Σελίδες

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022

 Ελληνορωσικές σχέσεις

Η Ρωσία, υποτίθεται ότι είναι μια αδελφική Ορθόδοξη χώρα για τους Έλληνες. Η συμβολή των Ελλήνων στην ανάπτυξη της κρατικής υπόστασης της Ρωσίας είναι μεγάλη και οι Έλληνες κατείχαν πάντα ψηλές θέσεις στην ρωσική κοινωνία. Ένας πολιτισμός χιλίων χρόνων, που προέρχεται από την Ελλάδα. Επί αιώνες ο ελληνικός λαός λάτρευε τη Ρωσία. Η απιστίες της όμως, στα νεώτερα χρόνια, τον μετέτρεψαν σ’ έναν προδομένο εραστή της. Ακόμη και σήμερα, η καρδία μας είναι στη Ρωσία, αν και το μυαλό μας είναι στη Δύση. Από το βάπτισμα της συζύγου του Igor, ηγεμονίδας του Κιέβου, Όλγας, το 967 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός που θεωρείται ως πρόδρομο του εκχριστιανισμού της χώρας[1] ως τον μεγάλο πρίγκιπα Βλαδίμηρο που τo 988 με τον γάμο του με τη βυζαντινή πριγκίπισσα Άννα, οδήγησε τη Ρωσία του Κιέβου στην πολιτισμική τροχιά του Βυζαντίου, προσφέροντας τους πρώτους αγίους της Ρωσίας, τον Βόρις και τον Γκλέμπ, και από τον αγιογράφο Θεοφάνη τον Έλληνα και την Σοφία Παλαιολογίνα, ως τον Μάξιμο τον Γραικό[2] και την εποχή του Μ. Πέτρου και της Αικατερίνης  Β΄, μια πλειάδα από αξιόλογους Έλληνες σε θρησκευτικές, στρατιωτικές και επιστημονικές θέσεις, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και πολιτισμική ζωή της Ρωσίας.  Ο 18ος και 19ος αιώνας είναι οι αιώνες που έγινε μαζική εγκατάσταση Ελλήνων στη Ρωσική Αυτοκρατορία, κυρίως την Οδησσό της Ουκρανίας, τη Νέα Ρωσία, όπως ονομάζονταν τότε. Τα άσχημα παιχνίδια και οι ρωσικές μεθοδεύσεις μιας επεκτατικής πολιτικής του τέλους του 19ου αιώνα[3], έφεραν τη δυσπιστία και ανταγωνιστικότητα, στα πλαίσια της Ορθοδοξίας. Από τότε, με τη Ρωσία συνεχίζει να υπάρχει μονίμως ένα κενό. Το 1919, μας έστειλαν οι σύμμαχοι να πολεμήσουμε τους Μπολσεβίκους στην Ουκρανία και αυτό μας κόστισε αργότερα με τη στροφή του Λένιν στον Κεμάλ, αλλά και οι Ρωμιοί στην Κριμαία, έμειναν στο έλεος των Κόκκινων. Στη συνέχεια, την περίοδο του κομμουνισμού και του Ψυχρού πολέμου, οι ελληνορωσικές σχέσεις καταποντίστηκαν. Το 1937, με απόφαση της σταλινικής ηγεσίας, η ελληνική μειονότητα της Κριμαίας στοχοποιήθηκε και οι αυτόνομες ελληνικές περιοχές καταργήθηκαν. Με την «περεστρόικα» άρχισε πάλι μια προσπάθεια αναγέννησης του ελληνισμού της Ουκρανίας.

Μια ρωσική παροιμία λέει: «…Ο Έλληνας είναι το δεξί χέρι του Θεού…». Το χριστιανικό ομόδοξο, διδάχθηκαν οι Ρώσοι από τους Έλληνες. Η δυσπιστία όμως των Ελλήνων απέναντι στις προθέσεις της Ρωσίας, έχει την εξήγησή της από παλιότερα. Από τα χρόνια που η ανιψιά του τελευταίου Αυτοκράτορα των Ελλήνων, η Σοφία Παλαιολογίνα, παντρεύτηκε το Ρώσο δούκα Ιβάν Γ΄ και  μεταβίβασε τα δικαιώματά της στο Βυζαντινό Θρόνο, οι Ρώσοι είχαν καλλιεργήσει την ιδέα να πάρουν πίσω την Κωνσταντινούπολη. Ο Μεγάλος Πέτρος, στάθηκε ο πρώτος μεγάλος οραματιστής της ιδέας, να καταληφθεί η Κωνσταντινούπολη για να απελευθερωθεί ο ελληνικός λαός, και με  εντολή του εκδόθηκε το 1709 στη Μόσχα η «Ιστορία της Ελλάδας». Εξουσιοδότησε τον πρεσβευτή του στην Κωνσταντινούπολη Τολστόι, να κάνει επαφές μεταξύ των ορθόδοξων για τη στρατολόγησή τους, σαν ναυτικούς. Τότε ανέλαβε ο Έλληνας Μπότσης την διοργάνωση του στόλου της Βαλτικής. Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος το 1711 γκρέμισε τα όνειρά του. Η διάδοχός του, Πρωσίδα Αικατερίνη που είχε μυηθεί στην Αρχαία Ελλάδα από τον Ευγένιο Βούλγαρη, καλόπιανε από καιρό τους Έλληνες με δώρα σε εκκλησιές και μοναστήρια, σκόρπιζε πράκτορες παντού και έταζε ξεσηκωμούς. Έτσι το 1770 στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774 ο ρώσικος στόλος που είχε φτάσει από τη Βαλτική στη Μεσόγειο υπό τον Αλέξη Ορλώφ, ξεσήκωσε το Φεβρουάριο την Πελοπόννησο και τα νησιά και γρήγορα τους εγκατέλειψε στο μαχαίρι των Τουρκαλβανών. Στη Σμύρνη οι δυο στόλοι ήρθαν αντιμέτωποι. Ο τούρκικος, καθόλου προετοιμασμένος, έπαθε ολική καταστροφή και τα απομεινάρια του μπήκαν πανικόβλητα στο λιμάνι του Τσεσμέ για να προστατευτούν από τα πυροβόλα του κάστρου, αλλά οι Ρώσοι είχαν στρέψει τα πυροβόλα σ’ ολόκληρη την πόλη, που έγινε στάχτη κι αποκαΐδια, σε λίγες μόνο ώρες, χωρίς να λογαριάζεται αν χτυπάνε Έλληνες ή Τούρκους. Όσοι μπήκαν στην επανάσταση που έφεραν οι  Ρώσοι, μετά το σβήσιμό της, έχασαν τα κεφάλια τους και τα καράβια τους. Ο τόπος, έκανε μια γενιά να συνέλθει από το κακό. Η περίπτωση των Ορλωφικών που αποτελεί μια χαμένη επανάσταση, μπορεί να ξεκίνησε από τα ερωτικά παιχνίδια του Γρηγόρη Ορλώφ με την γερμανικής καταγωγής Αικατερίνη, -όπως και η επιρροή του Ποτέμκιν που υπήρξε κι αυτός μεγάλος έρωτάς της,- αλλά στο τέλος πλήρωσε τη νύφη η Ελλάδα. Μετά την απόσυρση των ναυτικών ρωσικών δυνάμεων, μεγάλοι πληθυσμοί αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στη Μικρά Ασία ή ακόμη στη Κριμαία και τη Χερσώνα, όπου σήμερα ανθεί μια μεγάλη ελληνική παροικία, παρά τους διωγμούς του Στάλιν. Οι Παπαζώλης, Χαρβούρης και Μελισσινός[4], επιφανείς συνεργάτες της αυτοκράτειρας, στην οποία ασκούσαν μεγάλη επιρροή λόγω φιλίας με τους αδελφούς Ορλώφ, εισηγήθηκαν στην Αικατερίνη Β΄ ένα γενικότερο ξεσηκωμό των υπόδουλων λαών, τροφοδοτώντας βέβαια και τις δικές της φιλοδοξίες, ως μέσο πιέσεως. Ο ξεσηκωμός αυτός, αποδείχτηκε καταστρεπτικός για την Ελλάδα, αλλά έδωσε και ένα μάθημα ότι δεν πρέπει να περιμένει σωτήρια από τους ξένους. Η Αυτοκρατορική Ρωσία, φυσικό ήταν να μην μπορούσε να δει την ελληνική αναγέννηση με καλό μάτι. Υποδαύλιζε την ελληνική αντίσταση στον Τούρκο, φούσκωνε τα μυαλά των Ελλήνων με επαναστατικό αέρα για δικούς της λόγους, και μετά τους εγκατέλειπε στη μοίρα τους. O πρώτος Ρωσοτουρκικός πόλεμος, έκλεισε με τη συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζί (1774) που έκτος των άλλων αναγνώρισε το δικαίωμα της ρώσικης προστασίας στους ομόδοξους χριστιανικούς λαούς της βαλκανικής και ευνόησε τους Έλληνες ναυτικούς να σηκώσουν στα πλοία τους την ρωσική σημαία. Έτσι ουσιαστικά δεν πήγε τελείως χαμένη εκείνη η προσπάθεια ξεσηκωμού, πάρα το οικτρό τέλος της. Έπειτα, από λίγα χρόνια με εισήγηση του Ποτέμκιν, η Αικατερίνη συνέλαβε το «Ελληνικό σχέδιο» που ήταν βασισμένο στην επανίδρυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, με Ρώσο Αυτοκράτορα. Σε συνεννόηση με τους Αυστριακούς, ξεκίνησε νέο κύκλο εχθροπραξιών με την Τουρκία (1787-1792). Οι Αυστριακοί πολιόρκησαν το Βελιγράδι (1787) και οι Ρώσοι εισέβαλαν από τα βόρεια σύνορα της Τουρκίας. Αυτή τη φορά, οι Τούρκοι είναι οργανωμένοι σε όλα τα μέτωπα. Γρήγορα ξεθυμαίνει η ορμή των Αυστριακών από την επέμβαση του τουρκικού στρατού και η Ρωσία συνεχίζει μόνη της ως το 1792. Σ’ αυτό το διάστημα, ο Λάμπρος Κατσώνης, Έλληνας ναύαρχος του Ρωσικού ναυτικού με μεγάλες ναυτικές επιτυχίες στη Μεσόγειο από τον προηγούμενο πόλεμο, δημιουργεί συνεχή αντιπερισπασμό ως το 1792 που υπογράφεται η συνθήκη του Ιασίου, χωρίς όμως να σταματήσει τις καταδρομικές του ενέργειες έστω και χωρίς τη στήριξη της Ρωσίας. Η πολιτική της Αικατερίνης Β΄ στα Βαλκάνια με τους δύο Ρωσοτουρκικούς πολέμους, χωρίς αμφιβολία, είχε επίδραση στην επαναστατική σκέψη του Ρήγα, που βασίστηκε όμως στον Ναπολέοντα. Διακόσια χρόνια πίσω από σήμερα, ο συνασπισμός Ρώσων και Τούρκων, αποσπά τα Επτάνησα από τους Γάλλους και εγκαθιδρύει μια αριστοκρατική κυβέρνηση, που έγινε παραδόξως περισσότερο ανεκτή από τον επτανησιακό λαό ως το 1807, που αλλάζουν πάλι χέρια τα νησιά, περνώντας διαδοχικά από τους αριστοκρατικούς Γάλλους, στους Άγγλους. Θα περάσουν κάμποσα χρόνια ως το 1821. Στα χρόνια αυτά, στην αυλή του τσάρου Αλέξανδρου, αναδείχτηκε ο μεγαλύτερος πολιτικός της νεώτερης Ελλάδας ο Ιωάννης Καποδίστριας, που  στηρίχτηκε από την ρωσική πολιτική, και αργότερα ως κυβερνήτης, έπεσε θύμα στα συμφέροντα των Αγγλογάλλων. Ο μεγάλος Ρώσος ποιητής Αλέξανδρος Πούσκιν, που ευαισθητοποιήθηκε από τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία και ήρθε σε επαφή με τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, στα ποιήματά του που έγιναν τραγούδια γενικής εξέγερσης στα Βαλκάνια, αναφέρεται στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Ο Πούσκιν ήταν αποδέκτης της εύνοιας του Καποδίστρια, όταν εξορίστηκε για την κριτική που ασκούσε στο τσαρικό καθεστώς με το ποιητικό του έργο. Ο τσάρος Αλέξανδρος Α´ όταν στο Συνέδριο της Ιερής Συµµαχίας  στο Laybach (Λιουμπλιάνα) πληροφορείται την επαναστατική προετοιμασία των Ελλήνων, αντιμετωπίζει το γεγονός αρνητικά. Η Ρωσία δεν αισθάνονταν ότι μπορούσε  να αναλάβει το ρίσκο ενός νέου πολέµου. Μετά την κήρυξη της Επανάστασης του 1821 και τα έκτροπα που ακολούθησαν στην Πόλη σε βάρος του ελληνικού στοιχείου, με αποκορύφωμα το κρέμασμα του Πατριάρχη, η  Ρωσία  έδωσε διαβατήρια στους Έλληνες, ώστε να σωθούν από τους διωγμούς και πολλοί κατέφυγαν τότε στην Οδησσό. Εκεί τάφηκε και το λείψανο του Γρηγορίου Ε΄. Ο θάνατος του Αλεξάνδρου Α΄ το 1825, χώρισε σε δυο μερίδες όχι μόνο τους Ρώσους, αλλά και τους Έλληνες, για το ποιος έπρεπε να είναι ο νέος τσάρος (ο Κωνσταντίνος ή ο Νικόλαος) που θα επηρέαζε και το μέλλον της εμπορικής δράσης τους στην περιοχή. Ήταν καιρός να αλλάξει η άψυχη πολιτική πού εφάρμοζε η Ρωσία απέναντι στην ελληνική Επανάσταση, κάτω από την πίεση των Αυστριακών. Πάντα οι Έλληνες έτρεφαν υπέρμετρες ελπίδες στους Ρώσους για την παροχή σημαντικής βοήθειας για την αποτίναξη της σκλαβιάς τους. Με τον Νικόλαο Α΄, φάνηκε μια θετικότερη αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος, σε κοινή συνεννόηση βέβαια με τους Αγγλογάλλους. Η πολιτική της Αγγλίας που άλλαξε με τον Κάνινγκ τo 1822 και η άνοδος του φιλελληνικού ρεύματος από την Δυτική Ευρώπη, μείωσε στη συνέχεια την επιρροή της Ρωσίας στο ελληνικό ζήτημα.Η  παρέμβασή της στην ναυμαχία του Ναβαρίνου και η επιρροή που άσκησε στη διακυβέρνηση του Καποδίστρια (1827-1833) είναι και οι τελευταίες θετικές αναλαμπές στις σχέσεις των δύο λαών. Λίγο πριν, ο πόλεμος των Ρώσων με τους Οθωμανούς με κατάληξη τη Συνθήκη της Ανδιανουπόλεως, το 1829, επισφράγισε την ελληνική ανεξαρτησία[5]Ο Βασιλιάς Όθωνας παρά το αυταρχικό περιβάλλον του, ενστερνίστηκε τη Μεγάλη ιδέα και εκμεταλλευόμενος τις καλές σχέσεις του με τη Ρωσία, στον Κριμαϊκό πόλεμο του 1854, οργάνωσε και έστειλε αντάρτικες ομάδες να ξεσηκώσουν τη Θεσσαλία και τη Ήπειρο. Η παρέμβαση όμως του μικτού Αγγλογαλλικού στόλου που ελλιμενίστηκε απειλητικά στο λιμάνι του Πειραιά, τα πληρώματα του οποίου μετέδωσαν και τη χολέρα στην πόλη, δρομολόγησε την έξωσή του. Στην πραγματικότητα, η ίδια ένταση αντιπαράθεσης με τους Γερμανούς, τους Γάλλους και τους Άγγλους, χαρακτηρίζει διαχρονικά μετά κυρίως την απομάκρυνση του Όθωνα και τις ελληνορωσικές σχέσεις. Από τότε ως τις μέρες μας, το τιμόνι της χώρας το παίρνουν οι Αγγλογάλλοι και η ρωσική επιρροή στην Ελλάδα μεταλλάσσεται από ουδέτερη, ως ελαφρώς εχθρική, ενώ από τα μέσα του 19ου αιώνα προωθείται το πανσλαβιστικό σχέδιο στα Βαλκάνια[6], με αιχμή του δόρατος τη Βουλγαρία που στιγμιαία πήρε σάρκα και οστά με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και που ευτυχώς ανατράπηκε με το Συνέδριο του Βερολίνου. Το Μακεδονικό ζήτημα, είναι μια ιδέα που έχει τις ρίζες του στην τσαρική Ρωσία και αργότερα την ΕΣΣΔ με σκοπό τον διαμελισμό της Ελλάδας και αποτελεί προέκταση της πολιτικής καθόδου των Ρώσων του προηγούμενου αιώνα, στη Μεσόγειο μέσω της Μακεδονίας, που αποτελεί χώρο μεγάλης στρατιωτικής και πολιτικής σημασίας. Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Ρωσία επέρχεται επικίνδυνα στην περιοχή, με πρόταση  που επιζητούσε τη διεθνοποίηση του Αγίου Όρους. Στην Ελλάδα που είχε περάσει στην αγγλική σφαίρα επιρροής χωρίς εγγυήσεις, επένδυσε σιωπηρά η ΕΣΣΔ από το 1920 στην κομμουνιστική ιδεολογία και κυρίως μετά την απελευθέρωση, αν και είχε συμφωνήσει με τις άλλες δύο μεγάλες δυνάμεις, στον καταμερισμό της Βαλκανικής. Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, από τους πρώτους που αναγνώρισαν την FYROM ήταν η Ρωσία του Γιέλτσιν, πράγμα που υποδηλώνει την επιρροή που ήθελε να ασκήσει στο νεογέννητο κρατίδιο.  

Στους αναγεννώμενους σήμερα ορθόδοξους Ρώσους, μπορούμε να θαυμάσουμε μια θρησκευτικότητα και ένα σεβασμό που αποπνέουν οι κινήσεις τους σε ένα ναό, σαν ένδειξη μιας υπέρμετρης τυπολατρείας που πίσω της μπορεί να κρύβεται μια μορφή χριστιανικής ιδιοτέλειας, που υποδηλώνει μια μορφή κομπλεξισμού απέναντι στην πρωτοκαθεδρία των Ελλήνων, από τους οποίους λείπει η τυπολατρία, όχι μόνο λόγω χαρακτήρα. Έτσι οι Ρώσοι στην προσπάθειά τους να ξεπεράσουν τους πνευματικούς πατέρες τους, υπερβάλλουν καμιά φορά μέχρι γελοιότητας. Έπειτα, η μαζική μετανάστευση του ελληνικού στοιχείου στην Αμερικανική Ήπειρο και κυρίως στις ΗΠΑ και τον Καναδά, σε μια περίοδο που είχε επιβληθεί ο Κομμουνισμός στη Ρωσία, απομάκρυνε περισσότερο την ελληνορωσική προσέγγιση και άφησε μετέωρο το ενδιαφέρον για τη τύχη του ελληνισμού της Κριμαίας (Αρχαία Ταυρίδα), της Τασκένδης και του Βόρειου Ευξείνου Πόντου, όπου στην περιοχή του Γκελεντζίκ (Αρχαία Τόρικος) υπάρχουν ακόμη και σήμερα περίπου 15.000 Πόντιοι που βρέθηκαν εκεί μετά την ποντιακή γενοκτονία, με ελληνικές εκκλησίες και σχολεία, όπως και στην νότια Ουκρανία.

Ο εμφύλιος, που ήταν μια από τις βασικότερες παρεμβάσεις της Κομμουνιστικής Ρωσίας, στην ιστορική διαδρομή της Ελλάδας, εξυπηρέτησε απόλυτα το Μακεδονικό ζήτημα. Έχοντας ως δορυφόρους στην περιοχή, την Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, θα της αρκούσε μια απόσπαση της ελληνικής Μακεδονίας και στη συνέχεια μια ενοποίηση της με τα άλλα δυο κομμάτια. Αυτός, ήταν ένας από τους ρόλους που ανέθεσε στο ΕΑΜ. Μια οργάνωση που συγκροτήθηκε αρχικά σε μια πλατιά αντιστασιακή βάση, εναντίον των Γερμανών και προβλήθηκε ως η μοναδική απελευθερωτική δύναμη. Αυτό, στην πραγματικότητα κράτησε ως τον χειμώνα του 1942. Μετά τις μάχες του Στάλινγκραντ, τον Φεβρουάριο του 1943 που αποτέλεσαν τις μεγαλύτερες και φονικότερες μάχες του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας, όπου οι Σοβιετικοί κατέστρεψαν τη γερμανική 6η Στρατιά, το ΕΑΜ έβγαλε την ψεύτικη  μάσκα του πατριωτισμού και έδειξε το πραγματικό πολιτικό του πρόσωπο, ενεργοποιώντας ένα σωρό δολοπλοκίες και το συνωμοτικό του μηχανισμό. Η συνέχεια, είναι γνωστή. Στις μέρες μας, πάλι «αριστερές» δυνάμεις βρέθηκαν να πουλάνε το Μακεδονικό με μια δεξιά(;) κυβέρνηση να αποδέχεται την ανομία.

Αυτή η δυσπιστία, με την Ρωσία που φτάνει ως σήμερα, αποτελεί την αιτία που δυσκολεύονται ακόμη και οι εμπορικές ανταλλαγές. Όσοι βέβαια υποστηρίζουν ότι οι Ρώσοι είναι οι επίγειοι άγγελοι, κάνουν λάθος, γιατί τα δικά τους συμφέροντα υπερασπίζονται, έστω και μέσω της Ορθοδοξίας. H πολιτική της Ρωσίας, ήταν πάντα άλλοι να τινάζουν το δένδρο και άλλοι να μαζεύουν τον καρπό. Βέβαια η Ρωσία όπως και η Ελλάδα, παράγει αγίους, κάτι που δεν συμβαίνει με τους υπερατλαντικούς συμμάχους μας. Αλλά κι αυτό αποτελεί σημείο ανταγωνισμού. Έτσι η  Ορθοδοξία με τους ανταγωνισμούς των Πατριαρχείων, λειτουργεί ανταγωνιστικά μεταξύ μας και όχι συμφιλιωτικά. H δυσπιστία και αντιπαλότητα στις μέρες μας, ανάμεσα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τη Ρωσική εκκλησία και η αμφισβήτηση της επιρροής του από αυτήν, είναι εμφανής, σε όλες τις γωνιές της γης, όπου συναντώνται τα συμφέροντά τους. Αυτό εκμεταλλεύεται η Αμερική και βοηθάει την Αρχιεπισκοπή και το Φανάρι, για να μας κρατεί μακριά από τη Μόσχα. Στις συνόδους των εκπροσώπων των εκκλησιών της Αμερικής που αντιπροσωπεύουν κάθε θρησκεία, αίρεση και πλάνη και δεν είναι λίγες, χάρη  κυρίως στον προτεσταντικό χριστιανισμό -πάνω από εκατό,- ο Έλληνας Αρχιεπίσκοπος κάθεται συνήθως δίπλα από τον Αμερικανό Πρόεδρο. O Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Αθηναγόρας, όταν εκλέχτηκε Πατριάρχης, ταξίδεψε με το Προεδρικό αεροπλάνο του Τρούμαν από τη Ν. Υόρκη στην Κωνσταντινούπολη. Το 1990 όταν ο τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Δημήτριος επισκέφτηκε τις Ηνωμένες Πολιτείες, του  επιφυλάχθηκαν τιμές αρχηγού κράτους, ίσως μεγαλύτερες και από εκείνες που επεφύλαξαν λίγο νωρίτερα στον Γκορμπατσόφ.  Από την άλλη μεριά, οι διαβεβαιώσεις για την λειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ότι εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για την Αμερικανική Κυβέρνηση, συνεχίζονται ως σήμερα. Yπάρχουν τρόποι να γνωρίσεις έναν ψεύτη σε ατομικό επίπεδο, άλλα όταν πρόκειται για συλλογικό ή διακρατικό ψέμα, τα πράγματα δυσκολεύουν. Είναι φανερό, ότι οι Αμερικανοί κάνουν κάθε τι, ώστε  το Πατριαρχείο να ενεργεί βάσει των συμφερόντων των ΗΠΑ, αλλά και ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, ως εκκολαπτόμενος  Πατριάρχης, θέλει να τα έχει καλά μαζί τους.

Ο ρόλος της Αμερικής δεν ήταν ο αναμενόμενος για εμάς. Δεν ξεχνάμε τις επικύψεις και ταπεινώσεις στις οποίες μας έχει υποβάλλει τουλάχιστον από το 1947 παίρνοντας το βούρδουλα της υποταγής από τους Άγγλους. Το  Μικρασιατικό, ο Εμφύλιος, το Κυπριακό, η Χούντα, το Μακεδονικό που ο χειρισμός του πέρασε πλέον σε δυτικά χέρια, μέσα σε 70 χρόνια σωρεύουν μεγαλύτερα προβλήματα απ’ όσα γέννησαν 300 χρόνια ελληνορωσικών σχέσεων. Ακόμη και στα Ίμια το 1996 ο προδοτικός ρόλος τους απέτρεψε μια χαριστική βολή στον τουρκικό στόλο. Στην Αμερική επίσης, δεν υπάρχουν ονόματα μεγάλων Ελλήνων που να έπαιξαν ρόλο στην ιστορία της, αφού άλλα συμφέροντα χειραγώγησαν τον αμερικάνικο λαό. Ακόμη και οι απόδημοι Έλληνες της Αμερικής, πότε δεν μπόρεσαν να παίξουν θετικό ρόλο στις ελληνοαμερικάνικές σχέσεις.  Έτσι αν οι ελληνορωσικές σχέσεις ήταν, "ένα κτύπημα στο καρφί και ένα στο πέταλο", οι ελληνοαμερικάνικες ήταν μονίμως "στο πέταλο".

Σήμερα, που τα  μεγέθη, οι ισορροπίες, και η δομή του κόσμου μας, με το φιλελεύθερο μοντέλο της Δύσης να ισοπεδώνει παραδοσιακές αντιλήψεις και να επιβάλει με ανθρώπους-μαριονέτες πρωτόκολλα υγειονομικής συμπεριφοράς,  αφαιρώντας την ελεύθερη βούληση, η πίστη μας στη Δύση είναι κλονισμένη και αμφισβητούμενη, τουλάχιστον από μια μεγάλη μερίδα του ελληνισμού.  

Με την κρίση του ουκρανικού, μέσα από υποχείριες πολιτικές φιγούρες, οι ΗΠΑ, ως ασύμφορος συνεταίρος, οδηγούν τη χώρα μας σε πολύ επικίνδυνες ατραπούς. Το παιχνίδι του καλού και του κακού που θέλει να επιβάλει με παραπληροφόρηση και μονομερή ανάδειξη των γεγονότων, απευθύνεται σε μη νοήμονες και δεν πείθει. Από την άλλη, τα λάθη του 1919 με την Ουκρανία επαναλαμβάνονται σαν φάρσα, εκατό χρόνια μετά, αλλά οι επιπτώσεις για τη χώρα μας θα είναι πάλι τραγικές. Η άγνοια των ιστορικών νόμων τιμωρεί. Η Ελλάδα, θα έπρεπε να είναι ένα εκκρεμές ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Μόνο έτσι θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια ευπρόσωπη και αξιοπρεπή πορεία στο σύγχρονο κόσμο. 


[1] Ο Yaroslav ο Σοφός συνδέει το όνομά του με τη χρυσή εποχή του πολιτισμού του Κιέβου. Έδωσε στην πόλη τη μορφή μιας χριστιανικής πρωτεύουσας. Τον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας, οικοδόμησε με Έλληνες που προσκάλεσε από την Πόλη.

[2] Ο Μάξιμος ο Γραικός, (1470–1556) γεννημένος στην Άρτα, με καταγωγή από τον Μυστρά, μοναχός της μονής Βατοπεδίου, κλήθηκε ως οργανωτής της Ορθόδοξης εκκλησίας της Ρωσίας, αλλά λόγω των θρησκευτικών και κοινωνικών προοδευτικών του αντιλήψεων, ήρθε σε σύγκρουση με το ιερατείο και με τον ίδιο τον τσάρο και καταδικάστηκε σε 23 χρόνια ειρκτή και ακοινωνησία. Τα τελευταία πέντε χρόνια τον αποφυλάκισε ο Ιβάν Δ΄ ο οποίος τον θαύμαζε και ήταν εγκάρδιος φίλος του. Επίσημος Άγιος σήμερα της ρωσικής εκκλησίας, θεωρείται ταυτόχρονα και κορυφαίος εκπρόσωπος της ρωσικής γραμματείας.

[3] Μετά τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους και με τη μειωμένη πλέον επιρροή που ασκούσε έπειτα από τον θάνατο του Καποδίστρια, η Ρωσία εγκατέλειψε τους Έλληνες και έγινε πρωταγωνιστής μιας φιλοσλαβικής πολιτικής στη χερσόνησο του Αίνου με κυρία εκπρόσωπο την Βουλγαρία. Στα πλαίσια της άσκησης αυτής της ρωσικής επιρροής, προέκυψε αργότερα και το Μακεδονικό ζήτημα.

 [4] Ο Πέτρος Μελισσινός (1726-1797) με καταγωγή από την Κεφαλονιά, ήταν ο πρώτος Ρώσος στρατηγός πυροβολικού που θεωρείται ο στυλοβάτης του ρωσικού στρατού από την τσαρική εποχή. Πέραν των στρατιωτικών του ικανοτήτων, λόγω της αγάπης του για το γαλλικό θέατρο, συγκρότησε έναν από τους πρώτους θεατρικούς θιάσους της Ρωσίας. Ανέπτυξε δικό του μασονικό σύστημα, γνωστό ως Τεκτονικός Τύπος Μελισσινού. Πέθανε το 1797 και κηδεύτηκε στη Λαύρα του Αλέξανδρου Νιέφσκι στην Αγία Πετρούπολη.

Ο Μαρίνος Χαρβούρης (1729-1782) εφευρετικός αντισυνταγματάρχης μηχανικού από την Κεφαλονιά, ήταν στην υπηρεσία της Αικατερίνης, η οποία του ανέθεσε την ανεύρεση και μεταφορά ενός γρανιτένιου μονόλιθου, κατάλληλου για να χρησιμοποιηθεί σαν βάση για ένα  μνημείο προς τιμήν του Μ. Πέτρου. Ο Χαρβούρης εντόπισε ένα τεράστιο ογκόλιθο, βάρους 2.000 τόνων στη Φινλανδία και στη συνέχεια ανέλαβε και το επίπονο έργο της μεταφοράς του από τους βάλτους της Φινλανδίας στην Αγία Πετρούπολη, όπου πάνω του τελικά στήθηκε ο ανδριάντας του Μ. Πέτρου, ο επιλεγόμενος «Μπρούτζινος Καβαλάρης». Το επίτευγμα του, ήταν ότι εκίνησε το μεγαλύτερο σε βάρος αντικείμενο που είχε ως τότε μετακινηθεί. Η μεγάλη αγάπη του για την πατρίδα, είναι εκείνη που επηρέασε την Αικατερίνη για τον ελληνικό ξεσηκωμό.

Ο Γεώργιος Παπάζογλου ή Παπαζώλης (1725-1775) έμπορος από τη Σιάτιστα, Αποδήμησε στη Ρωσία όπου συσχετίστηκε με τον Γρηγόριο Ορλώφ, στενό συνεργάτη της Αικατερίνης, κατατάχθηκε στο Πυροβολικό και ονομάστηκε λοχαγός. Ο Παπαζώλης εύγλωττος και πειστικός από τη φύση του,  έπεισε τον Ορλώφ να επισπευσθεί η επανάσταση των Ελλήνων και ανέλαβε να προετοιμάσει το έδαφος. Αφού μετέφρασε και εξέδωσε δαπάνη της Ρωσικής κυβερνήσεως, στρατιωτικό Κανονισμό, σε χιλιάδες αντίτυπα που απέστειλε στην Ελλάδα, κατέβηκε με άφθονα χρήματα στη Βενετία και την Τεργέστη, όπου ήρθε σε επαφή με επιφανείς Έλληνες και Σέρβους και στη συνέχεια κατέβηκε με άλλο όνομα στην Ήπειρο και τη Μάνη. Περιοχή άγονη και αραιοφυτευμένη όπου οι κάτοικοί της, ήταν οι μόνοι τότε Έλληνες που γνώριζαν να χειρίζονται όπλα. Η περιοχή της, ήταν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ημιανεξάρτητη και διοικούνταν από τον εκάστοτε μπέη που όριζε ο Σουλτάνος. Αυτό δεν εμπόδιζε τους Μανιάτες να προσπαθούν για την απελευθέρωση της Ελλάδας σε συνεργασία με τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις. Έτσι, λογικό ήταν εδώ να υπάρχει μεγάλη δυσπιστία για τις προθέσεις των Ρώσων, πόσο μάλλον που δεν είχε ο Παπαζώλης γραπτή εξουσιοδότηση της αυτοκράτειρας. Στην Καλαμάτα, πήρε κάποιες σοβαρές διαβεβαιώσεις και επέστρεψε στη Βενετία να ξεκινήσει με τους αδελφούς Ορλώφ, την προετοιμασία του ξεσηκωμού, μέσα σε ένα πλέγμα κατασκόπων και αντί κατασκόπων της Υψηλής Πύλης. Οι Μανιάτες εν τω μεταξύ, κάμφθηκαν, ενώ η Αικατερίνη έδινε το έναυσμα της εξέγερσης, ως αντιπερισπασμό στον πόλεμο που ξεκίνησε εναντίον των Τούρκων το 1768, χωρίς να είναι αποφασισμένη όπως φάνηκε να βοηθήσει σ’ ένα γενικό ξεσηκωμό. Αυτό αποτέλεσε ουσιαστικά, την πρόβα για την επανάσταση του 1821. Ο Ρωσικός στόλος, έφτασε στη νότιο Πελοπόννησο, λευτερώθηκε η Μάνη και ο Μυστράς, αλλά ο ξεσηκωμός του 1770 τελικά απέτυχε, λόγω κακού συντονισμού και παρέμβασης ισχυρών δυνάμεων Αλβανών. Η επανάσταση πνίγηκε στο αίμα και ο Παπαζώλης συνέχισε τον αγώνα στη θάλασσα με τον Λάμπρο Κατσώνη, ως το 1775  όπου έπαθε καρδιακό επεισόδιο και πέθανε σε ηλικία 50 ετών. Αλλά και ο αγώνας του Κατσώνη προδόθηκε από την τσαρίνα Αικατερίνη. Ο Κατσώνης μετά από έντονη ναυτική δράση, κατάφερε να δραπετεύσει στη Ρωσία με μερικούς από τους οπαδούς του. Εγκαταστάθηκε  στη Κριμαία, όπου και πέθανε. Στο κτήμα του Λιβάντια, κοντά στη Γιάλτα, που αγοράστηκε το 1799, χτίστηκε το ομώνυμο αρχοντικό του, που από το 1860 αποτέλεσε την καλοκαιρινή κατοικία των τελευταίων Τσάρων και στη μετασοβιετική εποχή μετατράπηκε σε ξενοδοχείο. Σ’ αυτό, τον Φεβρουάριο του 1945 πραγματοποιήθηκε η Διάσκεψη της Γιάλτας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στην Κριμαία κατέφυγαν μετά τα Ορλωφικά, μεγάλοι πληθυσμοί από την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου.

[5]Ο Φ. Ένγκελς, σε άρθρο του  της 19ης Απριλίου 1853 στη «New York Daily Tribune».  γράφει «Η σερβική εξέγερση του 1804 και ο ελληνικός ξεσηκωμός του 1821 υποκινήθηκαν λίγο-πολύ άμεσα από ρωσικό χρυσάφι και ρωσική επιρροή…». «Ποιος έκρινε τον αγώνα όταν εξεγέρθηκαν οι 'Ελληνες;'Οχι βέβαια οι συνωμοσίες και οι ξεσηκωμοί του Αλή πασά στα Γιάννενα, όχι βέβαια η ναυμαχία του Ναβαρίνου, όχι βέβαια η παρουσία του Γαλλικού στρατού στο Μοριά, ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, παρά ο Ντίμπιτς που προέλασε με τον ρωσικό στρατό μέχρι την κοιλάδα της Μαρίτσας(Έβρου) περνώντας τον Αίμο».

 [6] Το 1853 ο Τσάρος δήλωνε ότι: «….ουδέποτε θα επιτρέψη …τοιαύτην έκτασιν της Ελλάδος  ώστε να καταστή αύτη κράτος ισχυρόν», εφαρμόζοντας την πολιτική «της καθόδου στις θερμές θάλασσες». Τότε παρουσιάζεται και η ανιστόρητη θεωρία του Jacob Falmerayer με το έργο του «Ιστορία της χερσονήσου του Μορέως τον Μεσαίωνα» (1830) που τον έφερε σε σύγκρουση με το φιλελληνικό ρεύμα της Ευρώπης. 

Πηγή:Το είδωλο της γης μου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις