Σελίδες

Σάββατο 26 Ιουνίου 2021

 

Ο ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΝΑΣΤΕΙΛΕΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΕΧΕΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙ ΤΗ ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ*

David Runciman

Ο David Runciman είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Τελευταίο του βιβλίο: Where Power Stops, Profile Books, Λονδίνο 2019. 

Ακούμε συνεχώς ότι πρόκειται για έναν πόλεμο. Ισχύει αυτό; Αυτό που δίνει στην τρέχουσα κρίση την αίσθηση του πολέμου είναι η εμφανής απουσία της φυσιολογικής πολιτικής επιχειρηματολογίας. Ο πρωθυπουργός βγαίνει στην τηλεόραση για να εξαγγείλει ζοφερές ανακοινώσεις στο έθνος σχετικά με τον περιορισμό των ελευθεριών μας και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης δεν προσφέρει τίποτα παρά τη συγκατάβασή του. Το Κοινοβούλιο, στον βαθμό που μπορεί να είναι λειτουργικό, μοιάζει απλά να επικυρώνει τις διαδικασίες. Οι άνθρωποι είναι κλεισμένοι σπίτια τους και οι αγώνες τους περιορίζονται στην οικιακή σφαίρα. Γίνεται λόγος για κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Οι συνήθεις πολιτικές απουσιάζουν. Δεν πρόκειται όμως για αναστολή της πολιτικής. Αυτό που βλέπουμε είναι η αφαίρεση ενός στρώματος της πολιτικής ζωής, αποκαλύπτοντας κάτι πολύ πιο ωμό από κάτω. Σε μια δημοκρατία τείνουμε να θεωρούμε την πολιτική ως έναν ανταγωνισμό μεταξύ διαφορετικών κομμάτων που αναζητούν τη στήριξή μας. Εστιάζουμε στα πρόσωπα και στις πράξεις της πολιτικής ζωής: ποιος θέλει την ψήφο μας, τι μας προσφέρει, ποιος θα επωφεληθεί. Θεωρούμε ότι οι εκλογές είναι ο τρόπος να λυθούν αυτά τα ζητήματα. Όμως, τα μεγαλύτερα ερωτήματα σε μια δημοκρατία είναι πάντα αυτά που σχετίζονται με το «πώς»: πώς θα ασκήσουν οι κυβερνήσεις την απεριόριστη εξουσία που τους δίνουμε; Και πώς θα αντιδράσουμε εμείς σε αυτήν; Αυτά είναι ερωτήματα που πάντα απασχολούσαν τους θεωρητικούς της πολιτικής. Πλέον όμως αυτά δεν είναι θεωρητικά ερωτήματα. Όπως φαίνεται από την τρέχουσα κρίση, η πρωταρχική αλήθεια που θεμελιώνει την πολιτική ύπαρξη είναι ότι μερικοί άνθρωποι μπορούν να πουν στους άλλους τι να κάνουν. Στον πυρήνα όλης της μοντέρνας πολιτικής βρίσκεται η συναλλαγή μεταξύ της προσωπικής ελευθερίας και της συλλογικής επιλογής. Πρόκειται για τη φαουστική συμφωνία που αναγνώρισε ο φιλόσοφος Thomas Hobbes στα μέσα του 17ου αιώνα, όταν η χώρα διαλυόταν από έναν πραγματικό εμφύλιο πόλεμο. Όπως γνώριζε ο Hobbes, το να κυβερνά κανείς σημαίνει ότι ασκεί εξουσία επί της ζωής και του θανάτου των πολιτών. Ο μόνος λόγος για τον οποίο θα δίναμε σε κάποιον αυτήν τη δύναμη είναι διότι πιστεύουμε ότι αυτό είναι το τίμημα που πληρώνουμε για τη συλλογική μας ασφάλεια. Ωστόσο, σημαίνει ότι εμπιστευόμαστε επίσης αποφάσεις ζωής και θανάτου σε άτομα που δεν μπορούμε εν τέλει να ελέγξουμε. Ο πρωταρχικός κίνδυνος είναι ότι αυτοί που λαμβάνουν τις εντολές αρνούνται να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις των εχόντων την εξουσία. Σε αυτό το σημείο υπάρχουν δύο επιλογές. Είτε ο κόσμος αναγκάζεται να υπακούσει με τη χρήση καταναγκαστικών δυνάμεων που έχει το κράτος στη διάθεσή του είτε η πολιτική καταρρέει συνολικά, μια έκβαση που, σύμφωνα με τον Hobbes, είναι αυτή που θα έπρεπε να φοβόμαστε περισσότερο. Σε μια δημοκρατία, έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε τις επόμενες εκλογές για να τιμωρήσουμε τους πολιτικούς ηγέτες για τα λάθη τους. Αυτή είναι όμως μια μηδαμινή παρηγοριά όταν διακυβεύεται η επιβίωσή μας. Ούτως ή άλλως, σχετικά μιλώντας, δεν είναι και κάποια ιδιαίτερη τιμωρία. Ίσως να χάσουν τη δουλειά τους, όμως ελάχιστοι πολιτικοί θα καταλήξουν να είναι άποροι. Εμείς ίσως να χάσουμε τις ζωές μας. Ο ωμός χαρακτήρας αυτών των επιλογών συνήθως αποκρύπτεται από τη δημοκρατική υποχρέωση να επιζητούμε την κοινή συναίνεση. Αυτό δεν έχει εξαφανιστεί. Η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να μεταμφιέσει τις αποφάσεις της, χρησιμοποιώντας συμβουλές που απευθύνονται στον κοινό νου. Δηλώνει ότι εμπιστεύεται ακόμα την ορθή κρίση των ανθρώπων. Όπως βλέπουμε όμως από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς η κρίση βαθαίνει, η σκληρή πραγματικότητα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη. Δείτε απλώς τα βίντεο με τους Ιταλούς δημάρχους που φωνάζουν στους δημότες τους να μείνουν στα σπίτια τους. Η λογική «Ψηφίστε εμένα αλλιώς θα πάρουν την εξουσία οι άλλοι» αποτελεί μια συνηθισμένη δημοκρατική πολιτική. Η λογική «Κάντε αυτό αλλιώς...» αποτελεί μια ωμή δημοκρατική πολιτική. Σε αυτό το σημείο δεν μοιάζει να διαφέρει από τις άλλου είδους πολιτικές. Αυτή η κρίση έχει αποκαλύψει μερικές σκληρές αλήθειες. Οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν σημασία, και έχει πραγματικά σημασία ποια από αυτές σας κυβερνά. Αν και η πανδημία είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, και βιώνεται με τον ίδιο τρόπο σε πολλά διαφορετικά μέρη, ο αντίκτυπός της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις που παίρνει η κάθε κυβέρνηση. Η ύπαρξη διαφορετικών απόψεων σχετικά με το πότε πρέπει να δράσουμε και το μέχρι πού θα φτάσουμε σημαίνει ότι κανένα έθνος δεν βιώνει την πανδημία με τον ίδιο τρόπο. Στο τέλος όλων αυτών, ίσως μπορέσουμε όλοι να δούμε ποιος είχε δίκιο και ποιος έκανε λάθος. Όμως, προς το παρόν, βρισκόμαστε στα χέρια των εθνικών ηγετών μας. Αυτό είναι κάτι άλλο για το οποίο μας προειδοποίησε ο Hobbes: δεν μπορούμε να αποφύγουμε την αυθαιρεσία στην πολιτική. Πρόκειται για την αυθαιρεσία της προσωπικής πολιτικής κρίσης. Σε έναν αποκλεισμό, οι δημοκρατίες αποκαλύπτουν τι έχουν κοινό με τα άλλα πολιτικά καθεστώτα: και σε αυτές η πολιτική έχει εν τέλει να κάνει με την εξουσία και την προσταγή. Όμως, καταφέρνουμε να δούμε και μερικές θεμελιώδεις διαφορές. Οι δημοκρατίες δεν είναι πιο καλές, πιο ευγενικές, πιο ήπιες. Ίσως να προσπαθούν να γίνουν, αλλά στο τέλος κάτι τέτοιο δεν έχει διάρκεια. Ωστόσο, είναι όντως πιο δύσκολο για τις δημοκρατίες να λάβουν δύσκολες αποφάσεις. Η πρόληψη –η ικανότητα να αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα προτού αυτό γίνει πιο οξύ– δεν ανήκε ποτέ στη δημοκρατική φαρέτρα. Περιμένουμε έως ότου δεν έχουμε άλλη επιλογή και έπειτα προσαρμοζόμαστε. Αυτό σημαίνει ότι οι δημοκρατίες θα ακολουθούν τις εξελίξεις σε μια ασθένεια όπως αυτή, αν και μερικές είναι καλύτερες στο να τις προλαβαίνουν. Τα απολυταρχικά καθεστώτα, όπως αυτό της Κίνας, επίσης δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν κρίσεις μέχρι τη στιγμή που αναγκάζονται να το κάνουν – και, αντίθετα με τις δημοκρατίες, μπορούν να αποκρύψουν τις άσχημες ειδήσεις για περισσότερο καιρό, αν αυτό τα βολεύει. Όμως, όταν η λήψη μέτρων είναι αναπόφευκτη, μπορούν να πάνε ένα βήμα παραπέρα. Ο αποκλεισμός που επέβαλε η Κίνα κατάφερε να περιορίσει την ασθένεια μέσω αδυσώπητης πρόληψης. Οι δημοκρατίες έχουν τη δυνατότητα να είναι εξίσου αμείλικτες –όπως συνέβη όταν αντιμετώπιζαν τους ολοκληρωτικούς πολέμους του 20ού αιώνα. Όμως σε έναν πόλεμο ο εχθρός βρίσκεται μπροστά σου. Κατά τη διάρκεια μιας πανδημίας, η ασθένεια αποκαλύπτει το εύρος της μόνο στην καθημερινή λιτανεία των ασθενών και των νεκρών. Η δημοκρατική πολιτική μετατρέπεται σε ένα είδος σκιαμαχίας: το κράτος δεν γνωρίζει ποια σώματα είναι τα πραγματικά επικίνδυνα. Μερικές δημοκρατίες έχουν καταφέρει να προσαρμοστούν πιο γρήγορα: στη Νότια Κορέα, η ασθένεια έχει τιθασευτεί μέσω εκτεταμένου εντοπισμού και ευρείας παρακολούθησης των πιθανών φορέων. Όμως, σε αυτή την περίπτωση, το καθεστώς είχε προηγούμενη, πρόσφατη εμπειρία από τον τρόπο που αντιμετώπισε την επιδημία του MERS το 2015, κάτι που διαμόρφωσε και τη συλλογική μνήμη των πολιτών της χώρας. Το Ισραήλ επίσης φαίνεται να αντιμετωπίζει τον ιό καλύτερα από πολλές ευρωπαϊκές χώρες – όμως πρόκειται για μια κοινωνία που βρίσκεται συνεχώς σε ετοιμοπόλεμη κατάσταση. Είναι πιο εύκολο να προσαρμοστείς όταν είσαι ήδη προσαρμοσμένος. Είναι πολύ πιο δύσκολο όταν αυτοσχεδιάζεις. Τα τελευταία χρόνια, μερικές φορές φαίνεται ότι η παγκόσμια πολιτική είναι απλώς μια επιλογή μεταξύ αντιμαχόμενων μορφών τεχνοκρατίας. Στην Κίνα, πρόκειται για μια κυβέρνηση τεχνοκρατών που υποστηρίζεται από ένα μονοκομματικό κράτος. Στη Δύση, πρόκειται για μια διοίκηση οικονομολόγων και κεντρικών τραπεζιτών που λειτουργούν εντός των περιορισμών του δημοκρατικού συστήματος. Αυτό δημιουργεί την εντύπωση ότι οι πραγματικές επιλογές είναι στην ουσία τεχνικές κρίσεις σχετικά με το πώς γίνεται η διαχείριση τεράστιων, πολύπλοκων οικονομικών και κοινωνικών συστημάτων. Όμως τις τελευταίες εβδομάδες έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της μια άλλη πραγματικότητα. Οι τελικές κρίσεις έχουν να κάνουν με το πώς χρησιμοποιούνται τα μέτρα καταναγκασμού. Αυτά δεν είναι απλώς τεχνικά ερωτήματα. Ένας βαθμός αυθαιρεσίας είναι αναπόφευκτος. Και ο αγώνας μεταξύ δημοκρατικής προσαρμοστικότητας και απολυταρχικής αδιαλλαξίας για την άσκηση αυτής της εξουσίας θα διαμορφώσει το μέλλον μας. Απέχουμε πολύ από τον τρομακτικό και βίαιο κόσμο από τον οποίο προσπαθούσε να ξεφύγει ο Hobbes σχεδόν 400 χρόνια πριν. Όμως, ο πολιτικός κόσμος μας θα του φαινόταν ακόμα γνώριμος.

Μετάφραση: Βασίλης Ντζούνης

 * Το άρθρο δημοσιεύτηκε στη βρετανική εφημερίδα The Guardian στις 27 Μαρτίου 2020.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις