Σελίδες

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019



Λευκάδιος Χερν: Ο μεγαλύτερος συγγραφέας της Ιαπωνίας

«H Γιαπωνέζικη ψυχή είναι απλή και πολύπλοκη. Παράξενη.
Έχει δικά της μονοπάτια, κι αν δεν τα γνωρίζει ένας Ευρωπαίος, χάνεται».
Ν. Καζαντζάκης

                                                         Πορτραίτο του Χερν στη Πινακοθήκη Λευκάδος
Το 1884 ο Λευκάδιος Xερν δημοσιογραφούσε στην εφημερίδα της Νέας Ορλεάνης «Δημοκρατικοί Καιροί». Εντελώς τυχαία γνωρίζεται με τον υπεύθυνο εμπορικό αντιπρόσωπο της Ιαπωνίας, που εκπροσωπεί τη χώρα του σε μια διεθνή έκθεση στην πόλη. Οι Ιάπωνες, πρακτικός λαός, του ζήτησαν να επισκεφθεί την έκθεση και να γράψει για την εκθετική παρουσία της χώρας τους. Έτσι έπειτα από προτροπή τους, επισκέφθηκε την έκθεση και έμεινε κατάπληκτος από τη λεπτότητα της Ιαπωνικής λαϊκής τέχνης. Διατήρησε έντονα στη μνήμη του αυτή την πρώτη επαφή με την Ιαπωνία και αργότερα-ύστερα από χρόνια-το 1890,όταν ήταν 40 ετών, βρέθηκε στη Υοcohama απεσταλμένος ενός περιοδικού της Ν.Υόρκης. Εκεί βρήκε πάλι τους παλιούς του φίλους από την έκθεση της Ν.Ορλεάνης.Το ταξίδι του ήταν προγραμματισμένο για  6 μήνες, αλλά ο Χερν αποφάσισε να μείνει για πάντα, μαγεμένος από το κάθε τι που έβλεπε δίπλα του. Ακύρωσε το συμβόλαιό του με το περιοδικό και ζήτησε να βρει δουλειά σαν δάσκαλος Αγγλικής. Σ’ ένα ταξίδι του σαν φιλοξενούμενος πια στη περιοχή της επαρχίας Σιμάν, βρήκε δουλειά τον ίδιο χρόνο που έφθασε στην Ιαπωνία σ’ ένα σχολείο της περιοχής.Με τη πάροδο του χρόνου διαπίστωνε όλο και περισσότερο, το μεγαλείο, την παράδοση, την ομορφιά της γιαπωνέζικης ψυχής και φύσης, μέχρι που έφθασε να μονολογεί: «τελικά...βρίσκομαι στη γη των θεών». Στην επαρχία Σιμάν εγκαταστάθηκε σε ένα ωραίο σπίτι στη πόλη Ματσούε, όπου προσέλαβε σαν υπηρέτρια μια γλυκιά Γιαπωνέζα τη Σέτσου (Koizumi Setsu) όπου έμελλε αργότερα να την παντρευτεί. Κατά τη διάρκεια της τελετής σύμφωνα με τα Γιαπωνέζικα έθιμα, αφού πήρε το όνομα Yakumo Koizumi (που σημαίνει το μέρος όπου γεννιούνται τα σύννεφα) παρουσία του κουμπάρου και όλης της οικογένειας της νύφης, αναφέρθηκε στη ζωή του. Αποκάλυψε ότι γεννήθηκε στην Ελλάδα, σ’ ένα νησί του Ιονίου, τη Λευκάδα, στις 27 Ιουνίου το 1850.Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του Αγγλικού στρατού Ιρλανδικής καταγωγής και η μητέρα του Ελληνίδα, που πέθανε όμως γρήγορα. Ο πατέρας του έφυγε αργότερα από το νησί με μετάθεση στις Δ. Ινδίες. Αυτός με τη μητέρα του πήγε στο Δουβλίνο όπου έπειτα από λίγα χρόνια  μετά το διαζύγιο των γονέων του, η μητέρα του επέστρεψε στη Ελλάδα και δεν την είδε ποτέ πια. Στα 16 χρόνια του είχε ένα αθλητικό ατύχημα στο οποίο έχασε το αριστερό του μάτι και στα 19 χρόνια του έφυγε για την Αμερική ασφυκτιώντας από τη κλειστή συντηρητική Ιρλανδέζικη κοινωνία. Μόλις έφθασε στην Αμερική, δούλεψε διάφορες δουλειές μέχρι να γίνει δημοσιογράφος. Αναφέρθηκε ακόμη στην αγάπη του για την Ιαπωνία και τη Σέτσου και μ’ αυτό το τρόπο τελείωσε η τελετή του γάμου του. Στο Ματσούε (Matsue) έμεινε μέχρι τον επόμενο χρόνο 1891 που ζήτησε μετάθεση για το Kumamoto, όπου ανακάλυψε μια άλλη Ιαπωνία λιγότερο γοητευτική και περισσότερο βίαιη.Το Κumamoto είναι η αιτία που ο Χερν διαμορφώνει σιγά-σιγά μια διαφορετική άποψη για την Ιαπωνία. Μια άποψη που διαφέρει απ’ εκείνη που είχε μέχρι τώρα και που του δημιουργεί ένα απέραντο συναίσθημα πίκρας. Το 1893 αποκτά το πρώτο από τα τέσσερα  παιδιά του, τον Καζούο και τον επόμενο χρόνο έφυγε για το Κόμπε, όπου εργάσθηκε σαν δημοσιογράφος στα «Χρονικά του Κόμπε». Είναι η χρονιά που ξεκινά ο Σινο-ιαπωνικός πόλεμος. Και εδώ ψάχνει απελπισμένος για τη χαμένη καλοσύνη, ομορφιά, ευγένεια, της Ιαπωνίας των πρώτων καιρών. Είναι τόσο απελπισμένος που σκέπτεται σοβαρά να  ξαναγυρίσει στην Αμερική. Γνωρίζει όμως πως εκεί η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη. Αισθάνεται σαν τον τελευταίο ρομαντικό μιας χώρας που αρχίζει να μεταμορφώνεται και παράλληλα αιχμαλωτισμένος από την ίδια την πραγματικότητα, που τον θέλει κοντά στη χώρα που αγαπά. Αποφασίζει να πάρει την Ιαπωνική ιθαγένεια, πράγμα που έγινε δυο χρόνια μετά, το 1896.Σ’ αυτό το διάστημα και  μέχρι το 1902 που  τον  βρίσκει στο Τόκιο σαν καθηγητή πανεπιστημίου της Αγγλικής Φιλολογίας, ο Χερν επιδίδεται σ’ ένα αξιόλογο συγγραφικό έργο με  κεντρικό θέμα την Ιαπωνία. Η σύγχρονη ιστορία της, oι θρύλοι και oι παραδόσεις, καταγράφονται με το μεράκι και την αγάπη ενός κυριολεκτικά μοναδικού θαυμαστή της. Το 1903,οι πολύ καλές σχέσεις του με τους φοιτητές του, αποτελούν αιτία απομάκρυνσης του από το Πανεπιστήμιο. Οι κινητοποιήσεις των φοιτητών του έχουν σαν αποτέλεσμα την αναστολή της απομάκρυνσης, αλλά ο ίδιος δεν δέχεται να επιστρέψει στη σχολή. Μ’ έναν αξιοθαύμαστο για την ιδιοσυγκρασία του ρεαλισμό, αλλά και με μια πίκρα για τη νέα πραγματικότητα, δηλώνει: «Η Ιαπωνία δεν έχει ανάγκη από ανθρώπους σαν εμένα. Πρέπει να προχωρήσει στο δρόμο της βιομηχανοποίησης».

                                                                                              Ο Λευκάδιος Xερν με την Koizumi Setsu.
Το 1904, λίγο πριν πεθάνει, ολοκλήρωσε το συγγραφικό του έργο με ένα βιβλίο για την Ιαπωνία έτσι όπως την έβλεπε εκείνος. Ο τάφος του στο Okybo, είναι τόπος πνευματικού προσκυνήματος για τους Ιάπωνες. Θα έλεγε κανείς ότι ένιωθε την ανάγκη να πάψει να ζει, σε μια εποχή που κατά την άποψή του άρχιζε να χάνεται η παραδοσιακή καλοσύνη και η ευγένεια της γιαπωνέζικης ψυχής. Ακόμη μπορεί να πει κανείς ότι ο Χερν ήταν ένας μοναχικός άνθρωπος που έζησε μέσα σ’ ένα όνειρο που τελείωσε, πριν γίνει εφιάλτης.

                                                                                                                                                     Λ.Κατσιγιάννης
         
           Πηγή: leovard To είδωλο της γης μου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις