O τρελαγέρας
Εψές
το βράδυ ο τρελαγέρας
πήρε
τη λεύκα παραμάσκαλα
και
με το χάραμα της μέρας
ξάπλωσε
τη μουριά τ’ανάσκελα.
Και
με τις πρώτες ηλιαχτίδες
σ’
έβγαλε άρον-άρον στο μπαλκόνι σου
κι
έλυσε τις χρυσές κοτσίδες
και
τη μαλαματένια ζώνη σου.
Έπαιξε
ούτι και ταμπούρλο
για
να μην κλαίει στην κούνια η κόρη σου
κι
ως με της εκκλησιάς τον τρούλο
ανέβασε
το μισοφόρι σου.
Άρπαξε
τις κρυφές σου σκέψεις
και
τ’ατλαζένιο σου πουκάμισο
κι
ήσουν, γλυκιά μου, αν το πιστέψεις,
καθώς
η Εύα στον Παράδεισο.
Κι
ήταν τα στήθια σου άσπρα ρόδια
-λεύτερα
από μετάξι και λινό-
κι
ανάμεσα στα δυο σου πόδια
θαρρείς
πως έλαμπε η πανσέληνο.
Βασίλης Πολύζος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου