Σελίδες

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018




H ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ

-Διαμάντω, έ! Διαμάντω.
-Τι λες πατέρα.
-Φέρε μου πάνω εκείνο το καψαλισμένο φουρνόξυλο, πούναι στημένο στον τοίχο.
-Τι το θες πατέρα.
-Θέλω ν’ αρχίσω να δέρνω.
-Μουρλάθηκες πατέρα.
-Κάνε εγώ μουρλάθηκα, κάνε εσείς. Φέρε εδώ που σου λέω.
 Μαύρισε ο γέρος, ξεροκαρκάνιασε, γανίλα στάει, σαν μπακίρι το κορμί του.
-Ορέ, φέρε εδώ και πρώτα ν’αρχίσω από εσένα θέλω, που δεν μπορείς ν’ ακούσεις για δημοτικά τραγούδια, αλλά τα ξένα, τα βρώμικα, τ’ αλήτικα, τα μπαστάρδικα, τα τσα-τσα,τις σάμπες, τι καράμπες, τραγούδια των αγρίων και των κανιβάλων κι όχι τους λεβέντικους χορούς, εσύ κι όλη η νεολαία, η νεολέρα μας σήμερα.
Να χαθείτε. Να χαθείτε. Δεν τρεπόσαστε ρε, δεν κοκκινίζετε, δεν είσαστε ελληνόπουλα σεις. Ρε,αυτά τα δημοτικά τραγούδια, αυτά τα βλάχικα, που λέτε και κοροϊδεύετε, αυτά ελευθέρωσαν την Ελλάδα. Αν δεν υπήρχαν αυτά τρομάρα σας, δεν θάχαμε το είκοσι ένα κι ούλοι Τούρκοι θάχαμε γενεί.
Ρε, δεν πάτε να πνιγείτε στη πιο βαθιά θάλασσα,με μια πέτρα δεμένη στο λαιμό,να χτυπήσετε το κεφάλι σας σ’ένα βράχο. Τι ωφελάει να ζείτε στον απάνου κόσμο. Γι αυτή τη γλώσσα είχαμε ένα Μισολόγγι, μια Αλαμάνα,ένα χορό του Ζαλόγγου κι αφήκαμε τα κορμιά μας στους πολέμους και τις επαναστάσεις.
Να χαθείτε,να χαθείτε παλιοζοντόβολα, λιμοζάγαρα κι ετώρα φτου σας ρε,τη χέσατε. Τη χέσατε κι από πάνω το σκατό σας θα γυρίσει. Υποβιβάσατε και ταπεινώσατε τη γλώσσα των προγόνων μας, τη γλώσσα των θεών και των αγγέλων,το διαμάντι του ήλιου. Πάτε να θάψετε έναν Όμηρο, έναν Ιπποκράτη, έναν Αριστοτέλη, ένα Δημόκριτο, έναν Πλάτωνα ,που άλλοι λαοί τους έχουν εικονοστάσι και ευαγγέλιο και τους προσκυνάνε. Κι εμείς κατά που πάμε σιγά-σιγά θα φέρουμε ξένους να μας διδάσκουν τη γλώσσα μας, ξένα βιβλία θα διαβάζουμε. Δεν ντρεπόσαστε ρε, δεν κοκκινίζετε, δεν έχετε πέτσα πάνω σας, αίμα ελληνικό, μια στάλα φιλότιμο.
Ορέ, όταν ένας λαός δεν έχει γλώσσα, γεννάει παιδιά στραβά, σαν τα κουτάβια που μπουσουλάνε και ψάχνουν στα κουτουρού να βρουν το φως τους. Μετά από τη ζωή έρχεται η γλώσσα και τρίτη η πατρίδα. Έτσι μου τάμαθε έμενα η μάνα μου. Με τη γλώσσα κάνεις και πατρίδα, αν την έχεις χάσει, σπάζεις τα δεσμά σου. Η γλώσσα είναι το κοπίδι του νου. Της ζωής το λυχνάρι. Ο άρτος της κοινωνίας. Ρε, βάλτε καλά μέσα σας, τους φθόγγους της φωνής σας. Το λιθάρι της ιστορίας σας. Τον Παρθενώνα της ομορφιάς. Αυτή τη χώρα, που λέγεται Ελλάδα.

ΚΩΣΤΑΣ Θ.ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ











Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018


Ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης (Ο μοναχός που μίλαγε με τους αγίους)

                         
Μετά 26 χρόνια από την κοίμηση του, το 2017, έγινε η αγιοκατάταξη του μακαριστού Γέροντος Ιάκωβου Τσαλίκη του εν Ευβοία (1920-1991).Ο Άγιος μαζί με τον π. Παΐσιο και π. Προφύριο συμπληρώνει την τριάδα των των τριών μεγάλων πρυτάνεων του μοναχισμού και συνάμα μεγάλων Αγίων του 20ο αιώνα στην Ελλάδα. Τα μεγαλύτερα δώρα της Ορθοδοξίας αυτού του αιώνα στον τόπο μας, που προόρισαν τα μελλούμενα, θαυματούργησαν και  κατήχησαν με τα νάματα της ορθής πίστης δύο γενιές ελληνισμού.
Ο Γέροντας Ιάκωβος γεννήθηκε την 5η Νοεμβρίου του 1920 στο Λιβίσι [1] της Μάκρης (Φετίγιε) στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία, απέναντι από το Καστελλόριζο, από γονείς εύπορους, ενάρετους και ευσεβείς. Ο γέροντας γεννήθηκε μέσα σε μια παράδοση χριστιανική που έφερνε πίσω της επτά γενεές Ιερομονάχων, σε μια εποχή με φόντο την αγαλλίαση και την ελπίδα που αρχικά προμήνυε η αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Μ. Ασία. Τα επακόλουθα γεγονότα όμως της Μικρασιατικής Καταστροφής, συνοδευμένα από τα εγκλήματα των Κεμαλικών, έπληξαν και την οικογένεια του Γέροντος.Το 1922 ο πατέρας του Σταύρος Τσαλίκης οικοδόμος κατ’επάγγελμα, αλλά και οργανοπαίχτης,(έπαιζε μπαγλαμά) συνελήφθηκε  αιχμάλωτος μαζί με τους υπόλοιπους άνδρες του Λιβισιού και εντάχθηκε στα τάγματα εργασίας, ως που κατέληξε υπό την επίβλεψη των τούρκων να εργάζεται καταναγκαστικά ως αρχιμάστορας στην περιοχή της Τραπεζούντας. Αργότερα, το 1924, μετά τον ξεριζωμό και της λοιπής οικογένειας το 1922 και την εγκατάστασή της στη περιοχή της Άμφισσας, θεία προνοία, θα βρεθούνε πάλι όλοι μαζί ύστερα από την δραπέτευσή του από τον Πόντο. Προσφυγόπουλο ο μικρός Ιάκωβος ξεχώριζε για την ευσέβειά του και την κλίση του στο Θεό, με την ευσεβέστατη μητέρα του Θεοδώρα να παίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή του. Προικισμένος με χριστιανικές αρετές από πολύ μικρός και πανέξυπνος, καλλιέργησε την αγάπη του για την εκκλησιαστική ζωή και έφηβος, αργότερα όταν η οικογένεια μετακόμισε στο χωριό Φαράκλα στη Β.Εύβοια, είχε μεταμορφωθεί σε έναν μικρό ασκητή. Μετά τη στράτευσή του το 1947 (την ίδια εποχή είχε στρατευθεί και ο π. Παΐσιος) εν μέσω εμφυλίου πολέμου κι αφού ξεπέρασε τις δυσκολίες αλλά και δοκιμασίες που αντιμετώπισε στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας, ακολούθησε στη συνέχεια τη μοναχική ζωή, που από μικρός ολόψυχα είχε ποθήσει και για την οποία ετοιμάζονταν. Σε μια επίσκεψή του σε ηλικία 32 ετών στο μοναστήρι του Όσιου Δαυίδ, για να ζητήσει τη βοήθεια του, η ζωντανή φανέρωση του ιδίου του Οσίου Δαυίδ που τον υποδέχθηκε, τον έκαμε να παραμείνει στον τόπο του και να διακονήσει στην υπόλοιπη ζωή του τον Όσιο, φροντίζοντας και την ανασύσταση του ερειπωμένου Μοναστηρίου του, που είχε τότε τρεις «αμόναχους» μοναχούς. Με αγόγγυστη υπακοή, ταπείνωση  και  προσευχή  και αφού ξεπέρασε τις δοκιμασίες, τους πειρασμούς και τις στερήσεις, ως και με ακλόνητη πίστη και θεία αγάπη προς τον Όσιο Δαυίδ,(με τον οποίο πραγματικά μιλούσε και από τον οποίο ζητούσε την παρέμβασή του στον Θεό) αφού αξιώθηκε και του χαρίσματος της ιεροσύνης, εν ευθέτω χρόνω, ανέλαβε και την ηγουμενία της μονής. Μετά δε το 1975 η φήμη του έφτασε στα πέρατα της Ελλάδας και αργότερα στα πέρατα του κόσμου, η δε μονή, αναδείχθηκε, σε «κυψέλη πνευματικής ζωής και φάρο Ορθοδοξίας».  Η οσιακή κοίμησή του συντελέσθηκε στις 21-11-1991 όπου και παρέδωσε το πνεύμα του, συνεχίζοντας να ευεργετεί πλήθος πιστών με την παρρησία που έχει στο Θεό.Κατά την αγιοποίησή του, επιλέχθηκε η επομένη ημέρα, 22η Νοεμβρίου, για τον εορτασμό της κοιμήσεώς του.Την επαύριο δε, εορτάζεται η πρώτη επέτειος της αγιοποίησής του στο μοναστήρι του Οσίου Δαυίδ.

[1] Το χωριό-φάντασμα, που διατηρείται πλέον ως μουσείο, σαν να περιμένει τους δικούς του ανθρώπους.

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018




ΕΜΠΝΕΥΣΗ


                                                                        Κωστής Κοκόροβιτς

                                                                       Από τη Συλλογή ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ ΕΡΧΕΤΑΙ

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018


Όταν η ποίηση συναντά την τρέλα

Ενώ στην περίπτωση του Γ.Βιζυηνού το Δρομοκαΐτειο έχει παίξει άμεσο ρόλο, φαίνεται ότι και τον Κ.Παλαμά άγγιξε με διαφορετικό τρόπο. Η περίπτωσή του έχει να κάνει με μια σύμπτωση που τον συνδέει με το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο, χωρίς βέβαια να τον ενοχοποιεί και ως «τρελλό».  
 
 
Έπειτα από μια επίσκεψή του στην Κεφαλονιά το καλοκαίρι του 1876 ο  Παλαμάς γύρω στην ηλικία των 20 ετών, (ιδιαίτερα ερωτικός άνθρωπος ως τα τέλη της ζωής του) φιλοξενείται στο σπίτι του δημοσιογράφου και ποιητή Επαμεινώντα  Άννινου,  όπου γνωρίζει  την κόρη του Ισαβέλλα, την οποία ερωτεύεται, χωρίς όμως να μπορέσει να της ομολογήσει την αγάπη του. Με την επιστροφή του στην Αθήνα θα μιλήσει σε ένα φίλο του γι αυτήν και θα συντάξει δυο ποιήματα. Το ένα μικρό, την πρωτοχρονιά του 1877, που φέρει τον τίτλο «Τη Καλή Ισαβέλλα» και ένα δεύτερο μακροσκελές με τίτλο «Τη δεσποινίδι Ισαβέλλα Αννίνου», τα οποία και της απέστειλε.
Μετά από 43 περίπου χρόνια απ’ εκείνο τον έρωτα, το 1919, η ανιψιά της Ισαβέλλας, Ελένη Άννινου, κατά τη νοσηλεία της στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο θα περάσει το κατώφλι του έχοντας στα χέρια της τα δυο αυτά χειρόγραφα ποιήματα-επιστολές του Παλαμά. Εκείνος ο νεανικός, τρελός πλατωνικός έρωτας, σήμερα έχει βρει καταφύγιο στις προθήκες του Μουσείου του Νοσοκομείου, μαζί με συγγράμματα του Γεωργίου Βιζυηνού, που συγκεντρώθηκαν εδώ μετά τον θάνατό του, πίνακες νοσηλευθέντων ζωγράφων και έργα γλυπτικής καλλιτεχνών, τροφίμων του Νοσοκομείου.
 
          Πηγή: Leovard  Τo είδωλο της γης μου

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018



ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ

 
Mε το "μπαρδόν" για όσους ενοχληθούν από τη φωνή του συχωρεμένου αριστερού συγγραφέα και δημοσιογράφου Βασίλη Ραφαηλίδη, αλλά στο βιβλίο του «Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού Κράτους 1830-1974» Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου-2010 διαβάζω:
«Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί η εξέγερση του Πολυτεχνείου ονομάστηκε έπος. Η σημαντικότερη συνέπεια του «έπους» του Πολυτεχνείου, είναι το γεγονός πως η ημέρα της πτώσης του, η 17η του Νοέμβρη, χάρισε το όνομά της στην οργάνωση «17 Νοέμβρη». Επίσης, το «έπος» δημιούργησε εντελώς κατά λάθος μια «ηρωίδα», την Μαρία Δαμανάκη, της οποίας ο «ηρωισμός» συνίσταται στην εκφώνηση απ’ το ραδιόφωνο των φοιτητών των συνθημάτων και των ανακοινώσεων της συντονιστικής επιτροπής. Πάντως, πολλοί είχαν την ευκαιρία να βάλουν υποψηφιότητα για πολιτικοί εκεί μέσα στο Πολυτεχνείο. Για τον Μίμη Ανδρουλάκη, τον Κώστα Λαλιώτη και τον Στέφανο Τζουμάκα, ηγετικά στελέχη της εξέγερσης, ο δρόμος προς τη βουλή, το πολιτικό παρασκήνιο και την εν γένει πολιτική αθλιότητα, ξεκινάει από κει. Όπως και να’ ναι, το «έπος» του Πολυτεχνείου έγινε ένα ισχυρό αντιστασιακό άλλοθι για κείνους που για εφτά χρόνια λούφαζαν, και ξαφνικά έγιναν αντιστασιακοί εν μία νυκτί. Ευτυχώς που η οίηση και ο κομπασμός για ένα έπος ελάχιστα επικό, άρχισε να ξεφουσκώνει σιγά-σιγά».
Το Πολυτεχνείο σήμερα είναι ένα όλο και λιγότερο επικίνδυνο σύμβολο για την εξουσία, από την οποία χρησιμοποιείται όπως την συμφέρει. Συνήθως η απονομή τιμών από την πολιτική εξουσία, εξαντλείται στην κατάθεση στεφάνων. Από μια γιορτή δημοκρατίας και αντίστασης, έχει μετατραπεί από κάποιους σε μια αντιπαράθεση και σε μια βίαιη «φωνή» διαμαρτυρίας κατά της δημοκρατίας των ημερών μας και των ατελειών της, όταν το πνεύμα της γιορτής του δεν μολύνεται συνήθως από τα προβοκατόρικα επεισόδια των «γνωστών αγνώστων» που λειτουργούν ως «δούρειος ίππος» σκοτεινών κέντρων αποφάσεων. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει μια κρυφή ή διάχυτη υποκρισία από όλους όσους τιμούν αυτή την επέτειο, γιατί ο καθένας έχει στο μυαλό του μια διαφορετική αντίληψη για τον διαχρονικό συμβολισμό της και την ιστορική σημασία της. Έτσι ο καθένας δίνει το δικό του νόημα στο Πολυτεχνείο.

       Πηγή:Leovard   Tο είδωλο της γης μου


Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018




  ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΘΛΟ ΤΗΣ ΚΑΠΕΛΛΑ ΣΙΞΤΙΝΑ 
             
Μια βρογχοκήλη μου άφησε ο μόχθος όπως αφήνει το νερό στους γάτους της Λομβαρδίας, ή σ’ όποια άλλη χώρα. Τώρα η κοιλιά μου σημαδεύει το πηγούνι, το γένι μου κοιτάει  τον ουρανό, στη ράχη μου το καύκαλο ακουμπάει, κι έχω σαν άρπυιας πεταχτό το στήθος. Στάζοντας το πινέλο έχει ταιριάξει μια παρδαλή στην όψη μου φιγούρα. Τα λάγαρά μου μπήκαν στο πετσί μου κι αντίβαρο τον πισινό τουρλώνω. Στη τύχη περπατάω χωρίς να βλέπω τα πόδια μου·το δέρμα μου από πίσω μαζεύει και τανύζετ’ από μπρος μου· κι όλος σαν τόξο στέκω τεντωμένος. Κι αλλόκοτο άλλο τόσο το μυαλό μου, όσο και το κορμί· γιατί κανένας δε μπορεί να παίξει καλά, μ’ ένα καλάμι λυγισμένο. Το πεθαμένο μου έργο, εσύ Τζοβάνι, και την τιμή μου, τώρα υπερασπίσου. Εγώ δεν ξέρω–κι ούτε είμαι ζωγράφος.

Μιχαήλ Άγγελος (Il Divino)  
Μετάφραση Τάκης Μπαρλάς 
Για να ζωγραφίσει ο Μιχαήλ Άγγελος την Καπέλα Σιξτίνα  στεκόταν για ολόκληρα χρόνια σε μια στάση ιδιαίτερα κουραστική που παραμόρφωσε το σώμα του.

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018




Το κοιμητήριο των Ελλήνων στρατιωτών στη Σερβία

                                                          
Η πρόσφατη τελετή  στις 11 Νοεμβρίου στο Παρίσι, για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου που σηματοδότησε την Ημέρα της Εκεχειρίας, με τη συμμετοχή 72 κρατών (ανάμεσα στα οποία ξεχώρισαν κάποιες αντιπροσωπείες όχι μόνο για το θράσος τους να παραστούν, αλλά και για την προκλητικά τιμητική θέση που πήραν) έφερε στο νου μια ξεχασμένη  και για πιο πολλούς, αγνοημένη ιστορία του ελληνικού στρατιωτικού νεκροταφείου στο Pirot της Σερβίας. Το Pirot (Πύργος) είναι μια μικρή πόλη στη Νότια Σερβία κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Η περιοχή του νεκροταφείου είναι μισό στρέμμα και βρίσκεται δίπλα στο τοπικό σέρβικο νεκροταφείο του Tijabar. Εδώ κείτονται 358 Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες της ΙΙΙης Μεραρχίας Πατρών που συμμετείχαν υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Ν.Τρικούπη στις επιχειρήσεις της  Entente στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για  την απελευθέρωση της πόλης από τους Βουλγάρους.
Στη συνέχεια οι Έλληνες στρατιώτες μετά την είσοδο τους στην πόλη  στις 28 Οκτωβρίου 1918, καταδίωξαν τους Γερμανούς  και  ετοιμάζονταν να υπερασπίσουν την πόλη από τυχόν επίθεση των Βουλγάρων. Ο αριθμός των νεκρών στρατιωτών προκύπτει και από το γεγονός πως πολλοί στρατιώτες ήταν βαριά τραυματίες όταν έφτασαν στο Pirot, αλλά και αρκετοί άλλοι προσβλήθηκαν εδώ από την «ισπανική γρίπη» που θέριζε την περιοχή, το τρομερό κρύο και τον τύφο. Να σημειωθεί ότι οι κριτικές του συμμαχικού  επιτελείου ήταν ιδιαιτέρα εγκωμιαστικές για τον ηρωισμό τους. Ο Αρχιστράτηγος Φρανσαί Ντ`Εσπεραί  σε διαταγή του προς τον διοικητή  της ΙΙΙ Μεραρχίας κατέληγε: «Διεπίστωσα ότι έξ όλων των Ελληνικών στρατευμάτων η Μεραρχία σας είναι η περισσότερον προς Βορράν προελάσασα, εάν δε δεν επηκολούθει η μοιραία ανακωχή του Στρατηγού Φος,θα μας συνώδευεν εις Βερολίνον. Επράξατε πάντοτε το καθήκον σας, δι` ο και πάντες σας εξετίμησαν».Τα οστά τους έμειναν κατ’ αρχήν διάσπαρτα ώσπου μια Ελληνίδα παντρεμένη στην πόλη με Σέρβο, η Katarina Levandis, το 1923 συγκέντρωσε τα οστά των στρατιωτών, οι περισσότεροι των οποίων ήταν από την πόλη της Πάτρας, που στη συνέχεια τέθηκαν στον τάφο.Tον Νοέμβριο του 1933 παρουσία του Γ.Κονδύλη που πήγαινε για συνομιλίες στο Βελιγράδι, έγιναν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου παρουσία του τότε υπουργού Στρατιωτικών Στογιάνοβιτς. Τη φροντίδα του νεκροταφείου μετά το 1973 που πέθανε η Levandis, πήρε η οικογένεια του Jovan Surlandžis ως σήμερα.Το μαρμάρινο μνημείο του κοιμητηρίου κατασκευασμένο από λευκό ελληνικό μάρμαρο, έχει πλάτος περίπου 1,5 μέτρων και ύψος 10 μέτρων.Στην κορυφή του μνημείου υπάρχει ένα μεγάλο γράμμα Τ με πέτρινο ανάγλυφο. Με απόφαση του Δήμου Pirot το 1924, η γη του κοιμητηρίου παραχωρήθηκε μόνιμα στην Ελλάδα. Το ελληνικό μνημείο αποκαταστάθηκε το 2018.  Κάθε χρόνο δε, σε εύθετη ημερομηνία, με πρωτοβουλία της Πρεσβείας της Ελλάδας τελείται από την τοπική εκκλησία και δήμο και την εκκλησία των Πατρών επιμνημόσυνη δέηση για τους πεσόντες. 
Πηγή:Leovard Το είδωλο της γης μου

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018


           Νεκρή Φύση











Mια χούφτα μούσμουλα σκορπισμένα στο τραπέζι,γύρω από μια στοίβα παλιά βιβλία.Ένα πετροφάναρο, κι ένα λιτό ανθοδοχείο κάτω από το χλωμό γυναικείο πορτραίτο.Τι θα μπορούσε να εμπνεύσει τη σύνθεση μιας νεκρής φύσης (απ’ τις πολλές του Proferio Grossi); Η ίδια πάντα αιτία: H ρέμβη μιας ακίνητης αιωνιότητας, κρεμασμένης από ένα αόρατο καρφί, προέκταση μιας διάφανης σιωπής μας, που κρέμεται απ’ το ίδιο καρφί κι ας μη χωράει σε κανένα πίνακα και σε κανένα ποίημα.
                        Λ. Κατσιγιάννης
                   

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018



O Χατζεφεντής της Φανερωμένης Λευκάδας

O Άγιος Αρσένιος ο νεοφανής (1840-1924) γεννήθηκε στο χωριό Φάρασα (Βαρασὸς) 130 χιλ. νότια της Καισάρειας της Καππαδοκίας, στην  Νοτιοανατολική σημερινή Τουρκία και κοιμήθηκε στην Κέρκυρα το 1924 ως πρόσφυγας. Το χωριό αυτό, ήταν αμιγώς ελληνικό χριστιανικό χωριό, όπου δεν μιλούσαν τουρκικά αλλά τα φαρασιώτικα, -που είχαν ως βάση την αρχαία ελληνική γλώσσα που έμοιαζε με την κυπριακή διάλεκτο- και αποτελούσε το κεφαλοχώρι μιας ομάδας χωριών της επαρχίας Φαράσων της περιφέρειας Καππαδοκίας.   
 

Το κοσμικό του όνομα ήταν Θεόδωρος. Σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός μαζί με τον αδελφό του, πρώτα απ’ τον δάσκαλο πατέρα του και λίγο αργότερα κι απ’ την μητέρα του. Η θεία του, αδελφή της μητέρας του, που ανέλαβε την προστασία του, τον έστειλε στην πόλη Νίγδη (Nigde-Βαρησσός) πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας στην κεντρική Ανατολία και μέρος της ευρύτερης περιοχής της Καππαδοκίας, για να μορφωθεί. Στη συνέχεια πήγε στη Σμύρνη, όπου μυήθηκε στην ελληνική και εκκλησιαστική παιδεία και το 1866 κάρηκε μοναχός με το όνομα Αρσένιος και κοινοβίασε στην Ιερά Μονή Φλαβιανών (Ζιντζί-Ντερέ) του Τιμίου Προδρόμου, δέκα χιλιόμετρα νοτιανατολικά της Καισάρειας, όπου φημίζονταν για τα ονομαστά πανηγύρια του, ιδίως εκείνα του Νιπτήρος (Μ.Πέμπτη) και της 29ης Αυγούστου, γιορτή αποτομής της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου. Έπειτα χειροτονήθηκε διάκος και εστάλει πίσω στα Φάρασα να μάθει γράμματα τα παιδιά του χωριού του, ασκώντας παράλληλα καθήκοντα παπαδοδάσκαλου.

Το 1870 χειροτονήθηκε στην Καισάρεια πρεσβύτερος, με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτη και όταν αργότερα  πήγε στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα, οι Φαρασιώτες συνήθισαν να τον φώναζουν Χατζεφεντή. Tην υπόλοιπο ζωή του την πέρασε στα Φάρασα. Τα θαύματά του πολλά, αδιακρίτως σε χριστιανούς και μουσουλμάνους, ως τo 1924 που ήλθε ως ανταλλάξιμος στην Ελλάδα. Μετά την ανταλλαγή του 1924* οι περισσότεροι κάτοικοι των Φαράσων εγκαταστάθηκαν στο Πλατύ Ημαθίας, το Μοσχάτο Αττικής, την Δράμα και την Κόνιτσα. Μια μικρή ομάδα Φαρασιωτών εγκαταστάθηκε στο Κάστρο της Κέρκυρας τον Οκτώβριο του 1924. Ανάμεσά  τους και ο Πατήρ Αρσένιος. Στην Ελλάδα ο Άγιος έζησε συνολικά 40 μέρες (κατά δική του προόρηση) και κοιμήθηκε εδώ την 10 Noεμβρίου, κρατώντας στα χέρια του ιερό λείψανο του Ιωάννη Χρυσοστόμου που το έφερε από τα Φάρασα.

Ο Άγιος Αρσένιος υπήρξε ανάδοχος του π. Παϊσίου (Αρσένιος Εζνεπίδης) τον οποίο βάπτισε στα Φάρασα, ένα μήνα πριν την εγκατάλειψη του χωριού, δίνοντάς του κατ’ απαίτηση  από τους γονείς του το δικό του όνομα Αρσένιος και όχι το όνομα Χρήστος του παππού του, λέγοντας με προφητικό νόημα: «Εσείς καλά θέλετε να αφήσετε άνθρωπο στο πόδι του παππού, εγώ δεν θέλω να αφήσω καλόγηρο στο πόδι μου;». Ένα μέρος των προφητειών του π. Παϊσίου εν ζωή, έχουν διαδοθεί από τον Άγιο Αρσένιο.   
Μεγάλο μέρος από τα λείψανα του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη βρίσκονται στο καθολικό της μονής του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Για το νησί της Λευκάδας αποτελεί μεγάλη ευλογία η παρουσία μικρού μέρους των λειψάνων του μεγάλου Μικρασιάτη Αγίου που φυλάσσονται στο μοναστήρι της Φανερωμένης, όπου και εορτάζεται η μνήμη του στις 10 Νοεμβρίου.

------------------------------

* Ο πληθυσμός της Καισαρείας, πρωτεύουσας της Καππαδοκίας λίγο πριν την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου, ανέρχoνταν σε 40.000, εκ των οποίων λίγοι Έλληνες (3.000) και λιγότεροι Αρμένιοι (1.000). Ολόκληρος ο πληθυσμός ήταν τουρκόφωνος συμπεριλαμβανομένων ακόμη και από την Ελληνική κοινότητα των δυο από τους τέσσερις εφημέριους της Ελληνικής εκκλησίας. Λειτουργούσε ένα ελληνικό δημοτικό σχολείο με 150 μαθητές, ένα παρθεναγωγείο με 60 μαθήτριες και ένα νηπιαγωγείο με 250 παιδιά. Ανθούσε τότε ακόμη εδώ η παραγωγή ταπήτων που βρίσκονταν στα χέρια των Ορθοδόξων, με σημαντικότερους έμπορους ταπητουργίας του Αρμενίους.


        Πηγή:  Leovard Το είδωλο της γης μου

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018




Περί Τρελών Ποιητών (Συνέχεια)

Ο Γ. Βιζυηνός έγκλειστος για τέσσερα ακριβώς χρόνια στο Δρομοκαϊτειο, φρενοκομείο, πεθαίνει τον Απρίλιο του 1896. Στο διάστημα του εγκλεισμού του, δεν υπάρχουν στενοί συγγενείς που να τον επισκέπτονται. Ο αδερφός του Μιχαήλος, λίγους μήνες μετά τον εγκλεισμό του, πέθανε. Η μάνα του μακρυά στη Βύζη, τυφλώθηκε από το κλάμα. Μόνο τα λογικά της δεν έχασε ως το τέλος της ζωής της, στα 1907.Οι φίλοι του μόνο γίνονται περισσότεροι και το έργο του γνωστότερο, αφού συνδέεται πλέον μ’ ένα «τρελλό». Ανάμεσά τους, σημαντικότερος απ’ όλους, ο νεαρός ιατροφιλόσοφος Νικόλαος Βασιλειάδης που είχε γνωρίσει τον Βιζυηνό μόλις πριν τρία χρόνια. Στους διαλόγους τους, ορισμένα σημεία τους από τη πλευρά του Βιζυηνού διαπνέονται από ένα φιλοσοφικό υπόβαθρο: «Α! ο ποιητής πρώτον γεννάται, αλλ’ είτα διαμορφούται, αγράμματος είναι αδύνατον να υπάρξη…» που διακόπτονται συχνά ή κορυφώνονται και τελειώνουν με παραληρήματα μεγαλομανίας πάνω στις συνήθεις ανικανοποίητες εμμονές του(τον πλούτο και την χαμένη του αγάπη). Η εκμετάλλευση του μεταλλείου της μάνας του κι ο έρωτας του με την 14χρονη Μπετίνα Φραβασίλη, υποδηλώνουν τις δυο μεγάλες επιδιώξεις του που δεν ικανοποιήθηκαν ποτέ (την οικονομική επιτυχία και την αγάπη) και που πλέον είχαν μετατραπεί σε ψευδαισθήσεις και μανιοκαταθλιπτικές καταστάσεις. Και μέσα στο ίδρυμα ο ποιητής δεν έπαψε να γράφει και να απαγγέλλει «ποιήματα», μερικά από τα οποία αφιέρωνε στον διευθυντή του ιδρύματος Τσιριγώτη.Η περίπτωση του Βιζυηνού δεν ήταν περίπτωση ενός επικίνδυνου ψυχοπαθή, αλλά οι απρόοπτες μεταπτώσεις του λόγου του είναι αυτές που τον χαρακτηρίζουν ως τρόφιμο του ιδρύματος.
Οι δημοσιογράφοι μπαινοβγαίνουν στο ίδρυμα για κάποιες συνεντεύξεις που γελοιοποιούν περισσότερο τον άνθρωπο και τον ποιητή, και ουσιαστικά αυτή την εποχή, θεμελιώνουν στην Ελλάδα την άποψη που θέλει τον ποιητή να είναι μια ιδιόμορφη φυσιογνωμία που αγγίζει τα όρια της τρέλας.
           Πηγή: Leovard

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2018






Στον πατέρα μου

Δόλιε πατέρα,
τη ζήση σου πέρασες κοιτάζοντας τη θάλασσα
 και τα βουνά που έπιαναν τον ήλιο στα χέρια τους.
Μια ζωή σταυρωμένος πάνω στην ελιά.
Στη βροχή ξέπλενες την ψυχή σου.
Στον ήλιο πύρωνες τη σάρκα σου.
Το καράβι με το πανί ήθελες να πάρεις,
καθώς γλιστρούσε απαλά στον ορίζοντα,
μα δεν ήξερες προς τα που να κινήσεις.
Τις Κυριακές, δίπλα απ’ τις ψαλμωδίες περπάταγες.
Στην περίσκεψη του μυαλού σου,
μνημόνευες τους πεθαμένους σου.
Το κοπάδι σου βοσκούσες,
μιλώντας με τις νεκροσκιές τους.
Αργά τ’ απόγευμα γύριζες,
χορτασμένος απ’ την ευτυχία του μόχθου.
Το σπίτι σου, δεν μπόρεσες ν’ αναστήσεις.
Σαν μια κατάρα που ’ρχόνταν από μακριά.
Τις νύχτες που ξεκούραζες το τσακισμένο σου κορμί,
οι αναθυμιάσεις της κούρασης γέμιζαν την κάμαρα.
Το χειμώνα εκεί μέσα, το κρύο τραγουδούσε τον θάνατο.
Πόσο τυχερός στάθηκες !
Μια σκούρα σκιά με φωτοστέφανο, σου παραστέκονταν!
Έφυγες ξαφνικά,
σαν άστραψε στο μυαλό σου ένα διαμάντι του πόνου σου.
Κι έπειτα, τέτοια σύναξη στο φιλί τ’ αποχαιρετισμού!
Το ωραιότερο τραγούδι έγραψες.
Το τελευταίο τραγούδι,
ενός κόσμου που πήρες για πάντα μαζί σου.
Αυτό που θα σ’ ακολουθεί παντού,
ως το περιβόλι του Θεού.
Τώρα που το νοσταλγικό άρωμα από την παλιά εποχή
κατακλύζει τη σκέψη μου και τ’ αγκάθια των λαθών μου
μετράω γύρω μου,
βόλτες κάνεις στων ονείρων μου τις τύψεις.
Εσύ είσαι ή μήπως εγώ;
Όσο μεγαλώνω σου μοιάζω και πιο πολύ.
Το χρέος μου δεν ξέρω αν τόκανα.
Συγχώρεσε με.
Πενήντα χρόνια σ’ αγαπούσα,
αλλά δεν μπόρεσα ποτέ να σ’ αγγίξω.
Ένα τριαντάφυλλο αφήνω πάνω στον τάφο σου.
Αγαπάνε άραγε τα τριαντάφυλλα τους νεκρούς;

Λ.Κατσιγιάννης
Πηγή:Leovard Το είδωλο της γης μου

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018




Τρελλοί Ποιητές (Απάντηση του Κάλβου,στον Θεριανό) 

Ο Γεωργίος Θεριανός, γιατρός, και καθηγητής Ανατομίας, Γενικής Παθολογίας και Φυσιολογίας της Ιονίου Ακαδημίας, σε δημοσίευμά του τον Μάιο του 1828 στην «Επίσημη Εφημερίδα των Επτανήσων», ανάμεσα σε άλλες κατά τον Κάλβο αερολογίες, έγραφε πως οι ποιητές είναι τρελλοί. Έτσι στην ίδια εφημερίδα, μερικές μέρες αργότερα απαντάει ο Κάλβος: «Εδιάβασα στην Ιλιάδα πως μονολογεί το άλογο του Αχιλλέα και στον Orlando furioso πως ένας γάιδαρος με μια κλωτσία του Παλαδίνου, πετιέται στον αέρα ένα μίλι μακριά, και σας εξομολογούμαι πως με όλην αυτήν την κριτική ανακρίβεια, ενόμιζα μαζί με τον όχλο πως ο Όμηρος και ο Αρίοστος είναι μεγαλοφυείς. Αλλά αφότου,γιατρέ μου με βεβαιώνετε πως μεγαλοφυΐα είναι ο ύψιστος βαθμός στον οποίο φτάνει η κριτική ακρίβεια, σκέφτομαι όχι μόνο να μην εχτιμώ πλιά τους δυο αυτούς ποιητές,αλλά οδηγημένος από την ιστορία,να συμπονώ τον Μέγαν Αλέξανδρο που μεθούσε,τον Καίσαρα που ντρέπονταν πως δεν είχε μαλλιά,τον μέγα Κάρολο που έκαιγε τους μάγους,τον Ναπολέοντα που έπερνε μαθήματα από τον ηθοποιό Νταλμά πως να φορεί βασιλόπρεπα τον μανδύα του.
Λέτε πως οι ποιητές είναι τρελλοί. Συλλυπούμαι  κ’ ἐγώ τα έθνη που είχαν μεγάλους ποιητές που υπερηφανεύονται για τούτο. Χρειάζεται υγιής νούς για να γραφτεί μια επιστολή σαν τη δική σας και πρέπει να είναι τρελλός κανένας για να γράψει τραγωδίες σαν του Σοφοκλή,του Σαίξπηρ,του Ρακίνα,του Σίλλερ και του Αλφιέρη».-
 
          Πηγή:  Leovard Το είδωλο της γης μου

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018




                                                       Ο τάφος του Κάλβου

Ο Κάλβος πέθανε στο Louth του Lincolnshire, της Β.Αγγλίας το 1869 και ο τάφος του βρίσκεται στην τοπική εκκλησία της Αγίας Μαργαρίτας. Ανακαλύφθηκε το 1938. Τα οστά του, το 1960, με την επιμέλεια του τότε Πρέσβη της Ελλάδος στο Λονδίνο Γιώργου Σεφέρη, μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο στο Μουσείο  Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων,μαζί με εκείνα της συζύγου του. Ο Σεφέρης, με την σειρά του, δώρισε στην εκκλησία μια αναμνηστική πλάκα με τα παρακάτω λόγια του ποιητή: 
«Ας μη μου δώση η μοίρα μου

εις ξένην γην τον τάφον

είναι γλυκύς ο θάνατος

μόνον όταν κοιμώμεθα

εις την πατρίδα» 
Η αναμνηστική πλάκα σήμερα έχει αποκολληθεί και φυλάσσεται στο μουσείο του Louth μετά την πώληση της εκκλησίας και του παρακείμενου κοιμητηρίου σε ιδιώτη.
       
          Πηγή:  Leovard Το είδωλο της γης μου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις