Σελίδες

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2020


Νυχτερινές υπέρ-πτήσεις

Στο αμφίαλο νησί του Ιονίου, απ’ το λόφο της Φανερωμένης,
όπου από απ’ εδώ το θέαμα είναι απολαυστικό,
μετά τον εσπερινό του Σαββάτου, καμιά φορά
ξεκινούσαμε τις επί πτερών ανέμων καλοκαιρινές πτήσεις μας.
Λαμνοκοπώντας στην έρημο του ουρανού προς τον Νότο,
παρακολουθούσαμε κατ’ αρχήν τα ήθη και τα έθιμα των χωρικών.
Τους τρεις μεγάλους γιαλούς της δυτικής παραλίας βλέπαμε από ψηλά.
Το επιβατηγό καράβι της γραμμής, με άπλετο φωτισμό, την ίδια
πάντα ώρα ανέβαινε προς το νησί των Φαιάκων με έντεκα μίλια
την ώρα, διερχόμενο τον κάβο της Κυράς υπό τον φωτεινό πυρσό
του, ενώ οι επιβάτες αιφνιδιασμένοι, έτρεχαν ομαδικά στη
δεξιά πλευρά του καταστρώματος να μας χαιρετήσουν.
Προς Βορρά συναντούσαμε πλειστάκις τον αστερισμό της
Μεγάλης Άρκτου με  το παράξενο σχήμα  της, που καταύγαζε
το διάστημα, μονοπωλώντας το οπτικό μας πεδίο και μερικές
φορές θαυμάζοντας την αιωνιότητα του απείρου, φωνάζαμε 
το λαμπρότερο αστέρι της με το όνομά του.
Συχνάκις ακούγαμε κουβέντες από το υπερπέραν και μια
ή δυο φορές, συναντήσαμε τον τρελό φτερωτό Έρωτα να
περιφέρεται μειδιώντας, προσπαθώντας να βρει το δρόμο του.
Αυτή η πτήση, ήταν μια σπάνια ευχαρίστηση σε τόσο μεγάλο ύψος,
με συνήθως πολλά συναπαντήματα και άπειρα επεισόδια.
Σε κάποιο σημείο, άρπαζε ο αγέρας το τιμόνι και για λίγο 
παρασυρόμαστε σε υπερευαίσθητες υψιπετείς ζώνες,
ακολουθώντας γραμμές καταδίκων και ενάρετων του ουρανού.
Χωρίς χάρτη και αγνοώντας τους φαροδείκτες, στον πυρωμένο
ουρανό έκθαμβοι ταξιδεύαμε στ’ αχνάρια του Θεού.
 Έπειτα η πτήση μας χαμήλωνε πάνω στην απέραντη
παραλία και τον παρθένο ελαιώνα, προσέχοντας  μην
συναντήσουμε τηλεγραφικούς στύλους, ενώ δεξιά, τα
λιγοστά φώτα της μικρής πολιτείας προσομοίαζαν
με στολίσκο ευρισκόμενο σε θαυμαστή αλιεία με πυροφάνια.
Οι νύχτες, συνήθως ήταν πάντα γαλήνιες και το  θέαμα  
ήταν μοναδικά απολαυστικό. Με τη θάλασσα σε ελαφρύ
παφλασμό, το λευκό περίγραμμα της αμμουδιάς αγκάλιαζε  
προστατευτικά την πολιτεία με την παρακείμενη laguna,
ενώ στον μικρό ισθμό, ο φάρος του κάστρου με το ισχνό φως
χαμογελούσε πλανόμενος, ότι δήθεν πιλοτάρει τα καράβια.
Συγκεκριμένη πάντοτε ώρα, όταν πλήθη επισκεπτών
ανακατεμένοι με ντόπιους, συνωστίζονταν γύρω από
τον εαυτόν τους και σε επαναλαμβανόμενες περιφορές
της αμεριμνησίας τους ανεβοκατέβαιναν στο κεντρικό
παζάρι, εμείς, κατερχόμενοι, -ανύποπτοι  πάντοτε για 
τα επερχόμενα κρούσματα αποδοκιμασιών ή όχι,-
προσγειωνόμαστε  στο κέντρο της μικρής πλατείας
προκαλώντας πρωτοφανή πανικό, εισπράττοντας  
ανάμεικτα, για την επικίνδυνη τόλμη μας ή την υπέρμετρη
επιπολαιότητά μας, είτε το παράσημο του Ταξιάρχη της
ανοικτής παλάμης, είτε  έξαλα χειροκροτήματα
από τους παρεπιδημούντες των παρακείμενων καφενείων,
κατανοώντας ταυτόχρονα ότι δεν είναι καθόλου αστείο
για κάποιον να φαντάζεται, προσμένοντας πάντα το θαύμα.

Λ.Κατσιγιάννης





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις