Σελίδες

Κυριακή 25 Αυγούστου 2019



                          Ωραίοι καιροί

           

                Σε γαλάζια χρώματα η στιγμή  που σε φίλησα.
                Μέρα Αυγουστιάτικη της Κυριακής.
                Σκορπάει η χαρά στο γιαλό.
                Ο ήλιος καυτός φτερουγίζει πάνω μας.
                Η αγάπη ταξιδεύει αφροπατούσα.
                Ευχές μας διαβάζει το κύμα.
                Ο έρωτας ξαπλώνει στην άμμο.
                Μ’ άσπρα πετράδια στολισμένος ο κόσμος.
                Τα γλαρόνια φώλιασαν στον ξερόβραχο.
                Ανοίξανε τα φώτα τ’ ουρανού.
                Φέρτε  κρασί, να πιούμε στην υγειά σας.
                Στη φέξη της μέρας κοιμηθήκαμε.
                Ωραίοι καιροί, που θα σας ξαναβρούμε;

                  Λ.Κατσιγιάννης


                      Πηγή: leovard Το είδωλο της γης μου

Σάββατο 17 Αυγούστου 2019



Το σπίτι στο Σαμόλι
                                          

    Ο φοβερός σεισμός του 1953 που άλλαξε την ιστορία του νησιού και γκρέμισε για πάντα μια μοναδική ατμόσφαιρα πολιτισμού, λίγα κτίσματα άφησε με μικρά μόνο τραύματα, στη Χωροπούλα του Λασκαράτου. Aνάμεσα σ’ αυτά, το σπίτι των Ιακωβάτων, κτισμένο πάνω σ’ ένα μικρό λόφο στο κέντρο της πόλης που σήμερα στεγάζεται η ομώνυμη βιβλιοθήκη, ένα δίπατο σπίτι της οικογένειας Γερουλάνου που έπεσε μεν ο πρώτος όροφος αλλά διασώθηκε το ισόγειο, και το δημοτικό σχολείο της παραλίας, μια φιγούρα μοντέρνας αρχιτεκτονικής της εποχής του ’30.
   Ένα σπίτι μόνο σώθηκε από εκείνο τον σεισμό, ατόφιο έξω απ’ το Ληξούρι, κι ας ήταν κτισμένο πάνω στο κύμα της θάλασσας στον κόλπο του Λιβαδιού. Το αρχοντικό της Σιόρας Κάτε Φορέστη στο Σαμόλι, με αυτούσια τη μοναδική ατμόσφαιρα, αμόλυντη από την επίδραση της εποχής μας, όπως το γνώρισα στα τέλη του περασμένου αιώνα.   Φίλος Ληξουριώτης  που ζούσε στον Τορόντο, o Δημήτρης Λαζαράτος, ήταν αιτία που μυήθηκα στην ατμόσφαιρα αυτού του μοναδικού σπιτιού της προσεισμικής περιόδου. Γνώριζε τη κυρά του από παλιά και μια μέρα προσκάλεσε και μένα να τη γνωρίσω.
    Έτσι, ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1997, περνούσα μαζί του σ’ ένα μοναδικό κόσμο αυστηρά παραδοσιακής ατμόσφαιρας της προσεισμικής εποχής, σ’ ένα ταξίδι στο παρελθόν. Λιτό παραθαλάσσιο καστρόσπιτο, προστατευμένο με αγάπη από το χρόνο και τη φύση που το περιτριγύριζε. Ισόγειο και πρώτος όροφος, σοφατισμένο εξωτερικά, με την πέτρα από μέσα να υποφέρει, που κουβάλαγε μια ιστορία τριών αιώνων. Δίπλα του μια μπασιά που βγαίνει προς τη θάλασσα. Περνώντας το κατώφλι του, ξετυλίχθηκε μπροστά μου ένας φανταστικός κόσμος κατακλυσμένος από μια παράξενη υγρασία. Μια διάσταση του παρελθόντος που σε έκανε να χάνεις την ισορροπία σου, καθώς έρχεσαι από ένα άλλο κόσμο. Αντικείμενα χρηστικά κάποτε, που πάλευαν με την αδυσώπητη φθορά, ακίνητα, σαν σε μουσείο, που σε κοίταζαν με χαλκοπράσινα ή σκουριασμένα μάτια. Στο σαλόνι του ορόφου, έπιπλα και αντικείμενα ιδιαίτερης αισθητικής, που απέπνεαν την ατμόσφαιρα της εποχής τους. Τα πιο αξιόλογα είχαν μεταφερθεί στο σπίτι του Αργοστολιού. Τοίχοι με πίνακες, διακοσμητικά πιάτα και παλιές φωτογραφίες. Ατμόσφαιρα που τη βάραιναν τα πνεύματα των ανθρώπων που έζησαν ή πέρασαν απ’ εδώ, οι απόηχοι μιας οχλοβοής από κάποια γιορτή, οι αλήθειες και τα ψέμματα, οι ψίθυροι και οι κουβέντες που ακούστηκαν, τα  δάκρια και οι χαρές, οι φωνές και η σιωπή των αιώνων. Τα ίχνη τους άφησαν εδώ ο Μεταξάς τo 1920, ο Γεώργιος στα 1936, κι ο Παύλος στα 1953 με τους σεισμούς. Οι φωτογραφίες τους που φιγουράριζαν σε παλιές κορνίζες, αποτύπωναν τη ματαιότητα μιας άστατης δόξας που όμως έγινε ατμός και κίνησε την ιστορία με το δικό της τρόπο. Μετά την πρώτη αναπάντεχη έκπληξη, όταν ολοκληρώθηκε η περιδιάβαση του σπιτιού και θέλησα να ζυγίσω τα συναισθήματα μου, τα είδα να γέρνουν από την πλευρά της λύπης και της μελαγχολίας, για μια εποχή που έφυγε χωρίς γυρισμό. Το πνεύμα μιας θλίψης ήταν κυρίαρχο παντού.
     Η κυρά του μια μαραμένη γυναίκα, με περασμένα τα 95, μα το μυαλό της ξυράφι. Ψηλή, αρχοντική, ευγενική φιγούρα με το πρόσωπο αποστεωμένο. Η τελευταία κοντέσα, μιας ανεπανάληπτης περιόδου που παρέμεινε ως το τέλος αυστηρή με την εποχή της και την ιστορία της. Το πρόσωπό της σκαμμένο με ένα τραγικό βάθος. Θαμμένος σκελετός, καθισμένη στη πολυθρόνα της, στο μικρό ανατολικό μπαλκόνι του σπιτιού, μας ταξίδευε με κάποιες διακυμάνσεις μιας βαρείας μνήμης σε δόξες περασμένες. Μάρτυρας μιας ιστορίας σκεπασμένης από την πετρωμένη λάβα του χρόνου, αλλά κι από τον διαχωρισμό των τάξεων, που σήμερα ευτυχώς έχει εξαλειφθεί. Πόσο γενναιόδωρη στάθηκε δεν ξέρω. Το μυστικό του σπιτιού μας αποκάλυψε για την εξαίρεσή του από τους σεισμούς, που παρέμενε καλά φυλαγμένο, αναλλοίωτο στο χρόνο. Δεν είναι μόνο πως κτίστηκε πάνω σε τεράστιους ογκόλιθους που μεταφέρθηκαν με μαούνες, αλλά και η συνδετική ύλη ανάμεσα στις πέτρες των τοίχων του, που φτιάχτηκε με βάση την πορσελάνη.Πήγα και ξαναπήγα επίσκεψη, ευπρόσδεκτος πάντα μουσαφίρης, τους ξεραμένους βλαστούς μιας ερημικής μνήμης να μυρίσω, την αντανάκλαση ενός αιώνα που εναντιώνεται στην εποχή μου να αφουγκραστώ. Κι αυτή πολέμαγε να βάλει μπουρλότο στη λειτουργία της μνήμης, μα το φυτίλι δεν έφτανε πάντα να πιάσει η φωτιά. Καμιά φορά μόνο τα βράδια του καλοκαιριού, πέφτανε πάνω μας τ’ αστέρια στο κόλπο του Λιβαδιού, μπαρουτοσκονισμένα. Οπτασίες φωτισμένες με λαμπερά προσεισμικά πολύφωτα. Μνήμη σκεπασμένη με χορούς, Καντρίλιες και Λαντσίερες, επισκέψεις φίλων, καρναβάλια, ταξίδια στην Αθήνα. Η Σιόρα Κάτε, μέσα στη μοναδική ατμόσφαιρα του σπιτιού της στο Σαμόλι, έρχονταν από άλλη εποχή. Ήταν η προέκταση ενός κόσμου που είχε κατορθώσει να επιβιώσει από τους σεισμούς, μα ταυτόχρονα αντιπροσώπευε σε μια μεγαλειώδη εκδοχή του, ένα κόσμο σκεπασμένο από την ομίχλη της ιστορίας. Μας διηγείτο:  «Παίζαμε χαρτιά με την μητέρα της Μελίνας και μια παρέα σ’ ένα κοσμικό ξενοδοχείο των Αθηνών, λίγο πριν τον πόλεμο,  όταν αίφνης έφτασε η Μελίνα δέκα επτά χρόνων τότε, να της αναγγείλει ότι παντρεύτηκε τον Χαροκόπο. Δεν μπορούσε να συνέλθει από το σοκ».
     Πάντα με κατάτρεχε μια θλίψη κι ένας φόβος γι αυτό που αφήνουν πίσω οι άνθρωποι φεύγοντας. Στα 1999, όταν η Σιόρα πέρασε στα άτεγκτα χέρια του θανάτου από γηρατειά, η τετράγωνη μνήμη της αμπαρώθηκε πίσω απ’ την κεντρική πόρτα του σπιτιού κι έγινε φόβος, θαυμασμός και μυθιστόρημα. Τα παράθυρα όταν θ’ ανοίξουν πάλι, ν’ αντικρύσουν τ’ άνθη μιας νέας χαραυγής, ο κόσμος του σπιτιού θα είναι διαφορετικός χωρίς τους δικούς του ανθρώπους. Όμως αλλοίμονο, κάποια χρόνια αργότερα, το 2014, ένας  νέος σεισμός, πιστός υπηρέτης του Εγκέλαδου, που ποτέ δεν ξέρεις τις προθέσεις του γιατί αλλάζει πάντα το επίκεντρό του, έμελλε να καταστρέψει για καλά τούτη την ξεχασμένη από τον χρόνο γωνιά, διαγράφοντας κάθε ίχνος από ένα απαράμιλλο σκηνικό και μια ανεπανάληπτη ατμόσφαιρα.

                                                                                                      Λ. Κατσιγιάννης

            Πηγή:leovard Το είδωλο της γης μου

Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019



              ΠΑΝΑΓΙΑ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΑ

              Έκσταση ή βάλσαμο της γης;
              Μυστήριο ή Μάνα της ζωής;
              Άπειρο ή δάκρυ προσευχής;
              Τι δε ονομάσω  σε;

              Το περιβόλι τ’ Ουρανού,
              κοσμήθηκε από Σένα
              Παραμυθία των θνητών
              και των αγγέλων ρίγος
              Γονατιστός ο Άθωνας στην ύψιστη μορφή Σου
              να μεριμνάς οράματα και προσευχές χιλιάδες
              Μητέρα Πορταϊτισσα…
              Τα δυο Σου μάτια, ολόγιομα φεγγάρια
              Πλημμυρισμένα δάκρυες ελπίδες
              κι αγγελικές
              αστρόφωτες πορείες
              Δυο φεγγάρια
              Θαρρείς μαγάπη …
              Θαρρείς με θλίψη..
              Ευαγγελικά φτιαγμένα
              - υποταγμένα-
              στην απειρία του τόκου Σου
              Δυό κορφές ασώματες, πεποικιλμένες,
              μ’ εκλάμπουσες νεφέλες
              Πύλη της σωτηρίας
              Η ύπαρξή Σου, εξάφνιασε τα σύμπαντα
              Όντας θνητή, να εγκυμονείς,
              τον Άφθαστο κι Αχώρητο!

              Κι έγινες Μητέρα όλων…
              Θύρα σεπτής υποδοχής
              Να κλαίς απαρηγόρητα για το φριχτό Του Γολγοθά
              Κι από την άλλη να σκορπάς,
              κρίνους και περιστέρια
              για τη λαμπρή Του Ανάσταση
              κι ανάσταση,
              δική μας…

                Βασ. Αργυρόπουλος

                                                                  
                     Πηγή: leovard Το είδωλο της γης μου

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2019



Κυριακή στο Χωριό 
 10 Αυγούστου Κυριακή, στο Αθάνι, με εκκλησιασμό στο μικρό εκκλησάκι της παλιάς Μονής του Αγίου Κυρήκου που βαστάει το γλυκό βάρος της θείας λειτουργίας τα τελευταία χρόνια, μετά τον σεισμό του 2015 που κατέστρεψε ολοκληρωτικά την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και εν μέρει κατέστησε ανενεργή λειτουργικά την εκκλησία της Παναγίας στο χοροστάσι. Γλυκιά η θαλπωρή με την οποία σκεπάζει το εκκλησίασμα τούτος ο ταπεινός ναός, που πρωτολειτούργησε ανακαινισμένος στη γιορτή του Αγίου και της μητέρας του το 1979, έπειτα από τις φροντίδες του τότε εφημέριου του Αθανίου πρεσβύτερου παπα-Γεράσιμου Αρβανίτη που πρωτοστάτησε στο έρανο, αλλά και την ανακατασκευή του, εκ βάθρων. Ο ναός γέμισε από κόσμο, με την ευκαιρία της τέλεσης και του μνημόσυνου προσφάτως αποβιωσάσης αγαπητής  υπερήλικης χωριανής. Στη λειτουργία χοροστατησε ο αιδεσιμώτατος π. Κωνσταντίνος Κατωπόδης. Χαρακτηριστική είναι η ιστορική σύμπτωση ο ναός αυτός που καταστράφηκε το 1914, μετά από 100 χρόνια, ευρισκόμενος στις μέρες μας σε άκρα λαμπρότητα, να υποκαθιστά τους δυο ενοριακούς ναούς που επλήγησαν από τον σεισμό. Αυτά είναι του κύκλου τα γυρίσματα, ανάμεσα καμιά φορά και στους Αγίους! Όσο για την ατμόσφαιρα του χωριού, όση πρόφθασα να μυρίσω, αναδίδει ακόμη μια παλιά αυθεντικότητα, φιλοξενία και εξυπηρέτηση, ανακατεμένη  δυστυχώς με  νεοείσακτη  αρχοντοχωριάτικη ρηχότητα, διαποτισμένη  με υπεροπτισμό, διαστροφικές συμπεριφορές, και υποβόσκουσες έχθρες,  με το χρήμα να ρέει άφθονο για αρκετούς, (εξ ου και το μηχάνημα ΑΤΜ)  είτε από το βάρβαρο έθιμο του τουρισμού, είτε από εβραϊκό χρήμα που μπαίνει υποτιμολογημένο στα πορτοφόλια των γηγενών.Το περασμένο βράδυ είχε την τιμητική του το Δράγανο που γιόρτασε την Γιορτή του Μελιού. Αν και εδώ ισχύει η παροιμία πως, «άλλος έχει το όνομα κι άλλος  τη χάρη», τα βιολιά κράτησαν τα μάτια μας ανοιχτά ως τις 5.20΄ το πρωί, με όλο το τραγουδιστικό ρεπερτόριο.  Όσο για τη γνησιότητα του μελιού, "άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε". Το γνήσιο μέλι, όπως κάθε τι ανόθευτο και αυθεντικό, θέλει ψάξιμο και κυρίως καλές προσωπικές σχέσεις. 
                                                 
                                                                           

                                                                                 

                                                                   
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΓΙΑ ΑΥΡΙΟ
                                                                              και του χρόνου με τις...γίδες μας 
Πηγή:leovard To  είδωλο της γης μας

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2019


           Ο φυλλομάντης
            Ἀπόψε βράδυ Αὐγούστου ὀχτὼ
            Ναυαγισμένο στὰ ρηχὰ τῶν ἄστρων
            Τὸ παλιό μου σπίτι μὲ τὰ σαμιαμίθια
            Καὶ τὸ χυμένο τὸ κερὶ στὸ κομοδίνο ἐπάνω
            Πόρτες παράθυρα ἀνοιχτὰ
            Τὸ παλιό μου σπίτι ἀδειάζοντας
            Φορτίο τῆς ἐρημιᾶς μέσα στὴ νύχτα.

            Σαστισμένες φωνὲς κι ἄλλες ποὺ ἀκόμη
            Τρέχοντας μες στὶς φυλλωσιὲς ἀστράφτουν σὰν
            Μυστικὰ περάσματα πυγολαμπίδας
            Ἀπὸ βάθη ζωῆς ἀναστραμμένης
            Μὲς στὸ κρύο ἀσπράδι τῶν ματιῶν
            Ἐκεῖ ποὺ ἀκινητεῖ ὁ Καιρὸς
            Κι ἡ Σελήνη μὲ τ' ἀλλοιωμένο μάγουλο

            Ἀπελπιστικὰ σιμώνει τὸ δικό μου.
           Ἕνα θρόισμα σὰν ἀπὸ χαμένης
            Ποὺ ξανάρχεται ἀγάπης σκοτεινὸ ἀρχινοῦν:
          «Μή». Κι ὕστερα πάλι "Μή". "Μωρό μου".
          «Τί σοῦ' μελλε". "Μιὰ μέρα θά τό θυμηθεῖς".
          "Παιδὶ παιδάκι μὲ τὰ καστανὰ μαλλιά".
          "Ἐγὼ ποὺ σ' ἀγαπῶ". "Πὲς πάντα". "Πάντα".

            Κι ὅπως μέσα στὴν ἀπληστία τοῦ μαύρου
            Πού ἀνοίγεται στὰ δύο περιβολιοῦ
            Σβηστὸ ἀπανθρακωμένο
            Πάει καὶ καταποντίζεται ὄλο τὸ ἔχει σου
            Ἀνεβαίνει ἀπ' τῆς ψυχῆς τ' ἀπόνερα ἕνα
            Κῦμα θολὸ ποὺ οἱ φυσαλίδες του εἶναι
            Ἄλλα τόσα παλιὰ ἡλιοβασιλέματα

            Παράθυρα τρεμάμενα στὸ φῶς τοῦ ἑσπερινοῦ
            Μιὰ στιγμὴ ποὺ προσπέρασες τὴν εὐτυχία
            Σὰν τραγούδι ὅπου κρύφτηκε μήπως τὸ δεῖς
            Δακρυσμένο γιὰ σένα ἕνα κορίτσι --
           Ὅλα τῆς ἀγκαλιᾶς τὰ ἱερὰ καὶ τοῦ ὅρκου
            Τίποτα τίποτα δὲν πῆε χαμένο
            Ἀπόψε βράδυ Αὐγούστου ὀχτὼ

            Μέσ' ἀπ' τὴ χλώρη τοῦ βυθοῦ καὶ πάλι
            Τὸ ἴδιο ἐκεῖνο ἀτέρμονο ἀνατρίχιασμα
            Μονοθροεῖ καὶ συνθροεῖ τὰ φύλλα
            Μονολογεῖ στὴν ἀραμαϊκὴ τοῦ ἀπόκοσμου:
           "Παιδὶ παιδάκι μὲ τὰ καστανὰ μαλλιὰ
             Σοῦ 'μελλε νὰ χαθεῖς ἐδῶ γιὰ νὰ σωθεῖς μακριά".
           "Σοῦ 'μελλε νὰ χαθεῖς ἐδῶ γιὰ νὰ σωθεῖς μακριά".

            Κι ἄξαφνα σὰν τὰ πρὶν καὶ τὰ μετὰ ἰδωμένα.
            Βατὲς ὅλες οἱ θάλασσες μὲ τὰ λουλούδια
            Μόνος ἀλλ' ὄχι μόνος. Ὅπως πάντα.
            Ὅπως τότε νέος ποὺ προχωροῦσα
            Μὲ κενὴ τὴ θέση στὰ δεξιά μου
            Καὶ ψηλὰ μ' ἀκολουθοῦσε ὁ Βέγας
            Τῶν ἐρώτων μου ὅλων ὁ Πολιοῦχος.

                  ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ Από τα  "Τα Ἑτεροθαλῆ"
                   Γράφτηκε στη Μυτιλήνη το 1965

Κυριακή 4 Αυγούστου 2019




Στην «πόλη της ποίησης» του G.Leopardi


Το  Recanati είναι μια μικρή πόλη της επαρχίας Macerata της περιφέρειας του Μάρκε (Marche) στην ανατολική πλευρά της κεντρικής Ιταλίας, που δεσπόζει, όπως οι περισσότερες της περιοχής, πάνω σ’ ένα λόφο, που ξέκοψε από την οροσειρά των Απεννίνων και μετατράπηκε σε ένα μικρό μα θεσπέσιο μπαλκόνι να κοιτάζει σ’ όλες τις πλευρές του ορίζοντα, με την Αδριατική θάλασσα στα ανατολικά, όπου όταν η ατμόσφαιρα είναι καθαρή μπορούν να φανούν ακόμη και τα βουνά της Δαλματίας. Τριγύρω μικρές μεσαιωνικές πολιτείες που αγναντεύουν η μια την άλλη, καθισμένες κι αυτές πάνω σε όμορφους λοφίσκους, συνθέτουν μια μαγευτική φυσική σύνθεση.Το Loreto,  το Castelfidardo, το Montefano, και στα ανατολικά, δίπλα απ’ τη θάλασσα το Porto Recanati, θερινό παραθαλάσσιο θέρετρο. Μια επίσκεψη στη όμορφη αυτή μικροπολιτεία, δεν μπορεί παρά να έχει βασικό σκοπό την επαφή του επισκέπτη με την προσωπικότητα και το έργο του Giacomo Leopardiμεγαλύτερος κατά πολλούς νεότερος Ιταλός ποιητής και διανοούμενος, γεννήθηκε εδώ στις 29 Ιουνίου το 1798. Όλοι οι δρόμοι του επισκέπτη οδηγούν στη κεντρική πλατεία με το άγαλμα του ποιητή, και στο Casa Leopardi, το σπίτι της οικογενείας του που έχει μετατραπεί σε Μουσείο.Ο πρώτος δρόμος αριστερά, μετά την είσοδο από την Porta Marina, οδηγεί στο σπίτι του Leopardi. Όλος ο δρόμος διακοσμείται από ποιητικά αποσπάσματα του ποιητή.
 
Σπάρτο, το λουλούδι της ερήμου” 
Στο τέλος του δρόμου, το Palazzo Leopardi που δεσπόζει σε μια μικρή κατηφορική πλατεία, (Piazzuola del Sabato Del Villaggio) βλέποντας τον κόσμο από ψηλά.Το σπίτι εξακολουθεί να κατοικείται από τους απογόνους μιας από τις πιο αριστοκρατικές οικογένειες της χώρας και είναι ανοικτό για το κοινό. Το πιο όμορφο περιβάλλον, είναι αναμφίβολα η βιβλιοθήκη που καλύπτει τον πρώτο όροφο και η οποία περιέχει πάνω από 20.000 τόμους, μεταξύ των οποίων παλαίτυπα και παλιά βιβλία, τα οποία ανήκαν στη συλλογή του πατέρα του ποιητή, Monaldo Leopardi. 
Αριστερά το Casa Leopardi και απέναντι η εκκλησία Santa Maria Montemorello.
Αυτός ήταν ο κόσμος του Leopardi στις αρχές του 19ου αιώνα, αποκλεισμένος από τα ρεύματα της σκέψης που κυκλοφορούν στην υπόλοιπη χώρα και την Ευρώπη, έτσι όπως φαίνεται μέσα από τον καταθλιπτικό μικρόκοσμο του σπιτιού του, όπου το δωμάτιο της λύτρωσής του βρίσκεται στο όροφο με τη σπουδαία βιβλιοθήκη της οικογένειας, που στάθηκε ο μεγαλύτερος δάσκαλός του. Μέσα απ’ αυτό ταξιδεύει στο κόσμο του παρελθόντος, κοιτάζοντας το παρόν με μια ματιά που εξακτινώνεται στο άπειρο, προσπαθώντας να μαντέψει το μέλλον. Τα μοναδικά εμπόδια που αποκλείουν τη θέα του κόσμου, η πνιγηρή ατμόσφαιρα της πόλης, οι συντηρητικές και αυταρχικές ιδέες των γονιών του, αλλά και τα προβλήματα υγείας που σωρεύονται με την πάροδο του χρόνου.Όλη η πατρίδα του G.Leopardi, είναι κλεισμένη μέσα στα τείχη αυτής της πόλης ως τα είκοσι τέσσερα χρόνια του. Φιλάσθενος αλλά και γόνος οικογένειας συντηρητικών ιδεών, με τον ίδιο να ενστερνίζεται αυτές τις ιδέες ως την περίοδο που άφησε πίσω του την αποπνικτική ατμόσφαιρα της πόλης του, ασφυκτιούσε μέσα σ’ ένα κόσμο τον οποίο ονόμαζε: "τάφο των ζωντανών".
                               
Giacomo Leopardi
Η πορεία του στα μονοπάτια του πνεύματος και της διανόησης ξεκίνησε με την επιστημονική, φιλολογική και θεολογική έρευνα, τις μεταφράσεις, τη συγγραφή πραγματειών και δοκιμίων, πέρασε αργότερα στην ποίηση και κατέληξε στη φιλοσοφία. Το 1809 ο νεαρός Giacomo, φαινόμενο μοναδικό μιας πρόωρης ευφυΐας, αν και σε ηλικία μόλις ένδεκα χρόνων όταν συνέθεσε το πρώτο του ποίημα με τίτλο «Ο θάνατος του Έκτορα", δεν πέρασε όπως συνήθως συμβαίνει, πρώτα από τη σφαίρα της φαντασίας σ’ εκείνη της λογικής, αλλά ακολούθησε αντίστροφο δρόμο.  Από τα 1814 ως τα 1822 βρίσκεται στο απόγειο της διανοητικής και ποιητικής του προσφοράς. Χωρίς τη βοήθεια των δασκάλων, έμαθε τα ελληνικά και τα εβραϊκά. Το 1813 συνέγραψε την «Ιστορία της Αστρονομίας» και το 1815 το «Δοκίμιο για τα λάθη των Αρχαίων» και δυο τραγωδίες «Οι Ινδικές αρετές» και «Πομπήιος και Αίγυπτος». Στα 1819, έτος που ολοκλήρωσε σχεδόν τις φιλολογικές και επιστημονικές του μελέτες, μια αρρώστια των ματιών, μαζί με τα πρώτα σημάδια της ραχίτιδας, αποτέλεσμα μιας ακαταπόνητης πνευματικής προσπάθειας χρόνων, στάθηκαν αιτία να αποκαλυφθεί η ποιητική αποστολή του, που είχε βέβαια δείξει τα σημάδια της νωρίτερα από το 1815 και το 1816. Έτσι ουσιαστικά απ’ αυτό το χρόνο, περνά επίσημα από τη «λογιότητα» των θεολογικών και φιλολογικών μελετών στην ομορφιά της ποίησης. Την ιδία εποχή που ανατέλλει και μεγαλουργεί το άστρο του Leopardi, ένας άλλος φημισμένος ποιητής της Ιταλίας εκείνης της περιόδου ο Ούγκο Φώσκολο (με την ελληνική ψυχή) καταδιωγμένος από τη φτώχια αλλά και για τις ιδέες του σε μια Αυστριακοκρατούμενη Ιταλία, μαζί με τον προστατευόμενο του τον Κάλβο, περιπλανιέται από την Ιταλία στην Ελβετία και στο Λονδίνο. Είναι ακόμη η εποχή που στην Ιταλία είναι διαδεδομένη η μελέτη της κλασικής αρχαιότητας και κάθε διανοούμενος που σέβεται τον εαυτόν του είναι μεθοδικός μελετητής των Ελλήνων και Λατίνων κλασικών. Όμως η κλασική ποίηση, (φανατικός οπαδός της οποίας ήταν ο Φόσκολο) κάτω από την επίδραση των νέων ρευμάτων της ρομαντικής σχολής του Μιλάνου, θεωρείται «ποίηση των νεκρών». Με το ποίημά του «Στην Ιταλία» γραμμένο στα 1819 εμπνευσμένο από την οικτρή κατάσταση της αλυσοδεμένης χώρας του και αναπολώντας συγχρόνως την ηρωική ατμόσφαιρα της Αρχαίας Ελλάδας, ο Leopardi μετατρέπεται σ’ ένα ρομαντικό φιλελεύθερο πατριώτη ποιητή που στρέφει το ενδιαφέρον του στον Γκαίτε, στον Μόντι, αλλά και στο έργο του Ούγκο Φώσκολο.Ακόμη και μετά το 1822 όπου κάνει το πρώτο ταξίδι του στη Ρώμη, ο κόσμος που ανακάλυψε έξω από τα τείχη του Recanati αρχικά δεν κατόρθωσε να τον συγκινήσει. Γύρισε στον τόπο του το επόμενο έτος περνώντας αυτή τη φορά από τη σφαίρα της «φαντασίας» (ποίηση) σ’ εκείνη της «φιλοσοφίας» με το έργο του «Μικρά Ηθικά» μέσα από το οποίο περνάει μαζί με τη λογιότητα και η ποιητική φαντασία. Από το 1825,ως το 1827 βρίσκεται στο Μιλάνο και στη Μπολόνια συνεχίζοντας με έντονους ρυθμούς την πνευματική του δράση, και στη συνέχεια επισκέπτεται τη Φλωρεντία όπου έρχεται σε επαφή με τον άλλο μεγάλο Ιταλό ποιητή τον Alessandro Manzoni. Για λόγους υγείας μετακόμισε τον ίδιο χρόνο στη Πίζα, όπου καταπιάστηκε πάλι με την ποίηση, και λίγο αργότερα το 1828 έφυγε πάλι για τη Φλωρεντία απ’ όπου γρήγορα επέστρεψε στο Recanati, όπου παρέμεινε ως το 1830 συνεχίζοντας την ποιητική του κυρίως δημιουργία. Κομβικό σημείο αυτή την περίοδο της ζωής του, η γνωριμία του με τον Pietro Giordani τον μεγαλύτερο συγγραφέα της Ιταλίας, αλλά και τον φίλο του Antonio Ranieri που έζησε μαζί του από το 1830 και επιμελήθηκε την έκδοση του έργου του μετά τον θάνατό του.Το 1833 έφυγε οριστικά από το Recanati και εγκαταστάθηκε στη Νεάπολη όπου και πέθανε στα 1837 σε ηλικία 39 χρονών.
Στο λόφο του Απείρου, στο μοναστήρι του Santo Stefano, στεγάζεται σήμερα το Παγκόσμιο Κέντρο Ποίησης και Πολιτισμού αφιερωμένο στον G. Leopardi. Χώρος για συνέδρια, σεμινάρια, και πολιτιστικές εκδηλώσεις, όπου νέοι και επιστήμονες από όλο τον κόσμο μπορούν να βρουν φιλοξενία. Αυτή η έντονη σχέση του τόπου με την ποίηση, είναι άλλωστε εκείνη που προσδιόρισε και την ονομασία της μικρής πολιτείας του Recanati ως «πόλη της ποίησης».        

     Το λογότυπο του Παγκ. Κέντρου Ποίησης G.Leopardi
Είναι διαπιστωμένο πως ο Σολωμός γνώριζε το έργο του Ιταλού συνομηλίκου του, ήδη από το 1831 αν όχι από παλαιότερα, και φαίνεται να έτρεφε εκτίμηση απέναντι στο φιλολογικό έργο του, πίστευε όμως πως ο τίτλος του μεγάλου ποιητή της Ιταλίας εκείνης της περιόδου δεν ανήκε στον Giacomo Leopardi, αλλά στον ρομαντικό ποιητή και μυθιστοριογράφο Alessandro Manzoni.Περπατώντας στους δρόμους της πόλης, σκέπτομαι πως και ο δικός μας ο Ανδρέας Κάλβος, με όλες τις μεγάλες διαφορές των δυο προσωπικοτήτων, θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις ανάλογες με του Giacomo, να είχε αναδειχθεί σε μια ποιητική και κυρίως φιλοσοφική προσωπικότητα πρώτου μεγέθους. Ξεκίνησε κι αυτός γράφοντας δυο τραγωδίες. Αυτοδίδακτος και φτωχός, με την ιδιαίτερη πατρίδα του να αδιαφορεί για την στήριξη των σπουδών του, ζώντας στη σκιά του Φώσκολο, κυνηγημένος για τις φιλελεύθερες ιδέες του, με μια ζωή γεμάτη αξιοπρέπεια και αγώνα για επιβίωση. Σύνθετη επιστημονική προσωπικότητα, με τεράστιες γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, Λατινικών, Ξένων γλωσσών, Μαθηματικών, Θεολογίας και Αστρονομίας, αλλά και εκπαιδευτικό έργο σημαντικό, παρά τον δύσκολο και ιδιόμορφο χαρακτήρα του, κατόρθωσε το ακατόρθωτο, ακόμη κι αν δεν πρόλαβε να βρει η ποίησή του διέξοδο στον ευρωπαϊκό ρομαντισμό και στη γλώσσα του λαού του νησιού του.
Φεύγοντας άφησα πίσω μου το Recanati,- μια "πόλη του μπαλκονιού"- ν αγναντεύει ευτυχισμένο ολόγυρα το Μάρκες ως τα Απέννινα και ως την Αδριατική, με τη δόξα του ποιητή να του περισσεύει.
                                                                           
                                                                                                                                                                               Λ.Κατσιγιάννης




Πηγή: leovard Το είδωλο της γης μου
                                                                           

Σάββατο 3 Αυγούστου 2019



              O ANΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΣΤΟΝ ΠΟΡΟ
              (3 Αυγούστου 1975)

              Και να που φάνηκε ο Ανδρέας Εμπειρίκος
              στον Πόρο
              τα δάχτυλά του κίτρινα καμένα απ' τα τσιγάρα
              τσιγάρα να καίνε σαν κεριά
              γύρω γύρω στα τραπέζια
              τσιγάρα πάνω στις καρέκλες
              τσιγάρα παντού
              κι άγρια κόκκινα ποδήλατα να περπατάνε.
              Ωραίος σαν αετός ο Εμπειρίκος
              τα μάτια του να καίνε.
              -Πως απ' τον Πόρο Αντρέα;
              εσύ πάντα πήγαινες στην Άνδρο.
              -Κι εσύ Μίλτο, έπρεπε να ήσουνα 
              στην Ύδρα, γιατί στον Πόρο;
              Και τότε έσκασε εκείνο το ωραίο 
              το φοβερό γέλιο του·
              πετάχτηκαν τρομαγμένα τα σπουργίτια
              ένα σύννεφο σπουργίτια
              πέρα απ' τον θάνατό του.

               Μ.Σαχτούρης



Πέμπτη 1 Αυγούστου 2019




              Γύθειο.  Αύγουστος 1971

             Ήταν όνειρο εκείνη η βραδιά
             η απαλή στο γαλήνιο λιμάνι:
             μόλις κούναγε αργά τα κουπιά
             ο ψαράς για να βγει πυροφάνι.

             Ενανούριζε η άπλα η υγρή
             στα νερά της το νέο φεγγάρι
             κι ήσυχα είταν, σαν να’ χε η ζωή
             σταματήσει μια ανάσα να πάρει.

             Γλαρωμένος  θαμπόβλεπε ο νους
             αλαφρύς από πόθους κι ελπίδες
             να σκορπάν στους βαθιούς ουρανούς
             οι στερνές της ημέρας αχτίδες.

             Ώσπου φάνηκε αρχή ντροπαλό,
             μετά λάβρο του πόθου τ’ αστέρι
             χύσαν φως οι φανοί στο γιαλό
             κι οι ταβέρνες αρχίσαν νυχτέρι.

                  Β.Ρώτας




Πηγή: leovard Το είδωλο της γης μου
                    

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις