αναδίδει ακόμη μια παλιά αυθεντικότητα, φιλοξενία και εξυπηρέτηση, ανακατεμένη  δυστυχώς με  νεοείσακτη  αρχοντοχωριάτικη ρηχότητα, διαποτισμένη  με υπεροπτισμό, διαστροφικές συμπεριφορές, και υποβόσκουσες έχθρες,  με το χρήμα να ρέει άφθονο για αρκετούς, (εξ ου και το μηχάνημα ΑΤΜ)  είτε από το βάρβαρο έθιμο του τουρισμού, είτε από εβραϊκό χρήμα που μπαίνει υποτιμολογημένο στα πορτοφόλια των γηγενών.Το περασμένο βράδυ είχε την τιμητική του το Δράγανο που γιόρτασε την Γιορτή του Μελιού. Αν και εδώ ισχύει η παροιμία πως, «άλλος έχει το όνομα κι άλλος  τη χάρη», τα βιολιά κράτησαν τα μάτια μας ανοιχτά ως τις 5.20΄ το πρωί, με όλο το τραγουδιστικό ρεπερτόριο.  Όσο για τη γνησιότητα του μελιού, "άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε". Το γνήσιο μέλι, όπως κάθε τι ανόθευτο και αυθεντικό, θέλει ψάξιμο και κυρίως καλές προσωπικές σχέσεις. 
                                                 
                                                                           

                                                                                 

                                                                   
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ
                                                                              και του χρόνου με τις...γίδες μας 
Πηγή:leovard To  είδωλο της γης μας

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019


Ο Γαλέτης πάει...
                                                                               

Εκδρομή Λευκαδιτών στο Λευκάτα το 1986.
Ο Γαλέτης στο άκρο αριστερά.
Σ’ ένα πρόσφατο σύντομο ταξίδι στη Λευκάδα, σε μια συνάντησή μου με τον καθηγητή των Μαθηματικών Πολυχρόνη Σίδερη-Πόβερο (συνταξιούχο πλέον από χρόνια) κουβεντιάζοντας όπως πάντα για τα παλιά, έβγαλε και μου εγχείρισε μια επικήδεια  αναφορά του, λιγόλογη μεν, αλλά μεστή για τον Νικόλα τον Γαλέτη που έφυγε πριν λίγους μήνες. Έτσι σκέφτηκα να την παραθέσω εδώ στη μνήμη του, μαζί με μια φωτογραφία του, και το παρακάτω κείμενο.
Ο Γαλέτης ήταν μια ιδιαίτερη φιγούρα ανθρώπου δυσκολόβρετη πια, γέννημα θρέμμα μιας εποχής που έφυγε για πάντα, και που με τίποτα πλέον δεν μπορεί να γεννηθεί στα μέρη μας. Τσοπάνης από μικρός ως τα στερνά του, αγριοκάτσικο πραγματικό, ισχνή φιγούρα, σβέλτος, στο δρόμο και  στο τρέξιμο παράβγαινε με τον αέρα. Ανάμεσα στα άλλα ο Γαλέτης ήταν ένας τύπος που του φόρτωναν κάθε μικρή ή μεγάλη κλοπή, ….χάρις στο ιδιαίτερο προσόν του να αρέσκεται σε μικροκλοπές,... εμπλουτισμένος από μικρός, χωρίς να το θέλει, με τo μικρόβιο της κλεπτομανίας. Δεν υπήρχε σχεδόν σπίτι που να μην το έχει επισκεφθεί τούτη η παράδοξη συνήθειά του. Μια συνήθεια που είχε στην πραγματικότητα μετατραπεί σ’ ένα ιδιότυπο σπορ, σ’ ένα στοίχημα με τον εαυτό του. Αυτό βέβαια δεν τον απάλλασσε από το κυνηγητό της Αστυνομίας, όταν το αντικείμενο είχε κάποια ιδιαίτερη αξία. Φρόντιζε βέβαια πάντα να αποφεύγει το αυτόφωρο. Τούτο το σπορ είχε τελικά γίνει μια αναγκαία συνήθεια που έδινε κάποιο ξεχωριστό ιδιόμορφο ενδιαφέρον στη μονότονη ζωή του χωριού. Όλοι μπορούσαν να τον υποπτευθούν για κάτι που χάθηκε, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει ευθέως. Μόνο εκείνος ήξερε, και αν τον έπαιρνες με το καλό, σούφερνε πίσω το κλεμμένο. Ακόμη και όταν δεν ήταν αυτός ο δράστης, αποτελούσε το καλλίτερο άλλοθι για τον πραγματικό δράστη, που κρύβονταν πίσω από την εύκολη κατηγορία για τον Γαλέτη. Έτσι ο Γαλέτης, ήταν στην κυριολεξία ο αποδιοπομπαίος τράγος, σχεδόν κάθε παραβατικής συμπεριφοράς που είχε σχέση με απώλεια αντικειμένου. Περιττεύει να πούμε βέβαια ό,τι όλο το χωριό ήταν με το μέρος του, όταν αναζητείτο από την αστυνομία.
Η απώλειά του ήταν απ’ αυτές που σημαδεύουν τούτα τα περίεργα, ευτελή χρόνια, όπου χάνεται μαζί με τους απλοϊκούς ανθρώπους μια ολόκληρη εποχή. Η καινούργια εποχή που ανοίγεται, εκείνη του …..κτηματολογίου, με τις καταδολιεύσεις της, τις εν ψυχρώ και τις κατά λάθος και εξεπίτηδες καταπατήσεις-ιδιοποιήσεις αζήτητων περουσιών, από κάποιους που καιροφυλακτούν, θα κάνει εκείνη του Γαλέτη να μοιάζει με αγνή κορασίδα.
Στο καλό Νικόλα. Καλό κατευόδιο στο περιβόλι τ’ ουρανού...

            Πηγή: leovard Το είδωλο της γης μου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις