Σελίδες

Κυριακή 18 Απριλίου 2021

 

ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΣΤΟΝ Γ. ΒΙΖΥΗΝΟΝ

                                                                  


’'Εχουν ήδη συμπληρωθή εβδομήντα έννιά ολόκληρα χρόνια, σχεδόν αιώνας, από την ήμερα τού θανάτου του Γεωργίου Βιζυηνού (16-4-1890) καί κανείς μας νομίζω, δεν θά μπορούσε νά άμφιβάλλει πώς τή στιγμή αυτή το έργο τοΰ ποιητή, παραμένοντας πάντα επίκαιρο, εξακολουθεί νά συγκινή κάθε ελληνική ψυχή με τήν ίδια ζέση καί ένταση πού συγκινοΰσε καί τότε. Καί τούτο, γιατί τά νοήματα πού περιέχονται σ’ αυτό είναι ιδανικά καί πανανθρώπινα, αιώνια καί ακατάλυτα, άντέχοντας στο πέρασμα τοΰ χρόνου.. Πρόκειται γιά το έργο, πού δέν έχασε τίποτε από τή ζωντάνια καί τήν επικαιρότητά του, τη φρεσκάδα του καί τή συγκίνησή του, τήν αφέλεια καί τή χάρη του, καθώς καί τή γοητεία πού έξασκεϊ στις ψυχές μας, γιά ένα έργο πού αποπνέει τό λατρευτικό άρωμα τή; αγάπης προς τήν πατρίδα καί τή θρησκεία καί τήν ιδέα τοΰ ελληνισμού, πού ριζωμένος στις πανάρχαιες κοιτίδες τής ’Ανατολής καί τής Θράκης ξεριζώθηκε τόσο άδικα καί κατέρχεται ακόμα καί σήμερα εκεί στή μαρτυρική μας Κύπρο.

Μεγάλη λοιπόν είναι ή συγκίνησή μου, πού, μέ πρωτοβουλία τής «Εταιρίας Θρακικών Μελετών» ερχόμαστε σήμερα έδώ μπροστά στον τάφο τοΰ ποιητή νά τον τιμήσω με καί νά θυμηθούμε γιά λίγο τά περασμένα, ξαναζωντανεύοντας, όσο μπορούμε, τή γλυκεία του μορφή, γιατί αξίζει πολύ πάντα νά ανατρέχουμε σέ ποιητικές μορφές, πού κατά κάποιο τρόπο είναι ηγετικές μορφές, εφ’ όσον μέ τό έργο τους έχουν νά προσφέρουν στην ανθρωπότητα πολλά καί σπουδαία μηνύματα. Καί ό Γεώργιος Βιζυηνός ήταν μορφή ποιητική μέ πολλά μηνύματα. Γι’ αυτό καί το έργο του δέν λησμονήθηκε καί θεωρείται επίκαιρο. Όποιοδήποτε τομέα τοΰ έργου του κι’ άν έξετάσωμε, θά δούμε ότι παντού διακρίνεται ή αγάπη του προς τον άνθρωπο καί ό ύμνος του προς τά άνθρωπιστικά ιδεώδη. Τόσο τό ποιητικό του έργο όσο καί τό πεζογραφικό έχει πολλά νά μάς διδάξη.

Ποιός από μάς μπορεί νά ξεχάση ποτέ τό ποίημα εκείνο πού μάς γαλούχησε στά παιδικά μας χρόνια καί μάς συγκινεΐ τόσο ώστε καί σήμερα ακόμη νά περιλαμβάνεται σέ όλα τά επίσημα αναγνωστικά των σχολείων (Δημοτικού καί Γυμνασίου) όταν μιλάη γιά το φαινόμενο τοΰ Αποχωρισμού, ένα φαινόμενο, πού χιλιάδες τώρα χρόνια αποτελεί τή μοίρα τού ‘Έλληνα πού ταξιδεύει, ένα φαινόμενο, πού είναι είναι τόσο δεμένο μέ τή θάλασσα καί τις φουρτούνες της; Μόνο ο Βιζυηνός ξέρει νά δονή τις χορδές τής καρδιάς μας καί πολύ περισσότερο τις παιδικές όταν μέ μία συγκρατημένη θλίψη, πού δέν παραγνωρίζει τή σκληρή πραγματικότητα, λέει:

Φορτούνιασεν ή θάλασσα καί βουρκωθήκαν τά βουνά

είναι βουβά τ’ αηδόνια μας καί τά ούράνια σκοτεινά 

κι ή δόλια μου ή ματιά θολή!

Παιδί μου, ώρα σου καλή !

Στενά δεμένη με τον πόθο του "Ελληνα για τά ταξίδια προς τις χώρες τής γοητείας καί τοϋ μυστηρίου τοΰ άγνωστου, μέ τούς απειράριθμους κινδύνους πού παραμονεύουν σέ κάθε βήμα του τον ανύποπτο ταξιδιώτη, είναι καί ή ξενιτειά, τραγουδημένη από τον Βιζυηνό μέ τρόπο τέτοιο, πού μόνο ένας "Ομηρος μπορούσε να εξύμνηση όταν τον «νόστο» θεωρή ώς βάση τής "Οδύσσειας. Ποιος άπο μάς δεν αναπολεί τον ομηρικό «νόστο» τοΰ Όδυσσέα πού «.ίεμένος καί καπνόν άποθρώσκοντα νοήσαι, ής γαίης θανέειν ίμείρεται», όταν άκούη τούς στίχους τού Βιζυηνοΰ μέ τό ίδιο ακριβώς κεντρικό νόημα τής Οδύσσειας; Μόνο ό Βιζυηνός ήταν ικανός στόν χώρο τής νεοελληνικής ποιήσεως πού έχει θέμα της την ξενητιά νά τήν τραγούδήση μέ τέτοια ανεπανάληπτα λόγια:

 Εψές ο ήλιος έδυε στην άγια μου πατρίδα

κι ένα τού δώσαν μήνυμα σέ θλιβερήν αχτίδα

νά μοΰ τό φέρη εμένα.

'Θέλω νά δώ τήν μάννα μου, τ’ αδέλφια νά φιλήσω

στον τάφο τοΰ πατέρα μου θέλω νά προσκυνήσω.

Βαρέθηκα τά ξένα!

Αλλά και ποιος ακόμα, θά μπορούσε νά ξεχάση ποτέ τά ποίημα εκείνο, πού έθρεψε καί τρέφει τά Ελληνόπουλα άπο τά πρώτα τους βήματα στο σχολείο, όταν γεμάτο μυστικοπάθεια καί πίστη ακλόνητη προς τόν Δημιουργό μας, τραγουδή τήν «Ελπίδα στον Θεό» μέ τούς στίχους:

Κι άν δέν μοΰ μείνη εντός τού κόσμου  

πού ν’ άκουμπήσω, νά σταθώ,

εκεί ψηλά ειν’ ο Θεός μου.  

Πώς ήμπορώ ν’ απελπιστώ;

Πρόκειται γιά ένα ποιητή μέ παιδική καρδιά καί αφέλεια, κυριευμένο από συναισθήματα πατριδολατρίας καί θρησκευτικότητος, πιστό στις παραδόσεις καί τούς θρύλους τού ελληνισμού, ανεπηρέαστο από ξένες διαβρωτικές επιδράσεις, ποιητή καί πεζογράφο μέ γνήσιο ελληνικό φρόνημα γεμάτο από αγνά πατριωτικά αισθήματα, ποιητή μεγαλοπρεπή στήν ταπεινότητά του, ποιητή πού ένοιωσε καί τραγούδησε τήν παιδική ψυχή όσο ελάχιστοι άλλοι "Ελληνες λογοτέχνες, γιατί κι’ αυτός ήταν πάντα «παιδί». Τά. «παιδικά τραγούδια» του είναι ανυπέρβλητα καί έχουν πιά τελεσίδικα παγιωθή στον χώρο τής νεοελληνικής μας γραμματείας ώς κλασσικά στο είδος τους.

Θά, ήταν αδύνατο μέσα στα ελάχιστα χρονικά όρια πού διαθέτομε νά μπορούσαμε νά θίξωμε τόσο τις διάφορες πτυχές τής πολύπαθης ζωής του, όσο καί όλες τις πλευρές τού έργου του. Δέν θά μιλήσωμε λοιπόν γιά τον Βιζυηνό ώς άνθρωπο, όσο ώς λογοτέχνη - ποιητή καί πεζογράφο σέ γενικώτερη τοποθέτηση.

"Οτι υπήρξε πρωτοπόρος στον νεοελληνικό αφηγηματικό λόγο, θαυμάσιος ηθογράφος καί άνατόμος τής ανθρώπινης ψυχής δέν υπάρχει άμφίβολία ότι εξύμνησε την αγάπη προς την μητέρα μέ τόση παραστατικότητα, φαίνεται όχι μόνο από διάφορα ποιήματά του αλλά καί από τά εξαίρετα ψυχολογικά του διηγήματα, όπως είναι «Τό αμάρτημα τής μητρός μου», «Ποιος ήταν ό φονεύς τοΰ αδελφού μου» κ.ά. "Οτι είναι από τούς πρώτους μας λογοτέχνες πού μέσα σέ μιά περίοδο κυριαρχίας τοΰ στείρου καί άγονου .ρομαντισμού κατόρθωσε νά χαράξη δικό του δρόμο, στρέφοντας το ποιητικό ρεύμα στις πηγές τού ελληνισμού, στήν γνήσια λαϊκή έμπνευση των θρύλων καί των παραοόσεών του, είναι αναμφισβήτητο. "Οτι υπήρξε καινοτόμος στήν λαογραφική έρευνα καί πρωτοπόρος στήν ιδεα τής λαογραφίας ώς επιστήμης, έρχεται νά άποδείχθή μόλις τώρα, ύστερα από τήν πρόσφατη ανακάλυψη ένός ανέκδοτου υπομνήματος του προς τό 'Υπουργείο ’Εξωτερικών τό 1885, σχετικού μέ τόν τρόπο τής συλλογής τού λαογραφικοΰ υλικού άπο τά διάφορα Προξενεία τού υπόδουλου ελληνισμού. "Ετσι ο Βιζυηνός μπορεί νά χαρακτηρισθή ώς ένας από τούς προδρόμους τής λαογραφίας, ένας πρωτοπόρος στήν λαογραφική εργασία, πολύ πιο μπροστά από τόν Νικόλαο Πολίτη πού μόλις τό 1909 θά παγιώση επίσημα τήν νέα επιστήμη. "Οτι έκαλλιέργησε όχι μονάχα τήν ποίηση καί τήν πεζογραφία αλλά καί τήν φιλοσοφία καί τήν ψυχολογία καί τήν λογική καί τήν αισθητική μέ ευρύτερη έννοια, άποδεικνύει ότι ήταν πνεύμα, ανήσυχο, ερευνητικό καί καρποφόρο, γιατί οί ανησυχίες τού ποιητή είχαν οπωσδήποτε γόνιμα αποτελέσματα, επιβεβαιώνοντας ότι πραγματικά ήταν πολύμορφη καί πολύτροπη διάνοια.

'Το τέλος του βέβαια δέν ήταν αυτό πού περιμέναμε. ’Άγνωστες είναι οί βουλές τού Κυρίου. ‘Οπωσδήποτε όμως το έργο του ζή, γιατί εξυμνεί ιδέες υψηλές καί άξιοσέβαστες, γιατί είναι γεμάτο από ψυχική εύγένεια, καί άνθρωπιά δύο στοιχεία πού είναι αρκετά ν’ άποτελέσουν τις βάσεις τής ψυχικής γαλήνης καί ευδαιμονίας τού σημερινού ανθρώπου όχι μονάχα γιά τήν τωρινή τρικυμισμένη μας εποχή, αλλά καί γιά όλες τις εποχές. Κι’ αυτό είναι το κυριώτερο μήνυμα τού Βιζυηνού πού βγαίνει από τόν τάφο του τήν στιγμή αυτή πού ή πολύπαθη ψυχή του «άγάλλεται καί χαίρει» βλέποντας μας κοντά του, γιατί καί οί δικές μας ψυχές είναι σφιχτά δεμένες μαζί του καί δέονται στον Παντεπόπτη Κύριο γιά τήν ανάπαυσή του εκεί, στήν αγκαλιά τού Θεού, ένθα «ούκ έστι πόνος ού λύπη ού στεναγμός αλλά ζωή, άτελεύτητος».

Τού Γεωργίου Βιζυηνού, τέκνου των άλησμοντήτων χαμένων πατρίδων τής ’Ανατολής καί τής ηρωικής μας Θράκης, μακαρία ή μνήμη.

                                                                       ΧΡΗΣΤΟΣ Γ. ΑΧΑΡΕΑΔΗΣ 1969 


 

     Πηγή: Το είδωλο της γης μου



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις